«Η γερμανική κυβέρνηση εμμένει στην απόφασή της να επιλέξει το Αμβούργο ως τόπο της Συνόδου των G20», δήλωσε σήμερα στο Βερολίνο ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Στέφεν Ζάιμπερτ. Η απόφαση είχε ληφθεί επειδή η πόλη πληρούσε, τόσο από άποψη οργάνωσης, όσο και ασφάλειας, τις αναγκαίες προϋποθέσεις.
Αντικρούοντας το αίτημα χριστιανοδημοκρατών πολιτικών της πόλης-κρατιδίου του Αμβούργου για παραίτηση του δημάρχου του, Όλαφ Σόλτς, ο κ. Ζάιμπερτ τόνισε πως η συνεργασία της κυβέρνησης μαζί του ήταν «ιδιαίτερα καλή και στενή». Εκτός αυτού, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος διαβεβαίωσε ότι η κυβέρνηση παρέχει στις δυνάμεις ασφαλείας «πλήρη στήριξη».
Σε αυτό το πνεύμα, δηλαδή της διατήρησης ενός κοινού μετώπου όλων των υπεύθυνων για την ασφάλεια, κινήθηκαν και οι δηλώσεις του εκπροσώπου του υπουργείου Εσωτερικών, Γιοχάνες Ντίμροτ. Όπως είπε χαρακτηριστικά στη σημερινή κυβερνητική ενημέρωση, το ζητούμενο αυτήν τη στιγμή δεν είναι ποια λάθη έκανε η αστυνομία, άλλα ποια ήταν τα κίνητρα εκείνων που προκάλεσαν τα βίαια επεισόδια στο Αμβούργο και πώς μπορούν να συλληφθούν και να οδηγηθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης.
Αναφορικά με το αίτημα που διατύπωσαν πολιτικοί των κυβερνητικών κομμάτων για τη δημιουργία μίας ευρωπαϊκής τράπεζας δεδομένων ειδικά για αριστεριστές, ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εσωτερικών εκφράστηκε επί της αρχής θετικά. Παράλληλα, όμως, υπέδειξε ότι ήδη η Γερμανία διατηρεί μία τράπεζα με τα στοιχεία βίαιων αριστεριστών.
Πέραν αυτού, πριν από κάθε μεγάλο γεγονός, όπως είναι η Σύνοδος των G20, οι γερμανικές δυνάμεις ασφαλείας συνεργάζονται εδώ και χρόνια στενά με την αστυνομία και τις μυστικές υπηρεσίες άλλων κρατών-μελών της ΕΕ. Όπως, όμως, επισήμανε ο κ. Ντίμροτ, σε μία Ευρώπη ανοιχτών συνόρων η ανταλλαγή πληροφοριών δεν πρόκειται να παρεμποδίσει όλες τις μετακινήσεις.