Η Τουρκία «έχασε τη μισή Γαλάζια Πατρίδα» λόγω της συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου για ΑΟΖ, δήλωσε η πρόεδρος του Καλού Κόμματος Μεράλ Ακσενέρ, κατηγορώντας την εχθρική πολιτική του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά του Καΐρου.
Όπως ανέφερε ο ανταποκριτής του ΣΚΑΪ στην Κωνσταντινούπολη, Μανώλης Κωστίδης, η Μεράλ Ακσενέρ έδωσε συνέντευξη στο Haberturk ενόψει του δευτέρου γύρου των εκλογών στην Τουρκία και κατηγόρησε τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για την εχθρική πολιτική κατά της Αιγύπτου, από την οποία «έχασαν τη μισή Γαλάζια Πατρίδα» και ότι επωφελήθηκε η Ελλάδα.
«Τσακωθήκαμε με την Αίγυπτο… ποιος είχε όφελος από αυτό; Η Ελλάδα» ανέφερε η Μεράλ Ακσενέρ και πρόσθεσε ότι «λένε Γαλάζια Πατρίδα και Γαλάζια Πατρίδα.. Αναφέρομαι σε ένα σύστημα που ως Κάλο Κόμμα είπαμε “ναι. Όμως χάθηκε… η μισή ‘’Γαλάζια Πατρίδα’’» δήλωσε χαρακτηριστικά η πρόεδρος του Καλού Κόμματος.
«Αναφέρεστε στη συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου;» τη ρώτησε δημοσιογράφος. «Ναι, σε αυτήν αναφέρομαι» απάντησε η Μεράλ Ακσενέρ και διερωτήθηκε «μήπως o κ. Ερντογάν γνωρίζει πώς ιδρύθηκε η Στρατιά του Αιγαίου το 1975;», όπως μετέδωσε στον ΣΚΑΪ ο Μανώλης Κωστίδης.
Ποια είναι η Στρατιά του Αιγαίου
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Άγκυρας, η αποστολή της Στρατιάς του Αιγαίου είναι να προστατεύσει τα δυτικά σύνορα του Αιγαίου, από την απειλή του ελληνικού στρατού στα νησιά.
Από τη μεριά της, η Ελλάδα είναι εναντίον της Στρατιάς του Αιγαίου, καθώς επισημαίνει ότι είναι απειλή για τα ελληνικά νησιά και τα σύνορα, καθώς χαρακτηρίζει ως επιθετικές τις ισχυρές αμφίβιες δυνάμεις της συγκεκριμένης στρατιάς.
Η συμφωνία Ελλάδας – Αιγύπτου για ΑΟΖ
Υπενθυμίζεται ότι το 2020 Ελλάδα και Αίγυπτος κατέληξαν σε συμφωνία για την οριοθέτηση ΑΟΖ, την οποία υπέγραψαν οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο χωρών, ο Νίκος Δένδιας και ο Σάμεχ Σούκρι, στο Κάιρο.
Όπως είχαν τονίσει τότε διπλωματικές πηγές, με τη συμφωνία αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά η παράνομη απόπειρα της Τουρκίας να οριοθετήσει ΑΟΖ απευθείας με την Αίγυπτο παραβιάζοντας τα κυριαρχικά δικαιώματα των ελληνικών νησιών σε θαλάσσιες ζώνες.
Όπως ανέφεραν οι ίδιες πηγές, η συμφωνία αυτή εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική διευθέτησης διμερών εκκρεμοτήτων, οικοδόμησης συμμαχιών με τρίτους με τρόπο που προωθεί τα εθνικά συμφέροντα, στη βάση του σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου.