Σε προληπτική χημειοθεραπεία υποβάλλεται η Κέιτ Μίντλετον. Η πριγκίπισσα της Ουαλίας σόκαρε την παγκόσμια κοινότητα, ανακοινώνοντας η ίδια ότι διαγνώστηκε με καρκίνο μετά την εγχείρηση που έκανε στην κοιλιά τον περασμένο Ιανουάριο.
Όπως εξήγησε η ίδια η Κέιτ Μίντλετον, όταν είχε χειρουργηθεί, όλοι νόμιζαν ότι η κατάστασή της είναι μη-καρκινική, αλλά, οι εξετάσεις που ακολούθησαν, όμως, κατέδειξαν την παρουσία καρκίνου και κρίθηκε επιβεβλημένο να κάνει περαιτέρω θεραπεία.
Όπως εξηγεί ο Dr. Lawrence Young, καθηγητής Μοριακής Ογκολογίας στο Πανεπιστήμιο του Warwick, η προληπτική χημειοθεραπεία λέγεται και επικουρική θεραπεία. Χορηγείται συμπληρωματικά μετά την χειρουργική εκτομή (αφαίρεση) ενός όγκου για να εξουδετερώσει τυχόν εναπομείναντα καρκινικά κύτταρα. Αυτό γίνεται για να μειωθούν οι πιθανότητες υποτροπές και μετάστασης του καρκίνου.
«Ακόμα και μετά την επιτυχή αφαίρεση του ορατού όγκου, μπορεί να απομείνουν στο σώμα μικροσκοπικά καρκινικά κύτταρα», είπε ο καθηγητής. «Τα κύτταρα αυτά δεν μπορούν να ανιχνευθούν με τις υπάρχουσες εξετάσεις, αλλά μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα».
Δεν χρειάζονται, όμως, όλοι οι ασθενείς προληπτική θεραπεία. «Χορηγείται όταν ο κίνδυνος υποτροπής είναι υψηλός», δήλωσε ο παγκοσμίου φήμης ογκολόγος Dr. Karol Sikora, ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μπάκινγχαμ.
«Αν και δυσάρεστη, η χημειοθεραπεία παρέχει πολλά οφέλη», τόνισε. «Οι γιατροί μπορούν πλέον να προβλέπουν ποια είναι η κατάλληλη θεραπεία για κάθε ασθενή. Επιπλέον, η χορήγησή της γίνεται με πολύ καλύτερο τρόπο απ’ ό,τι παλαιότερα και η πριγκίπισσα θα έχει την καλύτερη δυνατή φροντίδα».
Μπορεί να υπάρχει διαφυγή
Η χειρουργική εκτομή ενός όγκου αποτελεί την πρώτη γραμμή αντιμετώπισης των πρώιμων καρκίνων των συμπαγών οργάνων, ανέφερε ο Dr. Mangesh Thorat, αναπληρωτής διευθυντής της Μονάδας Μελετών Πρόληψης του Καρκίνου στο King’s College (KCL) του Λονδίνου.
Μερικές φορές, όμως, «καρκινικά κύτταρα διαφεύγουν από το όργανο όπου αναπτύχθηκαν και εγκαθίστανται σε άλλα σημεία του σώματος, όπως στον πνεύμονα ή το ήπαρ», είπε.
Οι υπάρχουσες εξετάσεις «αδυνατούν να ανιχνεύσουν αυτού του είδους τις μικροσκοπικές καρκινικές εστίες», πρόσθεσε. «Για να αυξηθούν οι πιθανότητες ίασης, χορηγείται επικουρική θεραπεία, όπως η χημειοθεραπεία».
Για τον σκοπό αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθούν διάφορα φάρμακα, αναλόγως με τον τύπο του καρκίνου. Το κοινό χαρακτηριστικό των χημειοθεραπευτικών φαρμάκων είναι ότι δρουν στα κύτταρα που διαιρούνται (πολλαπλασιάζονται) ταχέως, όπως είναι τα καρκινικά.
«Σαν να κάνεις απολύμανση»
Ο Dr. Andew Beggs, καθηγητής Γενετικής του Καρκίνου & Χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, περιγράφει την προληπτική χημειοθεραπεία σαν να κάνει κάποιος απολύμανση.
«Είναι σαν να καθαρίζει κάποιος το πάτωμα με χλωρίνη, όταν χύνεται κάτι σε αυτό», είπε. «Έτσι σκοτώνει η χημειοθεραπεία τυχόν κύτταρα που έχουν διαχυθεί στο σώμα».
Η αποτελεσματικότητα της θεραπείας αυτής δεν επηρεάζεται από την ηλικία των ασθενών, πρόσθεσε. Ωστόσο «οι νέοι άνθρωποι αντέχουν καλύτερα τις υψηλότερες δόσεις των φαρμάκων». Επομένως μπορούν να λάβουν τους ισχυρότερους συνδυασμούς που «έχουν περισσότερες πιθανότητες να σκοτώσουν τα εναπομείναντα καρκινικά κύτταρα».
Πόσο διαρκεί
Η χημειοθεραπεία γενικώς χορηγείται για χρονικό διάστημα 3 έως 12 μηνών, πρόσθεσε ο Dr. Beggs. Η ακριβής διάρκεια εξαρτάται από τον τύπο του καρκίνου. Αντίστοιχα, η διάρκεια της επικουρικής χημειοθεραπείας εξαρτάται από τον τύπο και το στάδιο του καρκίνου. Η Κέιτ Μίντλετον, όμως, δεν υπεισήλθε σε λεπτομέρειες.
«Η περαιτέρω θεραπεία μετά την αφαίρεση του καρκίνου εξαρτάται από τα χαρακτηριστικά του, όπως αυτά καθορίζονται από τις βιοψίες», είπε ο Dr. Lawrence.
Μολονότι δεν είναι γνωστό το στάδιο του καρκίνου της πριγκίπισσας, οι καρκίνοι που εντοπίζονται στη διάρκεια επεμβάσεων για άλλες παθήσεις, συχνά είναι σε πρώιμο στάδιο. Αυτοί ακριβώς οι πρώιμοι καρκίνοι είναι εκείνοι στους οποίους είναι πιο αποδοτική η χημειοθεραπεία, πρόσθεσε.
Όσον αφορά τις δυνητικές παρενέργειες, αυτές θα εξαρτηθούν από τον τύπο των φαρμάκων που θα χορηγηθούν. Συνήθως συμπεριλαμβάνουν κόπωση, ναυτία, αυξημένο κίνδυνο λοιμώξεων και ανορεξία, κατέληξε ο Dr. Lawrence.
πηγή: Iatropedia.gr