Μπορεί στον εαυτό του και τα παιδιά του να μην έδωσε χάρη, αλλά φεύγοντας από τον Λευκό Οίκο ο Ντόναλντ Τραμπ φρόντισε να… τακτοποιήσει φίλους και γνωστούς. Ανάμεσά τους ο άλλοτε σύμβουλός του, ο (ακροδεξιός) Στιβ Μπάνον.
Μόνο μερικές ώρες πριν εγκαταλείψει τον Λευκό Οίκο (για παράδοση εξουσίας δεν μιλάμε, δεν θα πάει καν στην ορκωμοσία του Τζο Μπάιντεν) ο Ντόναλντ Τραμπ τήρησε την παράδοση που θέλει τον απερχόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ να δίνει χάρες.
Click4more Ο Ντόναλντ Τραμπ θέλει να ιδρύσει νέο κόμμα: το Patriot Party
Μόνο που, όπως σε όλα του, ο Τραμπ το… παράκανε. Έδωσε χάρη στον φίλο και πρώην στενό του συνεργάτη Στιβ Μπάνον και περισσότερους από 140 άλλους! Σε 73 άτομα δόθηκε χάρη και σε άλλους 70 η ποινή τους άλλαξε, αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο Λευκός Οίκος.
Στο πλαίσιο των 143 απονομών χάριτος και μετατροπών ποινής, ο Τραμπ έδωσε επίσης χάρη στον Έλιοτ Μπρόιντι, πρώην κορυφαίο υπεύθυνο για τη συγκέντρωση χρηματοδοτήσεων, ο οποίος δήλωσε πέρυσι ένοχος για παραβίαση νόμων για το λόμπι υπέρ ξένων.
Ανάμεσα σε εκείνους που πήραν χάρη από τον Ντόναλντ Τραμπ είναι ο ράπερ Λιλ Γουέιν, ενώ άλλαξαν οι ποινές για τον ράπερ Κόντακ Μπλακ και τον πρώην δήμαρχο του Ντιτρόιτ Κουόμε Κιλπάτρικ. Οι δυο ράπερ είχαν κατηγορηθεί για οπλοκατοχή και ο πρώην δήμαρχος είχε καταδικαστεί σε 28 χρόνια για διαφθορά.
Ο απερχόμενος πρόεδρος απένειμε επίσης χάρη στον Άντονι Λεβαντόφσκι, έναν πρώην μηχανικό της Google που δήλωσε ένοχος ότι έκλεψε απόρρητη τεχνολογία σχετιζόμενη με τα αυτόνομα οχήματα από την εταιρεία, πριν τεθεί επικεφαλής της αντίπαλης Uber Technologies Inc.
Τον Αύγουστο, δικαστής στο Σαν Φρανσίσκο καταδίκασε τον Λεβαντόφσκι σε φυλάκιση 18 μηνών, την οποία ωστόσο δεν έχει αρχίσει ακόμη να εκτίει εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού.
Ο Στιβ Μπάνον, σύμβουλος στρατηγικής και εν των πιο στενών συνεργατών του Ντόναλντ Τραμπ κατά την προεκλογική εκστρατεία του 2016, είχε κατηγορηθεί τον περασμένο Αύγουστο για απάτη σχετικά με την καμπάνια συγκέντρωσης χρημάτων για την ανέγερση του τείχους στα σύνορα με το Μεξικό. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο Μπάνον και άλλοι τρεις, εξαπάτησαν δωρητές για την καμπάνια «Χτίζουμε το τείχος» και ο ίδιος καταχράστηκε 1 εκατ. δολάρια. Ο ίδιος βέβαια αρνείται τις κατηγορίες.
«Ο Μπάνον υπήρξε ένας σημαντικός ηγέτης στο συντηρητικό κίνημα και είναι γνωστός για την πολιτική οξύνοιά του» αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο Λευκός Οίκος στην ανακοίνωσή του. Αξιωματούχοι του Λευκού Οίκου είχαν συμβουλεύσει τον Τραμπ να μην δώσει χάρη στον Μπάνον. Η σχέση των δύο ανδρών είχε αναθερμανθεί τελευταία, καθώς ο Τραμπ αναζητούσε υποστήριξη για τους αναπόδεικτους ισχυρισμούς του περί νοθείας στις εκλογές, δήλωσε αξιωματούχος.
Σύμφωνα με τους New York Times, ο Τραμπ πήρε την απόφαση να δώσει χάρη στον πρώην σύμβουλό του την τελευταία στιγμή, αφού συνομίλησε μαζί του τηλεφωνικά. Η προεδρική χάρη θα ακυρώσει τις κατηγορίες σε βάρος του Στιβ Μπάνον, αν αυτός καταδικαστεί, προσθέτει η εφημερίδα.
Αυτές δεν ήταν οι μοναδικές χάρες που απένειμε ο Ντόναλντ Τραμπ πριν φύγει από τον Λευκό Οίκο. Τις προηγούμενες εβδομάδες είχε «γλιτώσει» κι άλλους πρώην συνεργάτες του (Πολ Μάναφορτ, Ρότζερ Στόουν) ακόμη και τον… συμπέθερό του, τον πατέρα του γαμπρού του Τζάρντ, τον Τσαρλς Κούσνερ.
Δεν έδωσε, όμως, χάρη στον δικηγόρο του Ρούντι Τζουλιάνι, ο οποίος ήταν στην πρώτη γραμμή των ανεπιτυχών προσπαθειών του Τραμπ να ανατρέψει το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020. Ο πρώην δήμαρχος της Νέας Υόρκης δεν κατηγορείται για κάποιο αδίκημα, όμως ερευνητές ελέγχουν τις δραστηριότητές του στην Ουκρανία.
Αποχαρακτηρισμός φακέλων για τη Ρωσία
Ώρες πριν φύγει από το Οβάλ Γραφείο, ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε και κάτι ακόμα: διέταξε τον αποχαρακτηρισμό ενός φακέλου εγγράφων που σχετίζονται με την έρευνα που πραγματοποίησε το FBI για τη Ρωσία, η οποία οδήγησε στη μακρόχρονη εισαγγελική έρευνα για την προεκλογική του εκστρατεία το 2016.
Ο Τραμπ, ήθελε εδώ και πολύ καιρό να αποδείξει ότι οι Δημοκρατικοί επεδίωξαν να χρησιμοποιήσουν την έρευνα αυτή, για να τον απομακρύνουν από την εξουσία, ενώ ανέφερε σε ένα υπόμνημα, ότι κάποια σημεία του φακέλου των εγγράφων αφαιρέθηκαν, ώστε να καταστεί δυνατή η δημοσιοποίησή τους.