Δεν έχουν τέλος οι διαδηλώσεις κατά της χούντας στη Μιανμάρ, καθώς συνεχίζονται και σήμερα μετά την ιδιαίτερα βίαιη καταστολή των κινητοποιήσεων χθες Κυριακή.
Τουλάχιστον 44 φιλοδημοκρατικοί διαδηλωτές σκοτώθηκαν χθες από τις δυνάμεις ασφαλείας, σύμφωνα με την Ένωση Αρωγής Πολιτικών Κρατούμενων (AAPP), η οποία αναφέρει ότι συνολικά περισσότεροι από 120 διαδηλωτές έχουν σκοτωθεί μετά το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου.
Σύμφωνα με την ΑΑΡΡ, περισσότεροι από 2.000 άνθρωποι έχουν συλληφθεί έκτοτε, ενώ η ηγέτιδα της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Τσι εξακολουθεί να κρατείται σε μυστική τοποθεσία.
Η πρώην ντε φάκτο επικεφαλής της πολιτικής κυβέρνησης ήταν προγραμματισμένο να παρουσιαστεί μέσω βιντεοσύνδεσης ενώπιον δικαστηρίου σήμερα το πρωί, όμως η ακροαματική διαδικασία αναβλήθηκε λόγω προβλημάτων στο ίντερνετ, δήλωσε ο δικηγόρος της Κιν Μάουνγκ Ζάου. Θα πραγματοποιηθεί στις 24 Μαρτίου.
“Εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας”
Κινητοποιήσεις πραγματοποιούνται σήμερα σε όλη τη χώρα, κυρίως στη Μανταλέι, όπου διαδηλωτές κρατούσαν πανό που έγραφαν: “Σταματήστε τη βία”, “Σώστε τη Μιανμάρ”. Σε κοντινή απόσταση πορεία πραγματοποιούσαν μηχανικοί και εκπαιδευτικοί που απεργούν στο πλαίσιο του κινήματος πολιτικής ανυπακοής που έχει ξεκινήσει εναντίον της χούντας.
Έπειτα από έξι εβδομάδες κινητοποιήσεων οι στρατηγοί της χούντας συνεχίζουν με αμείωτο ρυθμό την καταστολή. Φόνοι, διώξεις, αναγκαστικές εξαφανίσεις, βασανιστήρια: το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ κατήγγειλε τα πιθανά “εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας” που έχει διαπράξει η χούντα.
Οι επικεφαλής της “δεν θα έπρεπε να βρίσκονται στην εξουσία, αλλά πίσω από τα κάγκελα”, έγραψε σήμερα στο Twitter ο Τομ Άντριους ειδικός εισηγητής του ΟΗΕ για τη Μιανμάρ, ζητώντας να σταματήσει αμέσως “η παροχή χρημάτων και όπλων” στους στρατιωτικούς.
Χθες η κατάσταση ήταν ιδιαίτερα τεταμένη στην Χλάινγκ Θαρ Γιάρ, μια βιομηχανική συνοικία της οικονομικής πρωτεύουσας της χώρας Ρανγκούν, όπου υπάρχουν πολλά εργοστάσια υφαντουργίας. Είκοσι δύο άνθρωποι σκοτώθηκαν.
Άλλοι 22 διαδηλωτές έχασαν τη ζωή τους στην υπόλοιπη χώρα.
Ένας αστυνομικός σκοτώθηκε στην πόλη Μπάγκο, βορειοανατολικά της Ρανγκούν.
Στη Χλάινγκ Θαρ Γιάρ οι δυνάμεις ασφαλείας άνοιξαν πυρ εναντίον διαδηλωτών μετά την πυρπόληση πολλών κινεζικών εργοστασίων. Η πρεσβεία της Κίνας στη Μιανμάρ ζήτησε από τις αρχές “να φροντίσουν για την ασφάλεια” των κινεζικών επιχειρήσεων και του προσωπικού τους.
Την ώρα που σύννεφα καπνού έβγαιναν από τη βιομηχανική ζώνη, πολλά στρατιωτικά οχήματα αναπτύσσονταν και ακούγονταν συνεχώς πυρά, με τους κατοίκους της περιοχής να έχουν αναζητήσει καταφύγιο στα σπίτια τους.
Κανένας δεν ανέλαβε την ευθύνη για τις πυρκαγιές αυτές, όμως το αντικινεζικό αίσθημα έχει ενισχυθεί τις τελευταίες εβδομάδες στη χώρα, με πολλούς να εκτιμούν ότι το Πεκίνο, που ζήτησε να αποκλιμακωθεί η κατάσταση, έχει υιοθετήσει μια πολύ ήπια στάση απέναντι στους πραξικοπηματίες.
Μετά τις συγκρούσεις αυτές η χούντα κήρυξε στρατιωτικό νόμο σε έξι καντόνια της Ρανγκούν, μεταξύ των οποίων και η Χλάινγκ Θαρ Γιάρ. Όποιος συλλαμβάνεται σε αυτές τις συνοικίες, θα δικάζεται από στρατοδικείο και θα κινδυνεύει να καταδικαστεί το λιγότερο σε τρία χρόνια καταναγκαστικών έργων.
Παρακολουθεί την κατάσταση το Πεκίνο
Εξάλλου σήμερα το Πεκίνο ανακοίνωσε ότι “παρακολουθεί στενά” την κατάσταση στη Μιανμάρ και ζήτησε από τους πολίτες του να είναι προσεκτικοί, αναφερόμενο στις επιθέσεις εναντίον των κινεζικών εργοστασίων.
“Η Κίνα ελπίζει ότι η Μιανμάρ θα λάβει πρακτικά μέτρα για να φροντίσει για την ασφάλεια των Κινέζων”, δήλωσε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ο εκπρόσωπος του υπουργείου Ζάο Λιζιάν, καλώντας παράλληλα τους συμπολίτες του που βρίσκονται στη Μιανμάρ “να είναι σε εγρήγορση”.
Οι στρατιωτικοί έχουν αυξήσει και τις διακοπές στη σύνδεση στο ίντερνετ: η σύνδεση που εδώ και πολλές εβδομάδες διακόπτεται στη διάρκεια της νύκτας αλλά αποκαθίσταται το πρωί, δεν έχει επιστρέψει μέχρι σήμερα το απόγευμα (τοπική ώρα) στη Ρανγκούν.
Από την πλευρά της η ειδική απεσταλμένη του ΟΗΕ για τη Μιανμάρ Κριστίν Σράνερ Μπούργκενερ ζήτησε διεθνή αλληλεγγύη προς τους διαδηλωτές και εξέφρασε την αγανάκτησή της για τους θανάτους το Σαββατοκύριακο.
Σε ανακοίνωσή της ανέφερε ότι “άκουσα προσωπικά από επαφές μου στη Μιανμάρ συνταρακτικές διηγήσεις για φόνους, βιαιοπραγία κατά των διαδηλωτών και βασανιστήρια κρατούμενων”.
“Η συνεχιζόμενη βία, και εναντίον του ιατρικού προσωπικού, και η καταστροφή των δημοσίων υποδομών, υπονομεύουν σοβαρά τις προοπτικές για ειρήνη και σταθερότητα”, κατέληξε η Σράνερ Μπούργκενερ.
Πηγή ΑΠΕ ΜΠΕ