Η Αίγυπτος και η Τουρκία φαίνεται ότι έχουν αρχίσει μια πολιτική αναθέρμανσης των σχέσεών τους, αφού η πρωτοφανής χειραψία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τον Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι σφράγισε την «αρχή της ανάπτυξης των σχέσεων» μετά από μια δεκαετία αποξένωσης, σύμφωνα με την αιγυπτιακή προεδρία.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν συνάντησε τον Αιγύπτιο ομόλογό του Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι στο Κατάρ για την έναρξη του Μουντιάλ 2022 και το κλικ του φακού τους «έπιασε» να δίνουν χαμογελαστοί τα χέρια. Άλλωστε, ο πρόεδρος της Τουρκίας είχε δηλώσει μετά τη Σύνοδο Κορυφής της G20 στην Ινδονησία, ότι είναι έτοιμος για «μια νέα αρχή» με την Αίγυπτο.
Η χειραψία έχει μεγάλη σημασία αν αναλογιστεί κανείς ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν αλλά και το Κατάρ ήταν μεγάλοι σύμμαχοι του εκλιπόντος προέδρου της Αιγύπτου Μοχάμεντ Μόρσι, μέλους της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, τον οποίο ανέτρεψε ο Σίσι σε πραξικόπημα το 2013. Γι’ αυτό ο Ερντογάν είχε διαβεβαιώσει στο παρελθόν ότι «δεν θα μιλήσει ποτέ» σε «κάποιον σαν» τον Σίσι.
Όμως, μετά και τη συμφιλίωση του Κατάρ με την Αίγυπτο, ο εκπρόσωπος της αιγυπτιακής προεδρίας Μπασάμ Ράντι δήλωσε ότι οι δύο ηγέτες «επιβεβαίωσαν το βάθος των ιστορικών δεσμών μεταξύ των δύο χωρών και των δύο λαών» και αποφάσισαν την «έναρξη της ανάπτυξης των διμερών σχέσεων».
Μακρύς φαίνεται ο δρόμος για να τα «ξαναβρούν»
Βέβαια, οι δύο χώρες φαίνεται ότι έχουν να διανύσουν μακρύ δρόμο για να τα «ξαναβρούν», αφού πρόσφατα ένας Αιγύπτιος δημοσιογράφος, που πρόσκειται στους Αδελφούς Μουσουλμάνους, συνελήφθη για μικρό χρονικό διάστημα στην Τουρκία, προκαλώντας φόβους πιθανής έκδοσης σε πολλούς ισλαμιστές που έχουν βρει καταφύγιο εκεί.
Η Τουρκία είναι μεγάλη υποστηρίκτρια της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, τα μέλη της οποίας το Κάιρο τα θεωρεί «τρομοκράτες», και οι δύο χώρες υποστηρίζουν αντίπαλα στρατόπεδα στη Λιβύη: η Τουρκία έχει στείλει στρατιωτικούς συμβούλους και drones εναντίον του στρατάρχη Χαλίφα Χάφταρ, του ισχυρού άνδρα της ανατολικής Λιβύης που υποστηρίζεται κυρίως από την Αίγυπτο.
Σε εμπορικό επίπεδο, οι δύο χώρες έχουν ενισχύσει τις συναλλαγές τους: έχουν αυξηθεί από 4,4 δισεκατομμύρια δολάρια το 2007 σε 11,1 δισεκατομμύρια δολάρια το 2020, σημειώνει το ερευνητικό κέντρο Carnegie.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ