Η πιθανότητα να βρεθεί ένα πολύ αποτελεσματικό εμβόλιο ή κάποια θεραπεία για την νόσο Covid-19, που προκαλεί ο νέος κορονοϊός μέσα στο επόμενο έτος είναι «απίστευτα μικρή», υποστήριξε σήμερα ο αρχίατρος της Αγγλίας και σύμβουλος της βρετανικής κυβέρνησης Κρις Γουίτι.
«Μακροπρόθεσμα, η έξοδος από (την κρίση) θα είναι ένα από αυτά τα δύο πράγματα, το ένα από τα οποία είναι ένα πολύ αποτελεσματικό εμβόλιο (…) και/ή πολύ αποτελεσματικά φάρμακα», είπε μιλώντας στους δημοσιογράφους. «Μέχρι να τα έχουμε αυτά –και η πιθανότητα να συμβεί αυτό κάποια στιγμή εντός του επόμενου ημερολογιακού έτους είναι απίστευτα μικρή και νομίζω ότι πρέπει να είμαστε ρεαλιστές– θα πρέπει να βασιζόμαστε σε άλλα κοινωνικά μέτρα», πρόσθεσε.
Ο κορονοϊός και οι… μαύρες προβλέψεις
Ο Γουίτι χαρακτήρισε επίσης «μη ρεαλιστικό» να περιμένει κανείς ότι θα αρθούν αιφνιδίως όλοι οι περιορισμοί, μολονότι κάποιοι υπουργοί της βρετανικής κυβέρνησης δηλώνουν ότι η επιδημία στο Ηνωμένο Βασίλειο έχει φτάσει στο αποκορύφωμά της. «Αν ο κόσμος ελπίζει ότι ξαφνικά θα βρεθούμε από το σημείο όπου είμαστε σήμερα, σε καραντίνα, ξαφνικά στο να έχουν τελειώσει όλα, αυτό είναι μια εντελώς μη ρεαλιστική προσδοκία. Θα πρέπει να υπομείνουμε πολλά πράγματα για πραγματικά μεγάλη χρονική περίοδο», σημείωσε.
Αναφερόμενος στις ελλείψεις προστατευτικού εξοπλισμού, ο Γουίτι είπε ότι «σε εθνικό επίπεδο» δεν υπάρχει πρόβλημα, ωστόσο παραδέχτηκε ότι ενδεχομένως να υπάρχουν κάποιες ελλείψεις σε τοπικό επίπεδο. Πρόσθεσε ότι δεν μπορεί να υποσχεθεί πως οι ελλείψεις αυτές θα καλυφθούν μέσα στις επόμενες δύο με τρεις ημέρες.
Κορονοϊός: Η βρετανικκή κυβέρνηση διαψεύδει ότι δεν διαθέτει νοσηλευτές για το ολοκαίνουριο νοσοκομείο Νάιτινγκεϊλ
Η βρετανική κυβέρνηση διέψευσε σήμερα ότι δεν διαθέτει νοσηλευτικό προσωπικό για το τεράστιο νοσοκομείο εκστρατείας που άνοιξε πρόσφατα στο Λονδίνο στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της πανδημίας, το οποίο ωστόσο χρησιμοποιείται ελάχιστα και μάλιστα, σύμφωνα με την εφημερίδα Guardian, έδιωξε ασθενείς.
Σύμφωνα με εσωτερικά υπομνήματα του εθνικού συστήματος υγείας (NHS), τα οποία επικαλείται η εφημερίδα, η προβλεπόμενη μεταφορά ασθενών στο νοσοκομείο Νάιτινγκεϊλ ματαιώθηκε «λόγω προβλημάτων με το προσωπικό». Το συγκεκριμένο νοσοκομείο μπορεί αν χρειαστεί να αναπτύξει έως και 4.000 κλίνες.
Το προσωπικό του νοσοκομείου, όπου έχουν νοσηλευτεί 41 ασθενείς αφότου τέθηκε σε λειτουργία, στις 3 Απριλίου, είπε στην εφημερίδα ότι δεν υπάρχουν αρκετοί ειδικευμένοι νοσηλευτές για να στελεχωθούν οι μονάδες εντατικής θεραπείας.
Click4more: Τσιόδρας: Με μάσκες θα βγούμε από τα σπίτια μας – Οδηγίες τις επόμενες δυο ημέρες
Οι πληροφορίες αυτές εγείρουν ανησυχίες ότι το νοσοκομείο, που κατασκευάστηκε μέσα σε λίγες ημέρες από τον στρατό και θεωρείται μια από τις σπάνιες επιτυχίες των αρχών στον αγώνα τους κατά της πανδημίας, θα αποδειχθεί άχρηστο, όπως και άλλα παρόμοια που οικοδομούνται σε άλλες περιοχές της Βρετανίας.
«Δεν υπάρχει έλλειψη νοσηλευτών και όλοι οι ασθενείς που χρειάζονται θεραπεία νοσηλεύονται σε νοσοκομεία του Λονδίνου», διαβεβαίωσε ένας εκπρόσωπος της Ντάουνινγκ Στριτ. Ο ίδιος εξήγησε ότι στην περίπτωση που τα νοσοκομεία της πρωτεύουσας γεμίσουν, θα σταλεί επιπλέον προσωπικό στο Νάιτινγκεϊλ ώστε να περιθάλψει εκεί τους ασθενείς.
«Πιστεύαμε ότι το Λονδίνο θα γινόταν σαν την Ιταλία και ότι σε αυτό το στάδιο θα είχαμε περισσότερους ασθενείς που θα χρειάζονταν εντατική θεραπεία τρίτου σταδίου», είπε ένα στέλεχος του NHS, που μίλησε ανώνυμα στην εφημερίδα. Εξήγησε ότι με βάση τις προβλέψεις ο αριθμός των ασθενών που θα νοσηλεύονταν στην εντατική θα διπλασιαζόταν κάθε τρεις ημέρες, όμως δεν έγινε κάτι τέτοιο, μολονότι η Βρετανία θρηνεί 18.000 νεκρούς μέχρι σήμερα.
Ο υπουργός Υγείας Ματ Χάνκοκ είπε νωρίτερα ότι το NHS διαθέτει αυτή τη στιγμή 10.000 κλίνες σε όλη τη χώρα, καλώντας τους Βρετανούς να μην διστάσουν να συμβουλευτούν τον γιατρό τους στην περίπτωση που έχουν προβλήματα υγείας, όπως αν υποψιάζονται ότι μπορεί να έχουν καρκίνο ή αν αντιμετωπίζουν κάποιο καρδιολογικό ζήτημα.
Το Νάιτινγκεϊλ, που κατασκευάστηκε μέσα σε λιγότερες από δέκα ημέρες, διαθέτει 500 κλίνες, όμως μπορεί να αναπτύξει έως και 4.000, δηλαδή όσες διαθέτουν δέκα κλασικά νοσοκομεία.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ.