Σοκ έχει προκαλέσει στη Φλόριντα η αθώωση μιας γυναίκας που κατηγορούνταν για τον φόνο της δίχρονης κόρης της.
Περισσότερο κι από την υπόθεση Στρος-Καν, η δίκη που απασχόλησε και όξυνε τα πάθη στις Ηνωμένες Πολιτείες στις αρχές αυτού του μήνα είναι εκείνη μιας νεαρής γυναίκας, της 25χρονης Κέισι Άντονι, που κατηγορείται για το φόνο της δίχρονης κόρης της Κέιλι. Αν το παιδί λεγόταν Τατιάνα, Έϊτζα, Μπρίτανι ή Ν’Κία, όπως λέγονταν οι τέσσερις αδελφές που σκοτώθηκαν το 2008 από τη μητέρα τους σε μια μαύρη συνοικία της Ουάσινγκτον, κανείς δεν θα είχε ακούσει γι’ αυτή την υπόθεση.
Όμως το έγκλημα — αν υπήρξε έγκλημα — διαπράχθηκε σε μια περιοχή της Φλόριντα, το Ορλάντο, και σε μια οικογένεια της μεσαίας τάξης. Και οι τηλεοράσεις πήραν φωτιά, χωρίς κανείς να ξέρει τον ακριβή λόγο. Επειδή δολοφονήθηκε ένα παιδί; Επειδή υπάρχουν τόσα αινίγματα γύρω από την υπόθεση; Επειδή κάνει ζέστη;
Το βέβαιο είναι, όπως γράφει η Μοντ, ότι τέτοια «δικομανία» είχε να κυριεύσει τις Ηνωμένες Πολιτείες από την υπόθεση Ο.Τζ. Σίμσον, το 1995.
Σε μια χώρα που τρέφει μια τέτοια λατρεία για τα δικαστήρια, όπως δείχνει και η λαϊκή κουλτούρα — από τους «Δώδεκα ενόρκους» του Σίντνεϊ Λιούμετ μέχρι την «Ανατομία ενός εγκλήματος» του Ότο Πρέμινγκερ — η υπόθεση μπήκε γρήγορα στα σπίτια. Οι χαρακτήρες, άλλωστε, είναι ιδανικοί. Η κατηγορούμενη, που δεν τελείωσε ποτέ το λύκειο και έμεινε έγκυος στα 19 της. Ο πατέρας της, ένας πρώην ντετέκτιβ που ειδικευόταν στους φόνους και απατούσε τη γυναίκα του. Η μητέρα της, που αποπειράθηκε να την καλύψει λέγοντας ότι το χλωροφόρμιο το έψαχνε η ίδια, και όχι η Κέισι.
Ο δικηγόρος με τα μεγάλα δόντια, πρώην πωλητής μαγιό μάρκας Bon Bon kini, που του είχε απαγορευτεί για πολλά χρόνια η άσκηση του επαγγέλματος επειδή έδειχνε απόλυτη ασέβεια για το δικαστικό σύστημα. Για να μην ξεχάσουμε και τους αστυνομικούς, που ειδοποιήθηκαν για μια περίεργη σακούλα σκουπιδιών τον Αύγουστο του 2008, και έκριναν σκόπιμο να πάνε να δουν τι είναι τον. . . Δεκέμβριο. Όταν βρέθηκε η σορός του κοριτσιού, ήταν πια πολύ αργά για να διαπιστωθούν τόσο τα αίτια όσο και η ημερομηνία του θανάτου του. Η υπεράσπιση μπορούσε έτσι άνετα να υποστηρίζει ότι η μικρή πνίγηκε στην πισίνα των παππούδων της.
Η Κέισι Άντονι αρνήθηκε να καταθέσει και ο δικαστής δεν την υποχρέωσε. Θα της ήταν δύσκολο να δικαιολογήσει πώς έζησε σαν να μη συνέβαινε τίποτα επί 31 ημέρες, χωρίς να δηλώσει την εξαφάνιση της κόρης της. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά τρελάθηκε στα πάρτι. . . Στον ώμο είχε ένα τατουάζ που έγραφε «Bella vita», σαν να είχε καταφέρει επιτέλους να αρχίσει να ζει μετά την εξαφάνιση της κόρης της (αυτή είναι η θέση του εισαγγελέα). Στη μητέρα της που ρωτούσε πού είναι η εγγονή της, απαντούσε ότι την πρόσεχε μια μπέιμπι-σίτερ ονόματι Ζάνι. Κι ότι η ίδια είχε βρει μια δουλειά στα στούντιο Universal. Όλα ήταν ψέματα.
Στη φυλακή, η Κέισι έγραψε διάφορες επιστολές σε μια συγκρατούμενή της. Ένα μίγμα αθωότητας και θρησκευτικών παραπομπών. Ο εισαγγελέας ζητά την καταδίκη της σε θάνατο, κι εκείνη παραπονιέται ότι έχει ακόμη στα πόδια της ίχνη βερνικιού για τα νύχια. Λέει ότι θα αλλάξει όνομα, αλλά πώς να χτενίζει άραγε τα μαλλιά της; Διαμαρτύρεται ότι δεν λειτουργεί καλά ο ορθογράφος στον υπολογιστή της. Παραδέχεται ότι της λείπουν οι «ελκυστικοί άνδρες». Όσο για την Κέιλι, γράφει ότι «ακόμη και στις πιο δύσκολες στιγμές μας, ο Θεός είναι μαζί μας κι εμείς αιωνίως μαζί Του».
Οι 44 ημέρες που κράτησε η δίκη έκλεισαν τους κατοίκους της Φλόριντα στα σπίτια τους (στην πολιτεία αυτή οι κάμερες επιτρέπονται στην αίθουσα του δικαστηρίου). Και η αθώωση της Κέισι προκάλεσε σοκ. Οι ένορκοι έκριναν ότι δεν υπήρχαν επαρκείς κατηγορίες για την ενοχή της. Η κατακραυγή ήταν τόσο μεγάλη, που ο δικαστής ανέβαλε την αποφυλάκιση της μητέρας και αρνήθηκε να δημοσιοποιήσει τα ονόματα των ενόρκων. Στο Facebook και το Twitter, χιλιάδες άνθρωποι καταριούνται τη «monster mom», επικαλούμενοι ως απόδειξη της ενοχής της ότι δύο ημέρες μετά την ετυμηγορία κτύπησε κεραυνός το δέντρο όπου βρέθηκε το λείψανο της Κέιλι. . .
Όσο για τους Ρεπουμπλικάνους, τα έβαλαν ως συνήθως με τον …Ομπάμα και την αντίθεσή του στα στρατοδικεία για τους κρατούμενους του Γκουαντάναμο. «Η υπόθεση αυτή», είπε ο γερουσιαστής Μιτς Μακόνελ, «έδειξε ότι είναι δύσκολο για τα πολιτικά δικαστήρια να εκδίδουν καταδικαστικές αποφάσεις».