Με την πρώτη σύγκρουση ξεκινά το έργο της η νέα κυβέρνηση συνασπισμού Σοσιαλιστών (PSOE)/ Podemos στην Ισπανία, εξαιτίας της αντίδρασης του δικαστικού σώματος για τον διορισμό της μέχρι πρότινος υπουργού Δικαιοσύνης Ντολόρες Ντελγάδο, ως γενικής εισαγγελέως του κράτους.
Στη σχετική ψηφοφορία στο Γενικό Συμβούλιο για την Δικαστική Εξουσία για την εκλογή της Ντελγάδο εκφράσθηκε η διαίρεση του δικαστικού σώματος κι επαναδιατυπώθηκαν οι αντιρρήσεις των δικαστών. Η αποδοχή της με ψήφους 12 έναντι 7 δεν αίρει το γεγονός ότι οι δικαστές στη μεγάλη πλειοψηφία τους αμφισβητούν την απόφαση της κυβέρνησης.
Ενδεικτικό είναι πως στο κείμενο της απόφασης, που δημοσιεύθηκε χθες στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, ο πρόεδρος του Γενικού Συμβουλίου Κάρλος Λέσμες απάλειψε τη λέξη «ιδανική» που χαρακτήριζε την επιλογή της Ντελγάδο ως επικεφαλής του σώματος των εισαγγελέων.
Οι δικαστές από την αρχή είχαν εκφράσει τις αντιρρήσεις τους, για το γεγονός ότι μία πολιτική προϊστάμενος καλείται να καλύψει μία τέτοια θέση, κατά παράβαση της δικαστικής ιεραρχίας. Της επιλογής της Ντελγάδο είχε υπεραμυνθεί ο ηγέτης των Podemos, Πάμπλο Ιγκλέσιας, ξεκινώντας μία πολεμική με τους δικαστές που καταδίκασαν την παρέμβασή του σε εσωτερικά ζητήματα της δικαιοσύνης. Τον Ιγκλέσιας και το δικαίωμά του για εκφορά άποψης και κριτικής στήριξε η κυβέρνηση, διευρύνοντας το χάσμα με μεγάλο τμήμα της ισπανικής δικαιοσύνης.
Ιδιαίτερα θορυβημένοι είναι οι δικαστές για την ανεξαρτησία που θα χαίρουν οι αποφάσεις της Ντελγάδο, έτσι όπως απορρέουν από τον θεσμικό της ρόλο. Ιδίως, επιφυλακτικοί είναι οι δικαστές για τις προθέσεις της ως προς το ζήτημα της Καταλονίας κι εάν θα λάβει αποφάσεις που παρακάμπτουν το Ανώτατο Δικαστήριο.
Η Ντελγάδο, που έχει θητεύσει ως εισαγγελέας αρμόδια για τη δράση των τζιχαντιστών και από το πέρασμά της στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο είχε επεξεργασθεί το ένταλμα σύλληψης κατά του ηγέτη της Λιβύης Μουάμαρ Καντάφι για εγκλήματα πολέμου, είχε ασχοληθεί ένθερμα στη διάρκεια της θητείας της στο υπουργείο με το θέμα της Ιστορικής Εθνικής Μνήμης και της αποκατάστασης και δικαίωσης των θυμάτων του Φρανκισμού.
Μικρότερες αντιρρήσεις είχαν οι δικαστές και για τον διορισμό του Χουάν Κάρλος Κάμπος στη θέση του υπουργού Δικαιοσύνης, έναν προοδευτικό δικαστή, με ακέραιες και δυναμικές αποφάσεις και ισχυρό πολιτικό προφίλ.
Ο πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ είναι αδύνατον να μη γνώριζε εκ των προτέρων ότι ο διορισμός των δύο αυτών προσώπων, ιδίως δε της Ντελγάδο, θα προκαλούσε αναστάτωση. Ενδεχομένως όμως θέλησε να ταράξει τα νερά της Δικαιοσύνης και να δημιουργήσει ένα de facto κλίμα ανάγκης ανανέωσης, καθώς έχει συναίσθηση πως η κυβέρνηση μειοψηφίας της οποίας ηγείται δεν έχει τη δυνατότητα να προωθήσει τις αλλαγές και τους διορισμούς στο δικαστικό σώμα χωρίς την κοινοβουλευτική συνδρομή και του αντιπολιτευόμενου συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος (ΡΡ).
Ο ηγέτης του ΡΡ Πάμπλο Κασάδο έχει καταστήσει σαφές πως δεν πρόκειται να ψηφίσει μαζί με την κυβέρνηση την ανανέωση των ανώτατων δικαστικών οργάνων του κράτους, η οποία χρειάζεται διευρυμένη πλειοψηφία δύο τρίτων σε Βουλή και Γερουσία για να περάσει. Πολλοί υποστηρίζουν πως με τη στάση της απέναντι στο δικαστικό σώμα, η κυβέρνηση επιδιώκει να πείσει τους συντηρητικούς να μετακινηθούν στις απόψεις τους, υπενθυμίζοντας πως τις προηγούμενες φορές που ανανεώθηκαν τα ανώτατα δικαστικά όργανα ήταν επί κυβερνήσεων ΡΡ με τη συνδρομή του PSOE ως αντιπολίτευση.