Το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης συνεδριάζει σήμερα, για το μέλλον του νεοναζιστικού κόμματος NPD. Το ζήτημα είναι πολύπλοκο και διχάζει τόσο τον νομικό όσο και τον πολιτικό κόσμο.
Πρόκειται για τη δεύτερη προσπάθεια κήρυξης του νεοναζιστικού Εθνικού Δημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας (ΝPD) ως αντισυνταγματικού. Σύμφωνα με την πρώτη προσφυγή που είχε υποβληθεί το 2013 από το Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (Bundesrat) στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρλσρούης, το NPD θεωρούνταν ότι «αντίκειται στη φιλελεύθερη, δημοκρατική τάξη» της Γερμανίας. Η πρώτη απόπειρα απαγόρευσης του NPD στη Γερμανία, απέτυχε. Τότε οι δικαστές είχαν εκφράσει αμφιβολίες για την αντικειμενικότητα των αποδεικτικών στοιχείων, με το αιτιολογικό ότι τελούσαν σε στενή σύνδεση με τη γερμανική κυβέρνηση, επειδή προέρχονταν από πληροφοριοδότες της Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος που είχαν προσεγγίσει την ηγετική ομάδα του NPD. Για τον λόγο αυτό το Συνταγματικό Δικαστήριο δεν προχώρησε καν στην εξέταση της συνταγματικότητας ή μη του επίμαχου κόμματος.
Στη νέα προφορική διαδικασία που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2016, τα 16 γερμανικά κρατίδια που εκπροσωπούνται στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο προσέφυγαν μόνα τους, χωρίς την Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος. Τόσο το γερμανικό κοινοβούλιο όσο και η γερμανική κυβέρνηση, που συνυπέγραφαν την αρχική προσφυγή, δεν συμμετέχουν επίσης, αυτή τη φορά, διότι υπάρχουν ακόμη σοβαρές αμφιβολίες ως προς την έκβασή της.
Η μέχρι στιγμής εκδίκαση της υπόθεσης στην Καρλσρούη, μοιάζει να επιβεβαιώνει τους πολιτικούς και νομικούς που εξέφραζαν εξαρχής αμφιβολίες ως προς την απαγόρευση του NPD. Από την πλευρά των κρατιδίων, ο πρωθυπουργός της Σαξονίας Στάνισλαβ Τίλιχ (από το CDU) περιέγραψε πάντως το NPD ως «τη βάση ενός ευρύτερου εξτρεμιστικού δικτύου».
Μια τολμηρή θέση, δεδομένου ότι προσφάτως ακόμη και η ίδια η Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος αναφέρει απλώς ότι το εν λόγω κόμμα βρίσκεται σε μια φάση «προσωπικής, στρατηγικής και εκλογικής κρίσης».
Τον περασμένο Σεπτέμβριο δεν κατάφερε να διασφαλίσει τη μοναδική θέση που κατείχε ως τότε στο τοπικό κοινοβούλιο του Μεκλεμβούργου-Πομερανίας, ενώ το 2014 δεν κατάφερε να ξεπεράσει το απαιτούμενο εκλογικό όριο του 5% στη Σαξονία. Έκτοτε οι επιδόσεις του NPD, που ιδρύθηκε το 1963, πηγαίνουν από το κακό στο χειρότερο.
Οι κακές εκλογικές επιδόσεις έχουν βέβαια και οικονομικές επιπτώσεις για το νεοναζιστικό κόμμα, δεδομένου ότι από αυτές εξαρτάται το ύψος της επιστροφής χρημάτων για τις εκλογικές δαπάνες, το οποίο προέρχεται από τους φόρους. Με άλλα λόγια, λιγότερα κρατικά χρήματα συνεπάγονται περιορισμένες δυνατότητες προεκλογικών εκστρατειών για τα περίπου 5000 μέλη του. Επίσης, η συρρίκνωση στα οικονομικά μεγέθη του NPD καταγράφεται και στη γενικότερη γερμανική εκλογική γεωγραφία. Από τους περίπου 230.000 εκλεγμένους αξιωματούχους στη Γερμανία μόνο 360 προέρχονται από το NPD.
Ο πρόεδρος του Συνταγματικού Δικαστηρίου Αντρέας Φόσκουλε φαίνεται μέχρι στιγμής να εκφράζει αμφιβολίες ως προς το κατά πόσο το NPD αποτελεί πραγματική απειλή για τη γερμανική συνταγματική τάξη. Οι υποστηρικτές της απαγόρευσης του NPD προτάσσουν το επιχείρημα της «ουσιαστικής σχέσης» του με τον εθνικοσοσιαλισμό. Το ίδιο και πολλοί δικαστές. Είναι, ωστόσο, πιθανό οι δικαστές της Καρλσρούης να καταλήξουν αύριο σε μια απόφαση που κηρύσσει εν μέρει αντισυνταγματικό το NPD, χωρίς ωστόσο το χαρακτηρίζει ως εν γένει απειλή για το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του. Το άρθρο 21 του Γερμανικού Συντάγματος θέτει ψηλά τον πήχη, προκειμένου ένα κόμμα να κριθεί αντισυνταγματικό και συνεπώς να απαγορευθεί. Σύμφωνα με αυτό το άρθρο, ένα τέτοιο κόμμα θα πρέπει να θέτει σε κίνδυνο τη φιλελεύθερη, δημοκρατική τάξη στη Γερμανία και να έχει ως στόχο την εξάλειψη ή τη διακινδύνευση της Ομοσπονδιακής Γερμανίας. Αλλά προς το παρόν το NPD φαίνεται μάλλον ως μια ασήμαντη πολιτική οντότητα. Από την άλλη πλευρά, ο ευρωβουλευτής του NPD Ούντο Βόιγκ υποστηρίζει ότι «ένα κόμμα που δεν πράττει τίποτα παράνομο, δεν μπορεί να απαγορευθεί σε ένα κράτος δικαίου».
Όποια κι αν είναι η αυριανή απόφαση για το NPD, το μεγάλο ερώτημα που θα εξακολουθήσει να τίθεται στο δημόσιο διάλογο είναι τι μέλλει γενέσθαι με τα «συγγενικά» ακροδεξιά, εθνικιστικά μορφώματα, όπως το κίνημα Pegida και κυρίως το ξενοφοβικό κόμμα Eναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Aκόμη κι αν επικυρωθεί η απαγόρευση του NPD, το ΑfD δεν φαίνεται να έχει κανέναν ενδοιασμό για πιθανή συνεργασία με πρώην μέλη του NPD.
Πηγή: Deutsche Welle, ΑΠΕ – ΜΠΕ