Όλα αυτά έγιναν σε δείπνο που διοργάνωσε η εφημερίδα Handelsblatt με 600 προσκεκλημένους. Όπως γράφει η Deutche Welle, «Ο Βόλφανγκ Σόιμπλε, 73 χρονών, διανύει την τελευταία περίοδο στο υπουργείο των Οικονομικών, δεδομένου ότι λόγω ηλικίας δεν διαφαίνεται μέχρι τώρα πρόθεση να ξανακατέβει υποψήφιος στις βουλευτικές εκλογές του 2017. Όσοι παρακολουθούν τα δρώμενα στο Βερολίνο, δεν μπορούν να φανταστούν πως μπορεί να υπάρχει γερμανική πολιτική χωρίς τον Σόιμπλε, αλλά και το αντίθετο, πως θα μπορούσε ο Σόιμπλε, αυτός ο παθιασμένος πολιτικός, που έχει θητεύσει σε πολλά υπουργεία και έχει καθίσει στη βουλευτική έδρα περισσότερο από όλους τους άλλους συναδέλφους του, να αποχωριστεί την εξουσία».
Η απάντηση στο ερώτημα αν σκέφτεται να αποχωρήσει είναι τρομακτική (κυρίως για τους Έλληνες): Όταν τον ρώτησαν εάν έχει βλέψεις για το αξίωμα του Πρόεδρου της Γερμανικής Δημοκρατίας είπε: «Ο Κόνραντ Αντενάουερ έγινε καγκελάριος στα 73 του», απάντησε και παγώσαμε….
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Για την Ελλάδα είπε: «Σε ένα πιθάρι χωρίς πάτο δεν πρέπει να ρίχνει κανείς καθαρό κρασί».
Και όταν του ζήτησαν να γυρίσει πίσω στις τραγικές ημέρες πριν ένα χρόνο, όταν ήθελε να πετάξει έξω την Ελλάδα από την ευρωζώνη είπε ότι η Μέρκελ τότε είχε πάρει διαφορετική απόφαση. «Δεν είναι μυστικό ότι υπήρχε διαφωνία απόψεων, αλλά η απόφαση ελήφθη και την αποδέχθηκα. Τώρα ο Αλέξης Τσίπρας πρέπει να κάνει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις».
Όμως ο Σόιμπλε είχε και καλά νέα από την Ελλάδα. «Οι αριθμοί από την αγορά εργασίας έχουν καλυτερεύσει, η οικονομία αναπτύσσεται και το χρέος μειώνεται». Στο δείπνο κάλεσε τους παριστάμενους να βοηθήσουν την Ελλάδα, «αλλά όχι άνευ όρων και με κάθε μορφή». Οι ήπιοι τόνοι που υιοθέτησε πρέπει να ικανοποίησαν τον Έλληνα πρέσβη, που ήταν κι αυτός ανάμεσα στους προσκεκλημένους, όπως κατέγραψαν συνδαιτυμόνες του. Οι ήπιοι τόνοι εξανεμίστηκαν όμως όταν αναφέρθηκε στο κούρεμα χρέους, που απέκλεισε στον αιώνα τον άπαντα. Σε απώτερο χρονικό διάστημα τοποθέτησε και την έναρξη της συζήτησης για την ελάφρυνση του χρέους. «Τώρα δεν υπάρχει ανάγκη».
πηγη: Deutche Welle