Σε 10 χρόνια κάθειρξη καταδικάστηκε, από δικαστήριο του Βερολίνου, ένας πρώην πράκτορα της διαβόητης Στάζι για την δολοφονία Πολωνού, που προσπαθούσε να διαφύγει από το Ανατολικό Βερολίνο στη Δύση, πριν από 50 χρόνια.
Ο πρώην πράκτορας της Στάζι, Μάρτιν Νάουμαν, 80 ετών σήμερα, πυροβόλησε πισώπλατα και από μικρή απόσταση τον Τσέσλαβ Κούκουτσκα, καθώς εκείνος κατευθυνόταν προς το συνοριακό πέρασμα της Φρίντριχστράσε στο Βερολίνο το 1974.
Πρόκειται για ιστορική δίκη και την πρώτη καταδίκη πράκτορα της Stasi για δολοφονία 35 χρόνια μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου.
Είναι επίσης το επιστέγασμα μίας έρευνας που διήρκεσε δεκαετίες, εγκαταλείφθηκε και άνοιξε και πάλι, με την συμμετοχή και της πολωνικής πλευράς.
Η γερμανική εισαγγελία είχε ζητήσει την επιβολή ποινής κάθειρξης 12 ετών κατά του πρώην υπολοχαγού. Κατηγορήθηκε ότι πυροβόλησε στην πλάτη από απόσταση δύο μέτρων τον 38χρονο Πολωνό στο συνοριακό φυλάκιο της Φρίντριχστράσε, πέρασμα μέχρι το τέλος του 1989 ανάμεσα στο Ανατολικό και το Δυτικό Βερολίνο.
Ο κατηγορούμενος, που μέχρι το 2016, οπότε και εμφανίσθηκαν τα ενοχοποιητικά εναντίον του στοιχεία, ζούσε μία αμέριμνη ζωή συνταξιούχου στην Λειψία, απέρριψε τις κατηγορίες μέσω των συνηγόρων του. Αλλά δεν απευθύνθηκε στους δικαστές.
Ακόμη και αν η γενική εισαγγελέας Χενρίκε Χίλμαν παραδέχθηκε ότι εκτελούσε διαταγές, ο κατηγορούμενος, 31 ετών τότε, ενήργησε κατά την γνώμη της με την πρόθεση να σκοτώσει, αν και μπορούσε απλώς να τραυματίσει τον φυγάδα.
Ακόμη περισσότερο, ο κατηγορούμενος εκμεταλλεύθηκε την αδύναμη θέση στην οποία βρισκόταν ο Τσέσλαβ Κούκουτσκα εκείνη την στιγμή, καθώς κατευθυνόταν προς το τελευταίο συνοριακό φυλάκιο, έχοντας περάσει δύο διαδοχικούς ελέγχους και θεωρώντας ότι έχει λάβει την άδεια να περάσει στην Δύση. Για τον λόγο αυτόν, ο πρώην πράκτορας της Stasi κατηγορήθηκε για δολοφονία και όχι για ανθρωποκτονία.
Ο Τσέσλαβ Κούκουτσκα ονειρευόταν μία ζωή στον ελεύθερο κόσμο. Είναι ο ένας από τους τουλάχιστον 140 ανθρώπους που έχασαν την ζωή τους από το 1961 μέχρι το 1989 προσπαθώντας να διασχίσουν το Τείχος του Βερολίνου.
Στις 29 Μαρτίου 1974, ο Τσέσλαβ Κούκουτσκα εισέβαλε στην πολωνική πρεσβεία του Ανατολικού Βερολίνου κρατώντας μία ψεύτικη βόμβα και απειλώντας ότι θα την πυροδοτήσει αν δεν λάβει άδεια για να διαφύγει στην Δύση.
Ειδοποιημένη από την Πολωνία, η μυστική αστυνομία του κομμουνιστικού καθεστώτος της Ανατολικής Γερμανίας αποδέχθηκε το αίτημά του. Αλλά την στιγμή που ο Τσέσλαβ Κούκουτσκα είχε περάσει από δύο σημεία ελέγχου και κατευθυνόταν προς το τελευταίο συνοριακό πέρασμα της Φρίντριχστράσε, ο πράκτορας Νάουμαν τον πυροβόλησε πισώπλατα από τα δύο μέτρα. Για την πράξη του αυτή παρασημοφορήθηκε αργότερα από το καθεστώς.
Εργαζόμενος σε κατασκευαστική εταιρεία, ο Τσέσλαβ Κούκουτσκα είχε τρία παιδιά που άσκησαν πολιτική αγωγή, αλλά δεν ήταν παρόντα στην δίκη.
Ο συνήγορος της κόρης του, ο Χανς-Γιούργκεν Φέρστερ, που θεωρεί τον καταδικασθέντα «τελευταίο κρίκο μίας ιεραρχικής αλυσίδας», είχε καταθέσει αίτημα για την διεύρυνση της έρευνας σε όλα τα πρόσωπα που παρασημοφορήθηκαν από το κομμουνιστικό καθεστώς για τον θάνατο του Τσέσλαβ Κούκουτσκα.
Πριν από την ανακοίνωση της δικαστικής απόφασης, η Ντανιέλα Μύνκελ, ιστορικός ειδική στα αρχεία της μυστικής αστυνομίας του καθεστώτος της Ανατολικής Γερμανίας είχε δηλώσει ότι η καταδίκη του Μάρτιν Νάουμαν θα έχει «σημαντική συμβολή αξία» στις προσπάθειες της Γερμανίας για τον καταλογισμό και τιμωρία των πράξεων της κομμουνιστικής δικτατορίας.
Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1990, 251 άνθρωποι συνολικά κατηγορήθηκαν για εγκλήματα που διαπράχθηκαν για λογαριασμό της Stasi, σύμφωνα με τα αρχεία της κυβέρνησης.
Τα δύο τρίτα εξ αυτών, ανάμεσά τους εκτελεστικά όργανα όπως οι συνοριοφύλακες, απαλλάχθηκαν ή η δίωξή τους αναιρέθηκε. Μόνο 87 καταδικάσθηκαν. Στους περισσότερους επιβλήθηκαν ελαφρές ποινές.
Ακόμη και ο ίδιος ο Εριχ Μίλκε, ο διαβόητος αρχηγός της Stasi, δεν καταδικάσθηκε για τις ενέργειές του κατά την περίοδο της θητείας του από το 1957 έως το 1989 λόγω ανεπαρκών στοιχείων. Η ποινή φυλάκισης έξι ετών που του επιβλήθηκε στις 26 Οκτωβρίου 1993 αφορούσε την δολοφονία δύο αστυνομικών το 1931, όταν ήταν νεαρός κομμουνιστής ακτιβιστής.