Το ψυχροπολεμικό κλίμα καλά κρατεί. Ενώ ο Τραμπ φαίνεται πως "ρίχνει"... πόρτα σε συνάντηση με τον Πούτιν στο Βιετνάμ, οι ΗΠΑ ζητούν από το (ελεγχόμενο από τη Μόσχα) Russia Today να καταγραφεί ως... "ξένος πράκτορας".
Το ανακοίνωσε το ίδιο το τηλεοπτικό δίκτυο RT πως οι αμερικανικές αρχές του ζητούν να καταγραφεί ως “ξένος πράκτορας” στη χώρα. Ο Russia Today ανακοίνωσε ότι θα προσφύγει στη Δικαιοσύνη κατά της απαίτησης της Ουάσινγκτον.
Τι υποστηρίζει το Russia Today
Σύμφωνα με το RT, το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης του έδωσε διορία ως τη Δευτέρα για να συμμορφωθεί με τον νόμο που αφορά την καταγραφή των ξένων πρακτόρων (FARA). Βάσει αυτού κάθε εταιρεία που εκπροσωπεί μια ξένη χώρα ή οργάνωση πρέπει να ενημερώνει τακτικά τις αμερικανικές αρχές για τις σχέσεις της με το εν λόγω κράτος ή τον οργανισμό. Σε διαφορετική περίπτωση κινδυνεύει με πάγωμα των λογαριασμών του.
Η διευθύντρια σύνταξης του RT Μαργκαρίτα Σιμόνιαν επέκρινε την απαίτηση αυτή της Ουάσινγκτον. Τη χαρακτήρισε την παράνομη, ενώ παράλληλα ανακοίνωσε ότι το τηλεοπτικό δίκτυο θα προσφύγει στη δικαιοσύνη.
“Η απαίτηση αυτή όχι μόνο αντίκειται στον νόμο, και θα το αποδείξουμε στο δικαστήριο, αλλά είναι και μεροληπτική. Είναι αντίθετη στις αρχές της δημοκρατίας και της ελευθερίας της έκφρασης”, τόνισε η Σιμόνιαν.
“Μας στερεί τον ελεύθερο ανταγωνισμό με άλλα διεθνή τηλεοπτικά δίκτυα που δεν είναι καταγεγραμμένα ως ξένοι πράκτορες”, εξήγησε η ίδια.
“Όργανο προπαγάνδας”
Η Ουάσινγκτον συχνά κατηγορεί το RT ότι είναι όργανο προπαγάνδας του Κρεμλίμου. Στις αρχές του έτους το RT είχε αναφερθεί σε έκθεση των υπηρεσιών Πληροφοριών των ΗΠΑ που αφορούσε τη φερόμενη εμπλοκή της Ρωσίας στην προεκλογική εκστρατεία του 2016 για τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές.
Το Κρεμλίνο έχει καταγγείλει επανειλημμένα “την άνευ προηγουμένου πίεση” που υφίστανται τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης στις ΗΠΑ. Και φυσικά απείλησε με αντίποινα τα αμερικανικά μέσα που λειτουργούν στη Ρωσία. Μεταξύ αυτών είναι τα Voice of America και το Radio Free Europe/ Radio Liberty που χρηματοδοτούνται από το αμερικανικό Κογκρέσο.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ