Ο έρωτας με έναν νεαρό που την εκμεταλλεύθηκε, την έκανε πόρνη, την ανάγκασε να δουλεύει σε οίκους ανοχής ή ακόμη και στο δρόμο, τη χτυπούσε, την ανάγκασε να αποβάλει όταν στα 14 έμεινε έγκυος, την πούλησε σε άλλον νταβατζή. Αναγκάστηκε να κάνει σεξ με 50 άνδρες καθημερινά, μια φορά με 110 σε 22 ώρες, να κολλήσει σύφιλη και να κάνει απόπειρα αυτοκτονίας για να σωθεί τελικά.
Στα 25 της χρόνια περιμένει το πρώτο της παιδί. Όσα έζησε όμως τα κατέγραψε στο βιβλίο Bought & Sold. Το Μέγκαν Στέφενς δεν είναι φυσικά το πραγματικό της όνομα. Κανείς δεν έχει δει το πρόσωπό της, κανείς δεν ξέρει που μένει, αφού κρύβεται από τους ανθρώπους που την έκαναν σκλάβα του σεξ, φοβούμενη μήπως τη βρουν και πειράξουν την οικογένειά της.
Όταν ήταν 14 ετών, το κορίτσι από τη Βρετανία ήρθε διακοπές στην Ελλάδα με τη μητέρα της. Τώρα, χρόνια μετά, αναγνωρίζει πως τα προβλήματά της είχαν ξεκινήσει πολύ πριν το ταξίδι στην Ελλάδα. Οι γονείς της χώρισαν όταν ήταν τεσσάρων ετών. Και οι δυο είχαν προβλήματα με το ποτό. Αναγνωρίζει όμως πως η μητέρα της ήταν ένας υπέροχος γονιός, όταν δεν έπινε.
Η Μέγκαν βρέθηκε σε μια παραλιακή πόλη της Ελλάδας για διακοπές με τη μητέρα της. Γνώρισε έναν Αλβανό που τον έλεγαν Τζακ σε ένα μπαρ. Αναγνωρίζει πως ήταν «απεγνωσμένη για αγάπη» και η συνεπήρε το γεγονός πως ο 22χρονος της έδωσε σημασία. Τα μάτια του, θυμάται, ήταν ψυχρά. Η μητέρα της, αν και δεν τον συμπαθούσε ιδιαίτερα, άφηνε την κόρη της να περνά όλη τη μέρα μαζί του. Ήταν άλλωστε κι εκείνη ερωτευμένη, με έναν ιδιοκτήτη μπαρ που τον έλεγαν Νίκο.
Όταν έφτασε η στιγμή της επιστροφής, η Μέγκαν έπεισε τη μητέρα της να την αφήσει στην Ελλάδα για να ζήσει τον έρωτά της και να γυρίσει εκείνη στη Βρετανία με τον εραστή της. Ο Τζακ άρχισε να της λέει πως την αγαπάει και πως η μητέρα του έπασχε από καρκίνο του θυρεοειδή και δεν μπορούσε να πληρώσει για τη θεραπεία της.
Την πήρε να ζήσουν σε ένα διαμέρισμα στην Αθήνα. Μετά, την έπεισε να πιάσει δουλειά σε μπαρ και να χορεύει γυμνόστηθη. Της υποσχέθηκε πως θα ήταν μόνο για λίγο, μέχρι να μαζέψει τα λεφτά για να πληρώσει την εγχείρηση της μητέρας του. Αν και μισούσε αυτό που έκανε, ένιωθε, λέει, λίγο σαν ηρωίδα που βοηθούσε τον αγαπημένο της να σώσει τη μητέρα του.
Κάποια μέρα, την πήγε σε ένα εστιατόριο και τη σύστησε σε έναν άνδρα που τον έλεγαν Λίο. «Αυτός είναι το νέο σου αφεντικό» της είπε. Ο Λιο έδωσε ένα μάτσο λεφτά στον Τζακ. «Ξέρεις τι θα κάνεις, δεν ξέρεις; Και είσαι ευχαριστημένη μ’ αυτό;» της είπε στα αγγλικά ο Λίο. Εκείνη γύρισε και κοίταξε τον αγαπημένο της και εκείνης της είπε: «σ’ αγαπάω. Όλα είναι εντάξει».
Στη συνέχεια, ο Τζακ την πήγε σε ένα κτίριο με γραφεία και της είπε να ανέβει στον τελευταίο όροφο. Βρέθηκε σε ένα δικηγορικό γραφείο. Ο δικηγόρος κλείδωσε την πόρτα και την έσπρωξε σε ένα δωμάτιο χωρίς παράθυρα. Μέσα υπήρχε ένα κρεββάτι και μια κάμερα πάνω σε τρίποδο. «Φοβήθηκα πως θα με δολοφονούσε» λέει. Το μυαλό της άδειασε από το φόβο και δεν κατάφερε να αντιδράσει όταν ο άνδρας την έπιασε από πίσω, της έσκισε τα ρούχα και τη βίασε. Δεν τη βίασε μόνο μια φορά. Και όταν τελείωσε, της πέταξε 50 ευρώ.
Περίμενε πως ο Τζακ θα πάθανε σοκ όταν θα του έλεγε πως βιάστηκε. Αλλά εκείνος της ζήτησε συγγνώμη και υποσχέθηκε πως δεν θα πέρναγε πολύς καιρός μέχρι να μαζέψουν λεφτά για να πάρουν αυτοκίνητο, να φτιάξουν οικογένεια και να πάρουν ένα σπίτι. Άρχισε να της λέει για τα λεφτά που θα μπορούσε να βγάλει. Και τότε άρχισε να καταλαβαίνει. Ήθελε απελπισμένα να μιλήσει στη μητέρα της αλλά ο Τζακ δεν της το επέτρεπε. Την πήρε σε ένα απόμερο μέρος με τη μηχανή του και όταν εκείνη του είπε πως δεν μπορούσε να κάνει ό,τι της ζητούσε, την έπιασε από τα μαλλιά, την έριξε στο έδαφος και άρχισε να τη χτυπά. Και αφού τη χτύπησε ακόμη και με πέτρα, την εγκατέλειψε εκεί για ώρες, στην ερημιά.
Από εκείνη την ημέρα, η συμπεριφορά του άλλαξε. Και εκείνη φοβόταν συνεχώς πως θα δεχόταν ξανά επίθεση. Δυο μέρες μετά τον βιασμό της από τον δικηγόρο, άρχισε να δουλεύει σαν συνοδός. Πήγαινε από το ένα ξενοδοχείο στο άλλο, κάνοντας σεξ με 8 -10 άνδρες την ημέρα. Η σχέση της με τον Τζακ είχε γίνει «φυλακή». Τη χτυπούσε καθημερινά, την τραβούσε από τα μαλλιά και όταν του αποκάλυψε πως ήταν έγκυος, σε ηλικία 14 ετών, την κλώτσησε στο στομάχι για να αποβάλει.
Μετά από έξι μήνες στην Αθήνα, την πήρε και την πήγε στην Ιταλία. Την άφησε εκεί με έναν άνδρα που τον έλεγαν Ελεκ, στον οποίο έπρεπε να δίνει τα μισά από τα λεφτά που έβγαζε και τα άλλα μισά έπρεπε στο τέλος κάθε εβδομάδας να τα στέλνει στον Τζακ που είχε φύγει στην πατρίδα του. Ο Ελεκ την πήγε να δουλέψει σε έναν οίκο ανοχής, όπου οι άνδρες πλήρωναν 20 ευρώ για πέντε λεπτά μαζί της. Το πρώτο βράδυ έκανε σεξ με τουλάχιστον 50 άνδρες. Οι μέρες έγιναν μήνες, η Μέγκαν πήγαινε από τον έναν οίκο ανοχής στον άλλο και έκανε σεξ με 50 άνδρες, κατά μέσο όρο, κάθε βράδυ. Σε μια περίπτωση αναγκάστηκε να πάει με 110 άνδρες σε διάστημα 22 ωρών. Αναγκάστηκε να κάνει σεξ χωρίς προφυλακτικό για περισσότερα λεφτά με αποτέλεσμα να κολλήσει σύφιλη.
Ο Ελεκ πούλησε τη Μέγκαν σε έναν άλλο νταβατζή, τον Κριστοφ και η νεαρή Βρετανίδα συνέχισε να δουλεύει ως πόρνη σε οίκους ανοχής και ως συνοδός. Οι άνδρες που την εκμεταλλεύονταν την ανάγκαζαν να στέλνει χαμογελαστές φωτογραφίες στη μητέρα της και να της λέει πως δούλευε σε καφετέρια.
Σε ηλικία 20 ετών δεν άντεξε άλλο. Έκανε απόπειρα αυτοκτονίας. Ήταν η πράξη που ουσιαστικά, όσο ειρωνικό κι αν ακούγεται αυτό, της έσωσε τη ζωή. Έμεινε τρεις μήνες στο νοσοκομείο και οι νοσηλευτές κατάφεραν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη της. Και όχι μόνο αυτό, κατάφεραν να επικοινωνήσουν με τη μητέρα της, να της αποκαλύψουν την αλήθεια και η Μέγκαν και καταφέρει να ξεφύγει από τον εφιάλτη.
Πηγή: Daily Mail