Το Ιράν δήλωσε σήμερα ότι θα δεχόταν ευνοϊκά μια επιστροφή των ΗΠΑ στους κόλπους της συμφωνίας για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα από το οποίο η Ουάσινγκτον αποχώρησε μονομερώς το 2018, αλλά θα χρειαστεί γι αυτό “εγγυήσεις”, προκειμένου να εμποδίσει μια νέα αποχώρηση.
Θεωρώντας ανεπαρκή τη συμφωνία που υπογράφηκε στη Βιέννη το 2015, στόχος της οποίας είναι ο περιορισμός του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος σε αντάλλαγμα για μια άρση των διεθνών κυρώσεων κατά του Ιράν, ο Ντόναλντ Τραμπ απέσυρε τη χώρα του από τη συμφωνία τον Μάιο του 2018, επαναφέροντας και σκληραίνοντας στη συνέχεια τις κυρώσεις κατά της Τεχεράνης.
“Δεν έχει σημασία για εμάς ποιος Αμερικανός πρόεδρος θα αποφασίσει να επιστρέψει στους κόλπους της συμφωνίας. Θα επικροτήσουμε αυτή την απόφαση από οποιονδήποτε πρόεδρο”, δήλωσε ο εκπρόσωπος της ιρανικής κυβέρνησης Αλί Ραμπιί, μια εβδομάδα πριν από τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, στις οποίες αναμετρώνται ο Ρεπουμπλικανός Ντόναλντ Τραμπ και ο Δημοκρατικός Τζο Μπάιντεν.
Ωστόσο, η Ουάσινγκτον “θα πρέπει να είναι έτοιμη να θεωρηθεί υπεύθυνη της ζημίας που προκάλεσε στον ιρανικό λαό κατά τη διάρκεια της αποχώρησης” των ΗΠΑ και να “παράσχει εγγυήσεις ώστε να αποτραπεί μια επανάληψη τέτοιους είδους παραβάσεων του δικαίου”, πρόσθεσε.
Η επαναφορά των κυρώσεων βύθισε την Ισλαμική Δημοκρατία σε βαθιά ύφεση.
Το Ιράν και οι ΗΠΑ, ορκισμένοι εχθροί, είναι στα μαχαίρια μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία. ‘Εκτοτε, οι δύο χώρες βρέθηκαν δύο φορές στο χείλος μιας άμεσης στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Ένα χρόνο μετά την αμερικανική αποχώρηση, η Τεχεράνη άρχισε να αποσύρεται από τις περισσότερες δεσμεύσεις που είχε αναλάβει για να περιορίσει το πυρηνικό της πρόγραμμα. Το Ιράν επαναλαμβάνει ωστόσο τακτικά ότι δεν θέλει να αποκτήσει ατομική βόμβα.
Ο Τζον Μπάιντεν, φαβορί στις δημοσκοπήσεις, ήταν αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα όταν η διεθνής συμφωνία για το ιρανικό πυρηνικό πρόγραμμα επιτεύχθηκε το 2015 στη Βιέννη. Η προτίμησή του για μια διπλωματική λύση και η υποστήριξή του στη συμφωνία βρίσκεται σε οξεία αντίθεση με την εκστρατεία της ‘μέγιστης πίεσης’ κατά του Ιράν που ασκεί ο Ντόναλντ Τραμπ μετά την άνοδό του στον Λευκό Οίκο.
Η κυβέρνηση Τραμπ κατηγόρησε το Ιράν και τη Ρωσία για ανάμιξη στις αμερικανικές εκλογές, κάτι που αρνούνται οι δύο χώρες. Το Ιράν έχει επαναλάβει πολλές φορές ότι δεν έχει προτίμηση ως προς το αποτέλεσμα των εκλογών.