Η Τουρκία «απαλλάχθηκε» σήμερα από την υπόθεση Κασόγκι, παραπέμποντάς την στην Σαουδική Αραβία.
Έχουν περάσει πάνω από τρία χρόνια από τη δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου στην Κωνσταντινούπολη. Η Χατιτζέ Τσενγκίζ, η μνηστή του Τζαμάλ Κασόγκι, η οποία τον περίμενε μπροστά από το προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη την ημέρα του φόνου του, στις 2 Οκτωβρίου 2018, ανακοίνωσε αμέσως ότι οι δικηγόροι της θα ασκήσουν έφεση.
Η τελευταία ακροαματική συνεδρίαση στη δίκη ερήμην 26 Σαουδαράβων κατηγορούμενων, η οποία άρχισε τον Ιούλιο του 2020, διήρκεσε μερικά λεπτά, προτού ο δικαστής της Κωνσταντινούπολης ανακοινώσει την απόφαση για το κλείσιμο της υπόθεσης.
Η αγωνία δεν κράτησε πολύ: Ο Τούρκος υπουργός Δικαιοσύνης Μπεκίρ Μποζντάγκ είχε ανακοινώσει ότι έδωσε θετική γνωμοδότηση στο αίτημα του εισαγγελέα, ο οποίος ήθελε “το κλείσιμο και την παραπομπή της υπόθεσης” στο Ριάντ.
Για την Τουρκία, η οποία επιδιώκει να επανασυνδεθεί με το σαουδαραβικό βασίλειο, το οποίο χρειάζεται για να υποστηρίξει την οικονομία της που βρίσκεται σε δύσκολη θέση, ήταν επείγον να κλείσει η υπόθεση αυτή, η οποία «δηλητηρίαζε» τις σχέσεις τους.
«Εδώ δεν μας κυβερνάει μια οικογένεια, όπως στην Σαουδική Αραβία. Έχουμε ένα δικαστικό σύστημα που ανταποκρίνεται στα παράπονα των πολιτών: ως εκ τούτου θα ασκήσουμε έφεση», δήλωσε σήμερα η Τσενγκίζ στους δημοσιογράφους που βρίσκονταν έξω από το δικαστήριο της Κωνσταντινούπολης.
Για εκείνη, ο Τούρκος εισαγγελέας συμμορφώθηκε με τα “σαουδαραβικά αιτήματα”: “Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι οι αρχές δεν θα κάνουν τίποτα. Πώς μπορούμε να φανταστούμε πως οι δολοφόνοι θα κάνουν έρευνα για τον εαυτό τους;”, πρόσθεσε.
Σύμφωνα με έναν από τους δικηγόρους της, τον Γκιοκμέν Μπασπινάρ, “η απόφαση αυτή παραπομπής της υπόθεσης αντιβαίνει στον νόμο” και “συνιστά παραβίαση της τουρκικής κυριαρχίας”.
“Δεν υφίσταται καμία δίωξη στην Σαουδική Αραβία. Οι σαουδαραβικές αρχές έχουν ήδη κλείσει τη δίκη και αποφασίσει να αθωώσουν πολλούς υπόπτους”, υπενθύμισε ο δικηγόρος.
«Με μια φράση»
Οι οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κατήγγειλαν τις τελευταίες μέρες ένα θάψιμο πρώτης τάξεως της υπόθεσης Κασόγκι μετά από αίτημα των σαουδαραβικών αρχών, καθώς η υπόθεση αυτή αποτελούσε το τελευταίο εμπόδιο για την προσέγγιση ανάμεσα στις δύο περιφερειακές σουνιτικές δυνάμεις.
«Το δικαστήριο δέχθηκε να παραπέμψει την υπόθεση στην Σαουδική Αραβία έτσι απλά, με μια φράση, χωρίς καν να (ειδοποιήσει) τους δικηγόρους για την απόρριψη των αιτημάτων τους», σημειώνει σε ανάρτησή της στο Twitter η Μιλένα Μπουγιούμ, μια εκπρόσωπος της Διεθνούς Αμνηστίας στην Τουρκία.
Back inside the court. Agreed to transfer the case to the Saudi authorities – in one sentence, just like that. Didn’t even bother to state the lawyers’ requests are rejected. Appalling and clearly political decision. #justiceforJamal
— Milena Büyüm (@MilenaBuyum) April 7, 2022
Για τον Ερόλ Οντέρογλου, εκπρόσωπο των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα στην Κωνσταντινούπολη, με αυτήν την απόφαση «η Τουρκία στέλνει ένα τρομακτικό μήνυμα για τον σεβασμό της στην ελευθερία του Τύπου».
Στις 2 Οκτωβρίου του 2018 ο 59χρονος τότε Σαουδάραβας δημοσιογράφος, αρθρογράφος στην αμερικανική εφημερίδα The Washington Post, δολοφονήθηκε και το πτώμα του διαμελίστηκε μέσα στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη, στο οποίο είχε πάει για να ζητήσει ένα έγγραφο που ήταν απαραίτητο για τον γάμο του, σύμφωνα με την Τουρκία.
Ο εισαγγελέας της Κωνσταντινούπολης υπερασπίστηκε τη θέση του υποστηρίζοντας ότι “η υπόθεση σέρνεται επειδή οι εντολές του δικαστηρίου δεν μπορούν να εκτελεστούν, καθώς οι κατηγορούμενοι είναι ξένοι πολίτες”.
Την ημέρα του φόνου, η Τσενγκίζ περίμενε το θύμα στον δρόμο, αλλά ο αρραβωνιαστικός της δεν ξαναφάνηκε ποτέ και ποτέ δεν βρέθηκαν λείψανά του.
Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε δεσμευτεί τότε να “κάνει τα πάντα” για να διαλευκανθεί ο “πολιτικός” και “προμελετημένος” φόνος του δημοσιογράφου, τον οποίο είχε χαρακτηρίσει “βάρβαρη δολοφονία”.
Ωστόσο η Άγκυρα ευρισκόμενη στην δίνη μιας οικονομικής κρίσης που συνδέεται με την κατάρρευση του νομίσματός της και με υψηλό πληθωρισμό άνω του 60% τους τελευταίους δώδεκα μήνες, επιδιώκει την προσέγγιση με την σαουδαραβική μοναρχία.
Ο τούρκος πρόεδρος, ο οποίος πολλαπλασιάζει εδώ και μήνες τις πρωτοβουλίες συμφιλίωσης με περιφερειακές δυνάμεις –Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Αίγυπτος και Ισραήλ μεταξύ άλλων–, είχε ανακοινώσει στις αρχές Ιανουαρίου επικείμενη επίσκεψη στη Σαουδική Αραβία. Ωστόσο φαίνεται ότι ακόμη δεν έχει λάβει πρόσκληση.
Έκθεση των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών κατηγορεί τον Σαουδάραβα πρίγκιπα διάδοχο Μοχάμαντ Μπιν Σαλμάν ότι “επικύρωσε” την δολοφονία, η οποία εκτελέστηκε από ομάδα πρακτόρων που είχαν έρθει από την Σαουδική Αραβία.
Αφού αρνήθηκε τον φόνο, το Ριάντ κατέληξε λέγοντας ότι διαπράχθηκε από Σαουδάραβες πράκτορες που έδρασαν μόνοι τους.
Έπειτα από μια αδιαφανή δίκη στην Σαουδική Αραβία, 5 Σαουδάραβες καταδικάστηκαν σε θάνατο και 3 σε ποινές φυλάκισης –οι θανατικές ποινές έχουν έκτοτε μετατραπεί.