«Δεν έχει υπάρξει εδώ και 80 χρόνια καμιά περίπτωση όπου μια χώρα να μεγαλώσει καταλαμβάνοντας στρατιωτικά το έδαφος μιας άλλης»
Όταν οι R.E.M. τραγουδούσαν το 1987 το «It’s the End of the World as We Know It» δεν φαντάζονταν πόσο επίκαιρο θα ήταν ακόμα και σήμερα καθώς η αναγνώριση της προσάρτησης της Κριμαίας από τη Ρωσία θα συνιστούσε ανατροπή των κανόνων που διέπουν τη διεθνή τάξη πραγμάτων, η ίδια η νομιμότητα της οποίας θα μπορούσε να αμφισβητηθεί.
Όλοι οι ειδικοί στο διεθνές δίκαιο συμφωνούν ότι μια αναγνώριση «de jure» (εκ του νόμου) θα αντέβαινε στις αρχές στις οποίες είναι θεμελιωμένη η διεθνής τάξη που καθιερώθηκε με τη δημιουργία των Ηνωμένων Εθνών.
Υπενθυμίζεται ότι οι αμερικανοί προωθούν την ένωση σε νομικό επίπεδο της Κριμαίας με τη Ρωσία. Ήδη η Ρωσία έχει προσαρτήσει από το 2014 την Κριμαία ενώ ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι, δεν συζητά ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Το διεθνές δίκαιο οικοδομήθηκε από το 1945 πάνω στην απαγόρευση των επιθετικών πολέμων και στην αυτοδιάθεση των λαών. Οι τροποποιήσεις συνόρων δεν μπορεί παρά μόνο να είναι αποτέλεσμα ελεύθερης συναίνεσης.
Χάρη σ’ αυτό, «δεν έχει υπάρξει εδώ και 80 χρόνια καμιά περίπτωση όπου μια χώρα να μεγαλώσει καταλαμβάνοντας στρατιωτικά το έδαφος μιας άλλης», διαπιστώνει ο Φίλιπς Ο’Μπράιεν, καθηγητής στο σκωτσέζικο πανεπιστήμιο Σεντ Άντριους.
Επιστροφή του δικαίου της κατάκτησης
Το να υποχρεωθεί η Ουκρανία να αναγνωρίσει τη ρωσική κυριαρχία επί της Κριμαίας «θα σήμαινε την επιστροφή του δικαίου της κατάκτησης», θεωρεί ο Ελί Τένενμπαουμ του Γαλλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων (IFRI).
«Το μήνυμα που αυτό στέλνει είναι πως μπορεί να είναι αποδοτικό, τουλάχιστον για τις μεγάλες δυνάμεις, να παραβιάζουν αυτή την απαγόρευση της χρήσης ισχύος», συμπληρώνει ο Λάουρι Μέλκσο, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Τάρτου (Εσθονία).
Σύμφωνα με τον ίδιο, η αναγνώριση από την Ουάσινγκτον της ρωσικής κυριαρχίας επί της Κριμαίας θα αποτελούσε επίσης «μείζονα αλλαγή» για τις Ηνωμένες Πολιτείες, στις οποίες οφείλεται το 1932 το δόγμα που επιβάλλει την υποχρέωση της μη αναγνώρισης προσαρτήσεων που έχουν πραγματοποιηθεί δια της ισχύος.
Το 2018, στη διάρκεια της πρώτης θητείας του Ντόναλντ Τραμπ, οι ΗΠΑ είχαν «δεσμευθεί να διατηρήσουν» αυτή τη θέση της απόρριψης της ρωσικής προσάρτησης της Κριμαίας.
«Ένα τέτοιο προηγούμενο θα μπορούσε να έχει «εξαιρετικά αποσταθεροποιητικές, ακόμα και καταστροφικές συνέπειες για την παγκόσμια ειρήνη», θεωρεί ο Μίχελ Έπερλινγκ, καθηγητής στο Ινστιτούτο Μαξ-Πλανκ στη Φρανκφούρτη (Γερμανία).
«Αρκεί να κοιτάξει κανείς τα σύνορα που χαράχτηκαν με το χάρακα στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή και την επιμονή μεθοριακών διενέξεων στην Ευρώπη, όπου η Ουγγαρία αμφισβητεί μέχρι και σήμερα τα σύνορα που κληρονομήθηκαν από τη Συνθήκη του Τριανόν του 1920», επισημαίνει.
Για τον Λάουρι Μέλκσο, ο Ντόναλντ Τραμπ είχε ήδη μισανοίξει το κουτί της Πανδώρας αναγνωρίζοντας μια ισραηλινή κυριαρχία στο συριακό Γκολάν και αυτή του Μαρόκου επί της Δυτικής Σαχάρας.
Η παρόμοια γαλλική θέση, που υιοθετήθηκε πέρυσι γι’ αυτό το αμφισβητούμενο έδαφος της Αφρικής, είναι κι αυτή «εξαιρετικά επικίνδυνη», σύμφωνα με τον Μίχελ Έπερλινγκ.
«Κατ’ αρχήν, όλες οι συνθήκες που επιτυγχάνονται με καταναγκασμό είναι άκυρες», εξηγεί ο Λάουρι Μέλκσο. Όλα θα είναι συνεπώς ζήτημα ερμηνείας.
Η Ουκρανία θα μπορούσε «να χρησιμοποιήσει αυτό το επιχείρημα για να επικαλεσθεί την ακυρότητα οποιασδήποτε συμφωνίας θα μπορούσε να οδηγηθεί να συνάψει», εκτιμά ο Μίχελ Έπερλινγκ.
Αλλαγή Συντάγματος
Αν το Κίεβο υπογράψει με τη Μόσχα, θα χρειαστεί αναθεώρηση του Συντάγματός του, καθώς και να επικυρωθεί με δημοψήφισμα η παραχώρηση της Κριμαίας. Αν ο ουκρανικός λαός την εγκρίνει, θα εναπόκειται στη συνέχεια σε κάθε κράτος να εκτιμήσει αν υπήρξε καταναγκασμός για την αναγνώριση ή μη της ρωσικής κυριαρχίας στη χερσόνησο αυτή. Μολονότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μοιάζουν έτοιμες να κάνουν το βήμα, το μεγαλύτερο μέρος της διεθνούς κοινότητας δεν αναγνωρίζει τις ρωσικές προσαρτήσεις εδαφών.
«Στο παρελθόν, ορισμένες αθέμιτες εδαφικές προσαρτήσεις μπόρεσαν να γίνουν δεκτές και να επικυρωθούν μέσω ειρηνευτικών συνθηκών», παρατηρεί η Μαρί Λεμέ, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο της Δυτικής Βρετάνης. Στην πράξη, πολιτικές και οικονομικές εκτιμήσεις «οδηγούσαν πάντα στην αποδοχή της ισχύος συνθηκών που είχαν συναφθεί υπό καταναγκασμό», σύμφωνα με την ίδια.
Το Σεπτέμβριο 2022, η Ρωσία προσάρτησε άλλες τέσσερις ουκρανικές περιφέρειες, τις οποίες κατέχει εν μέρει: αυτές του Ντονέτσκ, του Λουγκάνσκ, της Χερσώνας και της Ζαπορίζια. Πρόκειται για μια «ντε φάκτο» προσάρτηση, την οποία το αμερικανικό σχέδιο ούτε αναγνωρίζει ως νόμιμη ούτε αμφισβητεί.
Όμως αποδεχόμενη να παραχωρήσει την Κριμαία, η Ουκρανία θα δημιουργούσε ένα προηγούμενο.
Για την Μαρί Λεμέ, «θα ήταν ένα καταστροφικό σήμα που θα στελνόταν στη Ρωσία, η οποία θα μπορούσε να επιδιώξει να επιτύχει την αναγνώριση της κατοχής της και επί άλλων ουκρανικών εδαφών, αλλά επίσης στα άλλα κράτη».
Η Κίνα, για παράδειγμα, έχει διεκδικήσεις επί ορισμένων ρωσικών εδαφών στη Σιβηρία.
Για τον Φίλιπς Ο’Μπράιεν, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: αν το Κίεβο απαρνηθεί την κυριαρχία του επί της Κριμαίας, «θα είναι η αρχή του τέλους στο σχέδιο της Μόσχας να τελειώνει με την Ουκρανία».