Δεν είναι σε lockdown (και ούτε αποκλείεται να μπει) αλλά μοιάζει σαν να έχει επιβληθεί ο περιορισμός στα πάντα. Η Γερμανία που κανονικά θα γιόρταζε από σήμερα (22.11.2021) την έναρξη της χριστουγεννιάτικης περιόδου, μοιάζει να είναι μια χώρα φάντασμα εξαιτίας του κορονοϊού.
Η 22η Νοεμβρίου είναι για τη Γερμανία τυπικά η επίσημη έναρξη της χριστουγεννιάτικης περιόδου και της λειτουργίας των υπαίθριων χριστουγεννιάτικων αγορών. Λόγω όμως της νέας έξαρσης της πανδημίας του κορονοϊού, όμως, όλα θυμίζουν… lockdown.
Οι αγορές, σε πολλές πόλεις, είναι κλειστές και οι Γερμανοί θα πρέπει εν πολλοίς και φέτος να στερηθούν την αγαπημένη παράδοσή τους για τις ημέρες των γιορτών. Οι νέοι περιορισμοί προκαλούν ταυτόχρονα σημαντική απώλεια εσόδων για τους εργαζόμενους στον κλάδο.
Ο πρωθυπουργός της Βαυαρίας Μάρκους Ζέντερ ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα ότι στο κρατίδιο δεν θα λειτουργήσει φέτος καμία χριστουγεννιάτικη αγορά, λόγω της μεγάλης αύξησης των κρουσμάτων κορονοϊού, η οποία έχει προκαλέσει υπερβολική επιβάρυνση των νοσοκομείων. Ο δείκτης των κρουσμάτων ανά 100.000 κατοίκους εντός επτά ημερών είναι πλέον πάνω από 1.000 και τις επόμενες τρεις εβδομάδες θα παραμείνουν μεταξύ άλλων κλειστά όλα τα κλαμπ και τα μπαρ στη Βαυαρία.
Γενική ακύρωση των φετινών αγορών επιβάλλεται και στην Σαξονία και αφορά βεβαίως και τις διάσημες αγορές της Δρέσδης και της Λειψίας. Το κρατίδιο εφαρμόζει άλλωστε από σήμερα γενικό lockdown και με απαγόρευση εξόδου.
Στο Βερολίνο, οι μεγάλες χριστουγεννιάτικες αγορές της Gendarmenmarkt, της Breitscheidplatz και του Κόκκινου Δημαρχείου θα λειτουργήσουν από κανονικά, με αυξημένα ωστόσο μέτρα ασφαλείας και περιορισμούς, ενώ η πρόσβαση θα επιτρέπεται είτε με τον Κανόνα 2G (για εμβολιασμένους και αναρρώσαντες) είτε με τον Κανόνα 3G (και για όσους έχουν αρνητικό εργαστηριακό τεστ). Σε κάποιες αγορές θα επιβληθεί και απαγόρευση πώλησης αλκοολούχων ποτών. Η δημοφιλής αγορά του Σλος Σαρλότενμπουργκ δεν θα λειτουργήσει φέτος.
Στο γειτονικό Βρανδεμβούργο οι χριστουγεννιάτικες αγορές έχει προγραμματιστεί να λειτουργήσουν κανονικά οι υπαίθριες αγορές, εφαρμόζοντας όμως τον Κανόνα 2G, όπως και στο Αμβούργο, ενώ στη Βρέμη οι αγορές θα λειτουργήσουν μόνο έως τις 23 Δεκεμβρίου, με τον Κανόνα 3G.
Στην Έσση ο πρωθυπουργός Βόλκερ Μπιουφιέ δήλωσε ότι δεν θα υπάρξει επίσημη γενική ακύρωση, ωστόσο πολλοί διοργανωτές έχουν ήδη ακυρώσει τις φετινές αγορές τους.
Στην Κάτω Σαξονία οι αγορές θα λειτουργήσουν με Κανόνες 2G και 3G, αλλά και με τήρηση αποστάσεων, αλλά πολλές πόλεις έχουν ήδη ακυρώσει τις διοργανώσεις, λόγω της αύξησης των κρουσμάτων κορονοϊού. Στη Βόρεια Ρηνανία – Βεστφαλία δεν υπάρχει ενιαία απόφαση, αλλά πολλές αγορές έχουν ήδη ακυρωθεί και όσες τελικά λειτουργήσουν, θα επιβάλουν Κανόνα 2G και υποχρεωτική χρήση μάσκας.
Προς υποχρεωτικό εμβολιασμό;
Υπό την πίεση της νέας έξαρσης της πανδημίας, κλιμακώνεται και στη Γερμανία η συζήτηση σχετικά με το ενδεχόμενο επιβολής υποχρεωτικού εμβολιασμού κατά της Covid-19. Ιατρικές ενώσεις, επιστημονικά ινστιτούτα και πολιτικοί, τάσσονται υπέρ ενός γενικού υποχρεωτικού εμβολιασμού ως μοναδική διέξοδο από την κρίση.
Η Ένωση Ιατρών Παιδιών και Εφήβων (BVKJ) ζητά επισήμως την καθιέρωση του γενικού υποχρεωτικού εμβολιασμού, επισημαίνοντας ότι «είναι απαράδεκτο, λόγω ελλιπούς εμβολιασμού μιας μειοψηφίας, να περιορίζονται τα θεμελιώδη δικαιώματα όλων των πολιτών, αλλά ιδιαίτερα των παιδιών και των εφήβων».
Η Ένωση αναγνωρίζει ότι με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό περιορίζεται τυπικά το δικαίωμα στη σωματική ακεραιότητα, τονίζει ωστόσο ότι κάτι τέτοιο είναι αποδεκτό, διότι, διαφορετικά, θα θίγονταν ή θα περιορίζονταν τα δικαιώματα των άλλων. «Τα δικαιώματα των παιδιών δεν πρέπει να σταθμίζονται έναντι των δικαιωμάτων μιας μειοψηφίας πολιτών, αλλά να κατοχυρώνονται άνευ όρων και επιτακτικά από το κράτος. Τα παιδιά μας άξιζαν την επιστροφή στην κανονικότητα, μετά τους τεράστιους περιορισμούς που επιβλήθηκαν στην πανδημία», αναφέρεται στην ανακοίνωση της BVKJ, η οποία σημειώνει ακόμη ότι «τα βασικά δικαιώματα των παιδιών, για απεριόριστη και δωρεάν εκπαίδευση και ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας, τίθενται σε κίνδυνο εάν δεν καταστεί δυνατός ο έγκαιρος εμβολιασμός όλων των ενηλίκων».
Όπως επισημαίνουν οι παιδίατροι, με 15 εκατομμύρια ανεμβολίαστους αυτή τη στιγμή, θα μπορούσαμε να έχουμε 15 εκατομμύρια νέα κρούσματα και επομένως έναν αριθμό θανάτων ο οποίος θα μπορούσε να υπερβεί τις 100.000. «Αυτός ο αριθμός και μόνο μας υπενθυμίζει να επανεξετάσουμε εάν το κράτος πρέπει να εκθέτει τους ανθρώπους σε αυτόν τον κίνδυνο, παρά τις σχεδόν ομόφωνες περί του αντιθέτου συμβουλές της ιατρικής επιστήμης. Επιπλέον, η άρνηση του εμβολιασμού συνεπάγεται έναν επιπλέον αριθμό κρουσμάτων και μεταξύ όσων έχουν ήδη εμβολιαστεί. Τα μη εμβολιασμένα άτομα περιορίζουν λοιπόν το δικαίωμα των άλλων στη σωματική ακεραιότητα», αναφέρεται χαρακτηριστικά στην απόφαση της BVKJ.
Ο επικεφαλής του Ινστιτούτου «Ρόμπερτ Κοχ» Λόταρ Βίλερ παρέπεμψε για το ίδιο θέμα στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο οποίος συνιστά, «αν έχετε δοκιμάσει όλα τα άλλα, πρέπει να σκεφτείτε και τον υποχρεωτικό εμβολιασμό». Μιλώντας χθες, Κυριακή, το βράδυ στο πρώτο κανάλι της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης ARD, ο Βίλερ τόνισε ότι «πρέπει να βεβαιωθούμε ότι θα εμβολιαστούν όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι και ότι όσοι έχουν ήδη εμβολιαστεί θα προσέλθουν για τον ενισχυτικό εμβολιασμό τους», αλλά, τόνισε, «ως έσχατη λύση, είμαι με τον ΠΟΥ». Δεν υπάρχει κανείς που θα ήθελε να επιβάλει τον εμβολιασμό, συνέχισε, αλλά πλέον γνωρίζουμε καλά τι πρέπει να κάνουμε και πρέπει αυτή τη γνώση να την αξιοποιήσουμε. «Πολλοί έχουν αντιληφθεί ότι αντιμετωπίζουμε μια ιατρικά κατεπείγουσα κατάσταση και θα έπρεπε να είχαν γίνει ήδη πολλά περισσότερα. Τώρα όμως πρέπει να βάλουμε ένα τέλος στο “laissez faire”», είπε χαρακτηριστικά ο Βίλερ.