Ένα από τα πιο γνωστά πολιτικά σκάνδαλα που συγκλόνισαν ποτέ τις ΗΠΑ και ολόκληρο τον κόσμο αναβιώνει εξαιτίας της απόφασης του Ντόναλντ Τραμπ να "καρατομήσει" την υπηρεσιακή υπουργό Δικαιοσύνης Σάλι Γέιτς που αρνήθηκε να εφαρμόσει το διάταγμα – έκτρωμα για το κλείσιμο των συνόρων σε μουσουλμάνους πολίτες. Και αυτό το σκάνδαλο δεν είναι άλλο από το Watergate!
Το να έρχεται σε σύγκρουση ένας ανώτατος δικαστικός λειτουργός με το Λευκό Οίκο δεν είναι πρωτόγνωρη μεν αλλά είναι σπάνια στην αμερικανική πολιτική ιστορία. Αλλά ο Ντόναλντ Τραμπ κατάφερε να την αναβιώσει…
Το πιο γνωστό ανάλογο περιστατικό συνέβη το 1973 εν μέσω της θύελλας του σκανδάλου Watergate. Ήταν όταν ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, Ρίτσαρντ Νίξον (που αργότερα αναγκάστηκε να παραιτηθεί) άκουσε τον υπουργό Δικαιοσύνης Έλιοτ Ρίτσαρντσον και τον υφυπουργό του να αρνούνται να υπακούσουν στην εντολή του για την απόλυση ειδικού εισαγγελέα που διερευνούσε το σκάνδαλο Watergate.
Το περιστατικό ανυπακοής του Αμερικανού υπουργού Δικαιοσύνης επί Νίξον είναι γνωστό ως “η σφαγή του Σαββατόβραδου” για την κυβέρνηση Νίξον, ενώ έχει καταγραφεί ως ένας καταστροφικός χειρισμός από πλευράς δημοσίων σχέσεων, που δρομολόγησε τις μετέπειτα πολιτικές εξελίξεις, που κορυφώθηκαν με την παραίτηση Νίξον.
Το αν ο Τραμπ θα έχει την ίδια τύχη με τον Νίξον δεν μπορεί να το ξέρει κανείς. Αν και μοιάζει (για την ώρα τουλάχιστον) απίθανο. Όπως και να ‘χει, η Σάλι Γέιτς, η υπηρεσιακή υπουργός Δικαιοσύνης που διορίστηκε επί κυβέρνησης Ομπάμα θα περάσει στην ιστορία πως η πολιτικός που αρνήθηκε να εφαρμόσει ένα διάταγμα ντροπή, που απαγορεύει την είσοδο στις ΗΠΑ σε πολίτες επτά χωρών με μουσουλμανική πλειοψηφία.
Πρόκειται για την τελευταία εξέλιξη στα ζητήματα που έχουν προκύψει από την υπογραφή του ειδικού προεδρικού διατάγματος από τον Τραμπ που προβλέπει περιορισμό εισόδου προσφύγων για 120 ημέρες στις ΗΠΑ, διαρκή απαγόρευση της εισόδου προσφύγων από τη Συρία, αλλά και απαγόρευση διάρκειας 90 ημερών στους ταξιδιώτες από το Ιράν, το Ιράκ, τη Λιβύη, τη Σομαλία, το Σουδάν τη Συρία και την Υεμένη.
Η Σάλι Γέιτς διεμήνυσε το βράδυ της Δευτέρας ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ δε θα υπερασπιστεί την εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος ενώπιον αμερικανικών δικαστηρίων τονίζοντας ότι κατά την άποψή της, μία τέτοια πράξη “δεν είναι σύμφωνη με την ουσιαστική υποχρέωση του υπουργείου, να επιζητεί πάντα τη δικαιοσύνη και να υπερασπίζεται το δίκαιο”. Λίγες ώρες μετά, απαλλάχθηκε των καθηκόντων της, με το Λευκό Οίκο να την κατηγορεί για προδοσία. “Η ίδια πρόδωσε το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, με την άρνησή της να εφαρμόσει μία νομική διαταγή, η οποία έχει σχεδιαστεί για την προστασία των πολιτών που ζουν στις ΗΠΑ”, ανακοίνωσε ο Λευκός Οίκος.
Η εξέλιξη με την “καρατόμηση” της υπηρεσιακής υπουργού Δικαιοσύνης αποτυπώνει πλήρως τη χαοτική κατάσταση που έχει προκαλέσει το διάταγμα Τραμπ, της βιαστικής προετοιμασίας της ειδικής προεδρικής εντολής για τους μετανάστες, αλλά και της ελλιπούς ενημέρωσης των αρμόδιων υπηρεσιών ασφάλειας στις ΗΠΑ, οι οποίες καλούνται να την εφαρμόσουν στις πύλες εισόδου της χώρας.
Ο Λευκός Οίκος υποστηρίζει ότι υψηλόβαθμοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι ενημερώθηκαν πριν από την υπογραφή του προεδρικού διατάγματος από τον Τραμπ την περασμένη Παρασκευή, ενώ από την άλλη μεριά υπήρξε ελάχιστος συντονισμός ή συνεργασία, με άμεση συνέπεια τη σύγχυση που προκλήθηκε. Είναι ενδεικτικό ότι οι περισσότεροι αξιωματούχοι του αμερικανικού υπουργείου των Εξωτερικών, ενημερώθηκαν για την εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος από τα ΜΜΕ.
Η σύγχυση που προκλήθηκε οδήγησε στην ανάκριση από τις αρμόδιες αμερικανικές υπηρεσίες ασφαλείας στα αεροδρόμια περισσοτέρων από 735 ανθρώπων. Από αυτούς, οι 394 ήταν κάτοχοι πράσινης κάρτας και μόνιμοι κάτοικοι ΗΠΑ.
Μετά τα προβλήματα που προκλήθηκαν, η κυβέρνηση Τραμπ χορηγεί απαλλαγές από την εφαρμογή του προεδρικού διατάγματος για τους πρόσφυγες, προκειμένου να επιτραπεί η είσοδος 872 ανθρώπων στις ΗΠΑ μέσα στην εβδομάδα. Πρόκειται για πρόσφυγες που έχουν ολοκληρώσει τον έλεγχο ασφάλειας και μπορούν να επαναγκατασταθούν στις ΗΠΑ, ενώ τώρα παραμένουν σε καθεστώς μεταβατικής διαδικασίας, αναμένοντας την έκδοση της απαλλαγής τους από την εφαρμογή του μέτρου.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ – ΜΠΕ