Οι δρόμοι του Μπουνιόλ, στην ανατολική Ισπανία, βάφτηκαν κόκκινοι σήμερα Τετάρτη (28.8.24), καθώς χιλιάδες κάτοικοι και επισκέπτες επιδόθηκαν σε ντοματοπόλεμο, εκτοξεύοντας υπερώριμες ντομάτες στο παραδοσιακό φεστιβάλ «Τοματίνα».
Σχεδόν 22.000 άνθρωποι, ντυμένοι στα λευκά, συμμετείχαν στο φεστιβάλ ντομάτας στην Ισπανία, τη φρενίτιδα που πιάνει την πόλη κάθε χρόνο, την τελευταία εβδομάδα του Αυγούστου.
Επτά φορτηγά μοίρασαν 150 τόνους ντομάτες στους «μαχητές», πολλοί εκ των οποίων πήγαν στην περιοχή αυτή, κοντά στη Βαλένθια, ειδικά για το φεστιβάλ. Οι ξένοι πληρώνουν 15 ευρώ για να συμμετάσχουν στο φεστιβάλ, ενώ για τους ντόπιους είναι δωρεάν.
«Αγαπάμε τις ντομάτες! Για αυτό αποφασίσαμε να έρθουμε εδώ και περάσαμε υπέροχα», είπε η Τέιλορ, από την Αυστραλία, σημειώνοντας ότι η ίδια και οι φίλοι της τώρα «θα μαγειρέψουν σπαγγέτι για να συνοδεύσουν τη σάλτσα».
Η έναρξη της «μάχης» δόθηκε από τα πυροτεχνήματα που άναψαν όταν ένας από τους συμμετέχοντες κατάφερε να ανέβει σε έναν γλιστερό στύλο (αλειμμένο με σαπούνι) και να αρπάξει ένα ζαμπόν που κρεμόταν από την κορυφή.
Ο Σενάμ, από την Κένυα, είπε ότι είναι μια «πανέμορφη, δημιουργική, ευφάνταστη» γιορτή.
Αφού τελείωσαν τα… πυρομαχικά, τα συνεργεία καθαρισμού, εξοπλισμένα με μάνικες νερού, καθάρισαν τους δρόμους από τον πολτό της ντομάτας.
Οι συγκεκριμένες ντομάτες καλλιεργούνται ειδικά για το φεστιβάλ και είναι τόσο ώριμες που δεν θεωρούνται κατάλληλες για κατανάλωση.
Σύμφωνα με την επίσημη ιστοσελίδα του φεστιβάλ Τοματίνα, η γιορτή έχει τις ρίζες της σε έναν καυγά που ξέσπασε το 1945. Μια ομάδα εφήβων, που προσπαθούσαν να δουν από κοντά μια παρέλαση, έριξε κάτω έναν από τους συμμετέχοντες. Τότε πολλοί παριστάμενοι άρπαξαν ντομάτες από έναν κοντινό πάγκο και τις χρησιμοποίησαν ως αυτοσχέδια πυρομαχικά, μέχρι που παρενέβη η αστυνομία για να αποκαταστήσει την τάξη.
Την επόμενη χρονιά νέοι του χωριού έκαναν «αναπαράσταση» της μάχης και μάλιστα κάποιοι από αυτούς έφεραν τις δικές τους ντομάτες. Τη δεκαετία του 1950, υπό τον δικτάτορα Φρανθίσκο Φράνκο, η εκδήλωση απαγορεύτηκε για μερικά χρόνια αλλά ξανάρχισε το 1959, αφού τέθηκαν ορισμένοι κανόνες.