Τα πράγματα έχουν γίνει πολύ πολύ δύσκολα για τον Ντόναλντ Τραμπ. Και αυτό δεν το δείχνουν μόνο οι δημοσκοπήσεις (στο +12% η Χίλαρι Κλίντον στην τελευταία) ενόψει των εκλογών στις ΗΠΑ αλλά και η δημόσια ομολογία της γυναίκας που θα έπρεπε να πιστεύει περισσότερο απ’ όλους στον υποψήφιο των Ρεπουμπλικάνων.
Η επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας του Ντόναλντ Τραμπ, Κελιέν Κόνγουεϊ, ομολόγησε δημόσια ότι ο εκκεντρικός υποψήφιος «έχει μείνει πίσω». Θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι μια παραδοχή ήττας. Και μάλλον είναι. Το ερώτημα που τίθεται μετά από τις δηλώσεις της είναι αν ο Τραμπ θα την απολύσει κι αυτή (το έχει κάνει με άλλους επικεφαλής της εκστρατείας του) ή θα την κρατήσει στη θέση της μόλις δυο εβδομάδες πριν από τις εκλογές της 8ης Νοεμβρίου.
Η Κόνγουεϊ δεν δίστασε να παραδεχτεί πως «έχουμε μείνει πίσω» και πως η Χίλαρι Κλίντον έχει «τρομερά πλεονεκτήματα» όπως η μεγάλη χρηματοδότηση από ιδιώτες, που της επιτρέπει να ξοδεύει εκατομμύρια για τηλεοπτικές διαφημίσεις.
«Έχουμε μείνει πίσω», είπε η Κόνγουεϊ στην εκπομπή του καναλιού NBC Meet the Press. Πρόσθεσε όμως ότι η προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ στόχευε στους αναποφάσιστους που δεν είναι έτοιμοι να υποστηρίξουν την Κλίντον.
Καθώς η ψαλίδα μεταξύ των δύο υποψηφίων διευρύνεται, ο Τραμπ επαναλαμβάνει όλο και συχνότερα ότι οι εκλογές είναι “στημένες” εναντίον του. Δεν έχει παραδώσει σχετικά στοιχεία ωστόσο και πλήθος ερευνών δείχνουν ότι το αμερικανικό εκλογικό σύστημα, το οποίο είναι αποκεντρωμένο και ελέγχεται από τις πολιτείες, είναι υγιές.
Στο τρίτο και τελευταίο debate με την Κλίντον την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ έθεσε υπό αμφισβήτηση τον ακρογωνιαίο λίθο της αμερικανικής δημοκρατίας, όταν αρνήθηκε να δεσμευτεί ότι θα αποδεχθεί το αποτέλεσμα των εκλογών. Και αυτό δεν άρεσε ούτε στους ίδιους τους Ρεπουμπλικάνους.
Μιλώντας σε προεκλογική συγκέντρωση στο Ράλεϊ της Βόρειας Καρολίνας, μιας από επτά πολιτείες-κλειδιά που μπορεί να κλίνουν το ίδιο εύκολα είτε προς τους Δημοκρατικούς είτε προς τους Ρεπουμπλικανούς, η Κλίντον κατέκρινε την συνεχιζόμενη άρνηση του Τραμπ να δεσμευτεί ότι θα αποδεχθεί το αποτέλεσμα των εκλογών, και ενθάρρυνε τους ψηφοφόρους να βγουν και να ρίξουν την ψήφο τους πριν την επίσημη ημέρα εκλογών, όπως δικαιούνται Αμερικανοί πολίτες εντός και εκτός των ΗΠΑ.
“Αρνήθηκε να πει ότι θα σεβαστεί τα αποτελέσματα των εκλογών αυτών, και αυτό θέτει τη δημοκρατία σε κίνδυνο”, είπε. “Η ειρηνική μεταβίβαση της εξουσίας είναι ένα από τα πράγματα που χαρακτηρίζει την Αμερική”, τόνισε η Κλίντον στο ακροατήριο 3.500 περίπου υποστηρικτών της. Πρόσθεσε: “Από σήμερα και έως τις 5 Νοεμβρίου, μπορείτε να ρίξετε την ψήφο σας σε οποιοδήποτε εκλογικό κέντρο στην περιφέρειά σας. Και αυτό, ξέρετε, είναι πολύ σημαντικό”.
Δημοσκοπήσεις δίνουν το προβάδισμα στην Κλίντον, ενώ μια έρευνα της εταιρείας Ipsos για λογαριασμό του πρακτορείου Reuters (State of the Nation project) δείχνει ότι η Κλίντον έχει 95% πιθανότητα να κερδίσει τους 270 εκλέκτορες που χρειάζεται για να εξασφαλίσει την προεδρία.
Καθώς ο Τραμπ δίνει μάχη να κερδίσει με το μέρος του τους αναποφάσιστους, οι προσπάθειες των συμβούλων και μελών του εσώτερου κύκλου του να υποβαθμίσουν τις δηλώσεις του για την ακεραιότητα των εκλογών υποδεικνύουν ότι ο υποψήφιος θα υποστεί σημαντική πίεση να αποδεχθεί το αποτέλεσμα των εκλογών, στην περίπτωση που τις χάσει.
Ο πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος Ρέινς Πρίμπους είπε ότι με το να ζητούν από τον Τραμπ να συμφωνήσει ότι θα ομολογήσει την ήττα του, τα ΜΜΕ προβάλλουν μια υπερβολική απαίτηση. Ο Τραμπ, είπε, θα πολεμήσει (το αποτέλεσμα) μόνο εάν η διαφορά μεταξύ των ποσοστών των αποτελεσμάτων είναι μικρή, και δεν προσπαθεί να αμφισβητήσει μια δίκαια ψηφοφορία.
“Δεν λέει αυτό ακριβώς. Αυτό που λέει είναι ότι επιφυλάσσεται όλων των δικαιωμάτων του, και εάν υπάρξει λόγος επανακαταμέτρησης των ψήφων, επιφυλάσσομαι των δικαιωμάτων μου”, είπε ο Πρίμπους στο τηλεοπτικό κανάλι CBS και την εκπομπή “Face the Nation”.
Όλα αυτά ενώ ο Τραμπ για πρώτη φορά δέχτηκε την υποστήριξη μιας μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα, της Las Vegas Review-Journal. Η εφημερίδα ανήκει στον Ρεπουμπλικάνο Σέλντον Έιντελσον, που ενώ έχει δώσει μεγάλα ποσά στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα (150 εκατομμύρια δολάρια για τον Μιτ Ρόμνι το 2012), έδειξε διστακτικότητα να χρηματοδοτήσει τον Τραμπ.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ