Η Ιταλίδα φυσικός Λάουρα Μπάσσι ήταν η πρώτη γυναίκα καθηγήτρια στην Ευρώπη.
Η πρωτοπόρος Ιταλίδα φυσικός και ακαδημαϊκός του 18ου αιώνα, θεωρείται η πρώτη γυναίκα στην ιστορία της ανθρωπότητας που κατείχε πανεπιστημιακή έδρα σε φυσική επιστήμη στην Ευρώπη, σε μία εποχή που στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες δεν επιτρεπόταν στις γυναίκες να παρακολουθήσουν μαθήματα στο πανεπιστήμιο, πόσο μάλλον να διδάξουν.
Η Λάουσα Μπάσσι ήταν αποφασισμένη να αλλάξει τα πράγματα και να ανοίξει τον δρόμο για τις γυναίκες στους ακαδημαϊκούς χώρους.
Έμεινε στην ιστορία ως πρωτοπόρος προσωπικότητα της φυσικής και πρωτεργάτρια των γυναικών στις θετικές επιστήμες.
H Λάουρα Μαρία Κατερίνα Μπάσσι γεννήθηκε στην Μπολόνια στις 31 Οκτωβρίου 1711 και πέθανε στις 20 Φεβρουαρίου 1778.
Μεγάλωσε σε μια πλούσια οικογένεια με πατέρα δικηγόρο.
Έλαβε ιδιωτική μόρφωση κατά τη διάρκεια της παιδικής της ηλικίας, αποκτώντας εκπαίδευση στις θετικές επιστήμες και τα μαθηματικά.
Σπούδασε Λατινικά και Γαλλικά. Στα 13 της, ο γιατρός Γκαετάνο Τακκόνι, ο οποίος ήταν οικογενειακός γιατρός και φίλος των Μπάσσι και καθηγητής ιατρικής και φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, ανέλαβε προσωπικά την εκπαίδευσή της.
Το 1731 ο Τακκόνι κάλεσε φιλοσόφους από το πανεπιστήμιο, καθώς και τον αρχιεπίσκοπο της Μπολόνια, καρδινάλιο Προσπέρο Λαμπερτίνι, να εξετάσουν την πρόοδό της.
Ο Λαμπερτίνι και οι φιλόσοφοι εντυπωσιάστηκαν πολύ με αυτό το παιδί – θαύμα. Τα νέα για την ευφυΐα της Μπάσσι διαδόθηκαν γρήγορα και το 1732 βρέθηκε στο επίκεντρο μιας σειράς δημόσιων διαλέξεων που οργάνωσε ο Λαμπερτίνι.
Σε ηλικία 21 ετών η Μπάσσι έγινε η δεύτερη γυναίκα στην ιστορία που πήρε διδακτορικό μετά την Έλενα Κορνάρο Πισκόπια 54 χρόνια νωρίτερα, το 1678.
Στη συνέχεια άρχισε να εργάζεται ως καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, γεγονός που την έκανε την πρώτη αμειβόμενη γυναίκα καθηγήτρια τόσο στο πανεπιστήμιο όσο και στον κόσμο.
Ωστόσο, λόγω του φύλου της, αντιμετώπιζε περισσότερους περιορισμούς από ό,τι οι άνδρες συνάδελφοί της. Πληρωνόταν λιγότερο, δίδασκε λιγότερες ώρες και όλοι θεωρούσαν ότι θα έπρεπε να βρίσκεται στο σπίτι με τα παιδιά.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της εργασίας της στο Πανεπιστήμιο της Μπολόνια, διεκδικούσε ισότιμη αντιμετώπιση με τους άνδρες καθηγητές του πανεπιστημίου, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Εκλέχθηκε στην Ακαδημία Επιστημών του Ινστιτούτου της Μπολόνια και το επόμενο έτος της δόθηκε η έδρα της Φιλοσοφίας.
Η διατριβή της, η τελετή αναγορεύσεώς της σε διδάκτορα και η πρώτη της διάλεξη το 1732 έλαβαν χώρα σε ένα από τα σημαντικότερα κρατικά κτίρια της Μπολόνια, το Παλάτσο Πούμπλικο και το κοινό αποτελούνταν από καθηγητές και φοιτητές του πανεπιστημίου, αλλά και βασικές πολιτικές και θρησκευτικές προσωπικότητες της πόλης.
Το 1738 η Μπάσσι παντρεύτηκε τον Τζουζέπε Βεράττι, γιατρό και επίσης καθηγητή στο πανεπιστήμιο.
Επειδή, ως γυναίκα, η Μπάσσι δεν επιτρεπόταν να διδάξει στο πανεπιστήμιο, έδινε διαλέξεις και πειραματικές επιδείξεις στο σπίτι της. Ήταν από τους πρώτους υποστηρικτές της νευτώνειας φυσικής και τη δίδαξε επί 28 χρόνια.
Ακόμα πραγματοποίησε δικά της πειράματα σε όλες τις πλευρές της φυσικής.
Συνολικά εκπόνησε 28 εργασίες, με τη μεγάλη τους πλειονότητα να αφορούν τη φυσική και την υδραυλική και δημοσίευσε μόνο 4 από αυτές.
Το έργο της είχε βαθύ αντίκτυπο στον τομέα της φυσικής, επηρεάζοντας μελλοντικούς επιστήμονες.
Η έρευνά της έστρωσε τον δρόμο για περαιτέρω ανακαλύψεις στον τομέα και συνέβαλε στην καθιέρωσή του ως ξεχωριστού επιστημονικού κλάδου.
Το 1745 ο Πάπας Βενέδικτος ΙΔ΄ συγκρότησε μία επίλεκτη ομάδα 25 σοφών, γνωστή ως «οι Βενεδικτίνοι» (Benedettini). Η Μπάσσι επεδίωξε να ορισθεί μέλος της ομάδας αυτής, αλλά υπήρξαν αντιδράσεις από μερικά μέλη της. Στο τέλος όμως ο Πάπας τη διόρισε, αν και ήταν η μοναδική γυναίκα από τους 25.
Κατά τη δεκαετία του 1760 η Μπάσσι και ο σύζυγός της συνεργάσθηκαν σε πειράματα ηλεκτρισμού, αλλά δεν δημοσίευσε καμία εργασία σχετικά με το θέμα.
Το 1776, η Μπάσι διορίστηκε στην έδρα της πειραματικής φυσικής από το Ινστιτούτο Επιστημών της Μπολόνια, με τον σύζυγό της ως βοηθό διδασκαλίας.
Παράλληλα, ήταν ένθερμη υποστηρίκτρια της μόρφωσης των γυναικών και συνέβαλε στην αύξηση της πρόσβασής τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στον τομέα των θετικών επιστημών.
Ως η πρώτη γυναίκα στον τομέα της, έγινε γνωστή και ως «Μινέρβα της Μπολόνια», η ρωμαϊκή θεά της σοφίας και των τεχνών.
Επί 40 χρόνια έδινε προσωπικές μάχες για να βελτιώσει τη θέση της, όχι τόσο για να επωφεληθεί η ίδια, όσο για να βελτιωθεί συνολικά η κατάσταση για τις υπόλοιπες γυναίκες διανοούμενες και να τους δώσει νόμιμη θέση στους ακαδημαϊκούς χώρους.
Πέθανε στη Μπολόνια σε ηλικία 66 ετών.
Μετά τον θάνατό της, ένα μαρμάρινο άγαλμά της τοποθετήθηκε στο Ινστιτούτο Επιστημών της Μπολόνια.