Ο Ντομινίκ Στρος Καν είναι ο μόνος Γάλλος πολιτικός «πρώτης γραμμής» από τον οποίο δεν πήρε ποτέ συνέντευξη η Αν Σινκλέρ. Δεν τον κάλεσε ποτέ στην εκπομπή της «7χ7», στο ιδιωτικό κανάλι TF1, όπου για χρόνια, τα βράδια των Κυριακών, σχεδόν μονοπωλούσε το ενδιαφέρον της γαλλικής κοινής γνώμης. Ήταν η πιο έγκυρη εκπομπή της γαλλικής τηλεόρασης και είχε φιλοξενήσει από τον Αμερικανό πρόεδρο μέχρι τον Γερμανό Καγκελάριο, καθώς και όλους, φυσικά, τους Γάλλους πολιτικούς, που επέβαλε η επικαιρότητα.
«Θα ήταν άκομψο να μιλήσω για κείνον κι άλλο τόσο άδικο να μη τον αναφέρω, αλλά δεν μπορώ να μιλήσω…», εξομολογείται αμήχανα για τον σύζυγό της, Ντομινίκ Στρος Καν, η Αν Σινκλέρ στο βιβλίο της «Δυο-τρία πράγματα, που ξέρω γι αυτούς».
Το βιβλίο της διάσημης δημοσιογράφου (σσ. δεν μεταφράστηκε στην Ελλάδα) αναφέρεται στην πολιτική ζωή των τελευταίων χρόνων στη Γαλλία, έτσι όπως «ξεδιπλώθηκε» μέσα από τις συνεντεύξεις της, αλλά κυρίως «πίσω από τις κουίντες. Εκδόθηκε το 1997, όταν σταμάτησε χρόνια μετά το «7χ7», επειδή ο Στρος Καν ανέλαβε το υπουργείο Οικονομικών της σοσιαλιστικής κυβέρνησης Ζοσπέν. Όσο ήταν απλός βουλευτής του σοσιαλιστικού κόμματος, δεν θεωρούσε ότι υπάρχει ασυμβίβαστο για την καταξιωμένη εκπομπή της. Ως σύζυγος υπουργού, όμως, έκρινε πως δεν θα έπειθε για τις ίσες αποστάσεις, που ήθελε να κρατά πάντα με τους προσκεκλημένους της. Τη στάση αυτή υπερασπίστηκε με σθένος σε όλη τη διάρκεια της λαμπρής καριέρας της: «Εάν η εκπομπή μου μεροληπτούσε, δεν θα είχε αυτή την επιτυχία», τονίζει η ίδιας, μιλώντας στον Πρόεδρο Σιράκ.
Πέρασε, λοιπόν, πίσω από τις κάμερες, όπου εργάζεται έως σήμερα, ως διευθύντρια, υπεύθυνη για τη στρατηγική και την ανάπτυξη της πληροφορίας του Ομίλου TF1.
Τον Ντομινίκ Στρος Κάν- DSK, όπως τον αποκαλούν πολλοί στη Γαλλία χάρη συντομίας, αλλά κυρίως οικειότητας- τον συμπεριλαμβάνει η Αν Σινκλέρ στους πολιτικούς, που εκπροσωπούν το πολιτικό μέλλον της Γαλλίας. Προφητική εκτίμηση, αφού τόσα χρόνια μετά, συζητείται σήμερα η υποψηφιότητά του για την Προεδρία της Δημοκρατίας στις προσεχείς εκλογές.
Εκφράζει, όμως, το παράπονό της, που σε ένα ολόκληρο βιβλίο για την πολιτική ζωή και την ανανέωση της αριστεράς δεν μπορεί να αναφερθεί σε εκείνον, που έπαιξε τόσο σημαντικό ρόλο στην κυβέρνηση Ζοσπέν.
«Πώς να μη διαμαρτυρηθώ, όταν ακόμη και σε αυτό το βιβλίο, που γεννήθηκε συγχρόνως με τη θέλησή μου να διακόψω το “7χ7”, δεν μπορώ να μιλήσω για κείνον;», σημειώνει.
Και σε πιο προσωπικούς τόνους:
«Πώς να μη κάνεις το πορτρέτο του ανθρώπου, που αγαπάς, και σου δίνει κάθε μέρα λίγο μεγαλύτερη επιθυμία για να ζήσεις; Πώς να μην πω ότι την 1η Ιουνίου 1997 το βράδυ που φύγαμε σιωπηλοί χέρι – χέρι για τις Σαρσέλ, όπου εξελέγη θριαμβευτικά ο Ντομινίκ, φοβόμουν μήπως η ζωή μας συνθλιβεί στους ψηλούς τοίχους του Μπερσύ (έδρα του Υπ. Οικονομικών). Πώς να μην πω ότι για κείνον, όπως και για μένα, υπάρχει μια ζωή πίσω από το στούντιο της τηλεόρασης, ή τα μάρμαρα των υπουργείων;».
Εξηγώντας γιατί έγραψε το βιβλίο, η Αν Σινκλέρ σημειώνει:
«Αγαπώ την πολιτική. Είναι μία ευγενής πρακτική, μία ηθική με αξιώσεις. Είναι για μένα η ίδια η ουσία του δημοκρατικού διαλόγου. Αλλά η πολιτική είναι, επίσης, μία ιστορία και ήθελα να μιλήσω γι αυτούς που έπαιξαν ρόλο τα τελευταία χρόνια. Η πολιτική, τέλος, είναι μία ματιά. Στην περίπτωσή μου δημοσιογραφική: ταυτοχρόνως, δηλαδή, περίεργη και διαυγής, ευνοϊκή και αποστασιοποιημένη, κριτική και ειλικρινής. Το ελπίζω, τουλάχιστον».
Αν δεν μπορεί να μιλήσει, όμως, για τον Στρος Καν, μπορεί να μιλήσει για όλους τους άλλους. Που έπαιξαν, παίζουν και θα παίζουν ενδεχομένως σημαντικό ρόλο στη γαλλική πολιτική σκηνή και τους οποίους είχε την τύχη να γνωρίσει από κοντά.
Ο πρόεδρος του «γκωλικού» κόμματος, Ζάκ Σιράκ, είναι αναμφισβήτητα κεντρικό πρόσωπο στην ιστορία. Με μία καμπάνια ανθρωποκεντρική, μιλώντας για ρήξη και κοινωνικό αποκλεισμό, «εξέπληξε τους πάντες με την εκλογή του το 1995, αναφέρει η Σινκλέρ», ακόμη και τον απερχόμενο πρόεδρο Φρανσουά Μιτεράν, ο οποίος φέρεται να λέει σε κατ΄ιδίαν συνομιλίες για τον διάδοχό του: «Ο τύπος ξέρει πολλά κόλπα. Τώρα, παίρνει ψήφους και από την αριστερά».
-«Ο Σιράκ εκλεγμένος από την αριστερά; Τρελή πρόγνωση», υπογραμμίζει η Αν Σινκλέρ και στην εκτίμηση αυτή συμφωνεί και ο υποψήφιος του σοσιαλιστικού κόμματος Λιονέλ Ζοσπέν.
Ο σημερινός πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί είχε πολλά προβλήματα εκείνη την εποχή με το κόμμα του. Από «πουλέν» του Σιράκ, πέρασε στην αντίθετη όχθη εσωκομματικά στο πλευρό του Εντουάρ Μπαλαντύρ, κάτι που δεν του συγχώρεσαν τότε οι φίλοι του Σιράκ. Όταν έχασε, λοιπόν, ο Μπαλαντίρ την αναμέτρηση και εξελέγη ο Σιράκ, οξύνθηκαν και οι εσωκομματικοί ανταγωνισμοί. Έκτοτε, όπως αναφέρει η Σινκλαίρ, «ο Σαρκοζί ένιωθε να τον περιβάλλει ένα “άρωμα” προδοσίας από το οποίο άργησε πολύ να απαλλαγεί, ενώ οι σύντροφοι του “δεν τον συμπαθούσαν”. Τον κατηγορούσαν ότι θα έκανε οτιδήποτε για να ικανοποιήσει τις μεγάλες φιλοδοξίες του».
Ο ίδιος ο Σαρκοζί δίνει άλλη ερμηνεία, χωρίς να αρνείται στη Σινκλέρ και μία δόση αυτοκριτικής για το «λάθος» του να αλλάξει στρατόπεδο: «Στη Γαλλία, σε αγαπάνε μόνο αν έχεις πληγές. Δεν ανέβηκα ποτέ στις δημοσκοπήσεις τόσο, όπως όταν με χτυπούσαν κάτω από τη ζώνη».
«Είναι αλήθεια ότι τότε ο Σαρκοζί ήταν πολύ νέος, πολύ ταλαντούχος και πολύ χαϊδεμένος από τη ζωή για να του το συγχωρήσουν», σημειώνει η Σινκλέρ. Το κλίμα για τον σημερινό Πρόεδρο άλλαξε γρήγορα και δύο χρόνια μετά, η ήττα του Σιράκ και του Ζιπέ με την προκήρυξη των πρόωρων εκλογών, που κέρδισαν οι σοσιαλιστές, άνοιγε το δρόμο στον σημερινό πρόεδρο της Γαλλίας.
Το «αγαπημένο παιδί» του Σιράκ ήταν τότε ο Αλέν Ζιπέ, σημερινός υπουργός Άμυνας. «Είναι ο καλύτερος από όλους μας», έλεγε συχνά ο Πρόεδρος Σιράκ ο οποίος, κατά τη Σινκλέρ, δεν έκρυβε τον θαυμασμό του για τις ικανότητες του στενότερου συνεργάτη του. Ο Ζιπέ έγινε πρωθυπουργός το 1995, πρόεδρος του «γκολικού» κόμματος, RPR, ενώ διατήρησε και τη δημαρχία του Μπορντό, αφού η γαλλική νομοθεσία δεν το θεωρεί ασυμβίβαστο.
«Είναι έξυπνος, χαρισματικός, σβέλτος, έχει την αίσθηση του Κράτους, αλλά πλην του Προέδρου Σιράκ στο κόμμα του δεν τον συμπαθούν», αναφέρει η Σινκλέρ. Σκιαγραφώντας την προσωπικότητα του Ζιπέ και τη θυελλώδη διαδρομή του, που ήταν του ύψους, ή του βάθους, λέει χαρακτηριστικά:
«Ο Ζιπέ είναι η ιστορία ενός ηθοποιού, που θα ΄θελε να παίξει Άμλετ, αλλά τελικά απαγγέλλει σε άδειες αίθουσες. Ένας ρομαντικός και ντροπαλός πολιτικός, που εξελίχθηκε για τους Γάλλους σε απόμακρο και αλαζόνα. Ο Αλέν Ζιπέ θα μπορούσε να είναι μία ιστορία αγάπης με σαμπάνια στη Βενετία και είναι ένα χαμένο ραντεβού μία βροχερή μέρα στη στάση ενός λεωφορείου».
Μετά την ήττα του ΄97 «οι άσπονδοι φίλοι του», που του τη χρέωσαν περισσότερο από ό,τι στον Πρόεδρο, «ζητούσαν το κεφάλι του». Παραιτήθηκε και από την προεδρία του κόμματος και γι αρκετά χρόνια ήταν, απλώς, ο δήμαρχος του Μπορντό, μέχρι που ο πάλαι ποτέ αντίπαλος του Νικολά Σαρκοζί τον επανέφερε με τον πρόσφατο ανασχηματισμό.
Για τη Μαρτίν Ομπρί, κόρη του Ζακ Ντελόρ, η οποία επίσης συζητείται για την Προεδρία της Δημοκρατίας, η Αν Σινκλέρ έχει μόνο καλά λόγια: «Είναι μία από τις πρώτες ηρωίδες στην πολιτική μετά τη Σιμόν Βέιλ. Ο αγώνας της ενάντια στην ανεργία, τις ανισότητες και τις υποβαθμισμένες συνοικίες, τής διαμόρφωσε το προφίλ μίας γυναίκας με δυνατή θέληση και ενέργεια. Αποτελεί υπόδειγμα Γαλλίδας πολιτικού. Παραμένει σύμβολο της μαχόμενης, γενναίας, έξυπνης γυναίκας, που ξέρει να αγωνίζεται το ίδιο αποτελεσματικά για τις εκτρώσεις, την Ευρώπη, ή τη Βοσνία, και πάντα με ένα αφοπλιστικό χαμόγελο».
Όσο για τη Σεγκολέν Ρουαγιάλ, που θέλει να ξαναδοκιμάσει την τύχη της για το προεδρικό μέγαρο, η Αν Σινκλέρ τη βρίσκει ξεχωριστή: «Ξέρει να κερδίζει τις λαϊκές ψήφους. Μητέρα με μεγάλη οικογένεια, αγωνίστρια, εκλεγμένη σε δύσκολες συνθήκες. Υπερασπίζεται με πάθος τα παραδοσιακά προϊόντα, όπως το κατσικίσιο τυρί «Πουατού». Έχει μία ποιότητα, μία αθωότητα και έναν ενθουσιασμό, χωρίς να κάνει δεύτερες σκέψεις. Είναι όμορφη, καλόπιστη, ολόκληρη κι έχει πολλές συμπάθειες».