Ο πρώτος εκ των κατηγορουμένων, ο Αμπντεσαμάντ Ετζούντ, ένας πλανόδιος μικροπωλητής 25 ετών, ομολόγησε ότι οργάνωσε την εκδρομή του θανάτου, μαζί με δύο άλλους τζιχαντιστές, τον 27χρονο μαραγκό Γιουνές Ουαζιγιάντ και τον 33χρονο Ρασίντ Αφάτι, ο οποίος βιντεοσκόπησε τη δολοφονία.
Η 24χρονη Λουίζα Βεστεράγκερ Γέσπερσεν, φοιτήτρια από τη Δανία και η φίλη της, η Μάρεν Ούλαντ, 28 ετών, από τη Νορβηγία, δολοφονήθηκαν ενώ έκαναν κάμπινγκ σε μια απομονωμένη περιοχή στον Άνω Άτλαντα, σε μια ορεινή περιοχή του νότιου Μαρόκου που προτιμούν πολλοί πεζοπόροι.
Ως ύποπτοι για τις δολοφονίες και για συμμετοχή σε τζιχαντιστικό πυρήνα είχαν προσαχθεί σε δίκη, στο Σαλέ, κοντά στο Ραμπάτ, συνολικά 24 άνδρες. Εκτός από τους τρεις που καταδικάστηκαν σε θάνατο, στους υπόλοιπους 21 επιβλήθηκαν ποινές κάθειρξης από πέντε χρόνια μέχρι και ισόβια. Μεταξύ αυτών είναι και ένας Ισπανοελβετός, που ασπάστηκε το Ισλάμ και καταδικάστηκε σε κάθειρξη 20 ετών για “συγκρότηση τρομοκρατικής οργάνωσης”. Ο ίδιος ωστόσο δηλώνει αθώος.
Το δικαστήριο καταδίκασε επίσης τους τρεις άνδρες που κρίθηκαν ένοχοι για τις δολοφονίες, καθώς και έναν τέταρτο συνεργό τους, να αποζημιώσουν με το ποσό των δύο εκατομμυρίων ντιρχάμ (περίπου 190.000 ευρώ) τους γονείς της Μάρεν Ούλαντ. Απέρριψε όμως το αίτημα της οικογένειας της Γέσπερσεν η οποία ζητούσε αποζημίωση ύψους 10 εκατομμυρίων ντιρχάμ (930.000 ευρώ) από το μαροκινό κράτος για την “ηθική ευθύνη” του στη δολοφονία.