Σε 11 ημέρες, ο Μπασάρ αλ Άσαντ έπεσε. Σχεδόν 14 χρόνια μετά το ξέσπασμα της εξέγερσης στη Συρία, που πολλοί νόμιζαν νεκρή, ο χρόνος επιταχύνθηκε απότομα. Κι ο χάρτης της Μέσης Ανατολής ίσως χαραχτεί ξανά απ’ την αρχή.
Η πτώση του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ στη Συρία ακολούθησε ακόμη δύο κατακλυσμικά γεγονότα, που οδήγησαν στην – κατά ορισμένους αναλυτές – κατάρρευση του στρατοπέδου που πρόσκειται στο Ιράν.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Το πρώτο ήταν ο αποκεφαλισμός από το Ισραήλ του στρατιωτικού επιτελείου του λιβανικού κινήματος Χεζμπολάχ.
Το δεύτερο η δολοφονία στο Ιράν του ηγέτη του παλαιστινιακού ισλαμιστικού κινήματος Χαμάς, του Ισμαήλ Χανίγια, αποδοθείσα επίσης στο Ισραήλ.
Επρόκειτο για δύο καίριας σημασίας συμμάχους του πλέον έκπτωτου σύρου προέδρου.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Η αστραπιαία προέλαση των ριζοσπαστών ισλαμιστών της Χαγιάτ Ταχρίρ ας Σαμ (ΧΤΣ, ο πρώην συριακός βραχίονας της Αλ Κάιντα, που διαβεβαιώνει πως διέκοψε κάθε σχέση μαζί της) κι οργανώσεων ανταρτών προσκείμενων στην Τουρκία κατέλαβε τον κόσμο όλο εξαπίνης. Οι ίδιοι οι Σύροι, φιλικές όσο και εχθρικές χώρες, ειδικοί, δημοσιογράφοι — κανένας δεν κοίταζε στη Δαμασκό, το επίκεντρο της προσοχής βρισκόταν στη Λωρίδα της Γάζας και στον Λίβανο για πάνω από έναν χρόνο.
Ο πρόεδρος Άσαντ έμοιαζε αμετακίνητος, αλλά η ισχύς κρούσης των κυριότερων συμμάχων του, του Ιράν, της Ρωσίας, αλλά και της Χεζμπολάχ, έμοιαζε να μειώνεται, αν όχι να συντρίβεται.
Άρχισε μάλιστα διαδικασίες εξομάλυνσης των σχέσεων με άλλες αραβικές χώρες.
Όλα αυτά εξανεμίστηκαν σε μερικά 24ωρα. Σύροι ποδοπατούν αγάλματα του Χάφεζ αλ Άσαντ. Ο γιος του, ο Μπασάρ, τράπηκε σε φυγή.
Μετά την άνευ προηγουμένου έφοδο της Χαμάς εναντίον νότιων τομέων του Ισραήλ την 7η Οκτωβρίου 2023, το Ιράν και ο «άξονας της αντίστασης» ενεπλάκησαν σ’ έναν πόλεμο ο οποίος, λένε αναλυτές, ξεγύμνωσε τις αδυναμίες της Ισλαμικής Δημοκρατίας.
Η Χεζμπολάχ υπέστη βαριά πλήγματα στον πόλεμο εναντίον του Ισραήλ: η ηγεσία της αποδεκατίστηκε. Πάνω απ’ όλους, έχασε τον εμβληματικό ηγέτη της Χασάν Νασράλα.
Οι οδοί ανεφοδιασμού της με οπλισμό και χρήμα από την Τεχεράνη, που σφυροκοπήθηκαν από το Ισραήλ στο ιρανικό έδαφος, πλέον απειλούνται από τους νέους κυρίαρχους στη Δαμασκό — που ασφαλώς δεν ξέχασαν τον καθοριστικό ρόλο της στη συντριβή της εξέγερσης.
Άλλες δυνάμεις προσκείμενες στην Ισλαμική Δημοκρατία, στην Υεμένη και στο Ιράν, σημαντικά πιόνια για την παρενόχληση συμμάχων των ΗΠΑ ή σουνιτικών περιφερειακών δυνάμεων, διατηρούν τη δυνατότητά τους να αποτελούν ενόχληση — χωρίς όμως να θεωρείται πως θα μπορούσαν ποτέ να ανατρέψουν το status quo.
Για τον Αντρέας Κριγκ του King’s College του Λονδίνου, «ο άξονας της αντίστασης χάνει τη διεθνή διάστασή του και το περιφερειακό στρατηγικό βάθος του».
Όσο για τη Ρωσία, παραμένει καθηλωμένη στον πόλεμο με την Ουκρανία και προσεχώς κινδυνεύει να υποστεί μεγάλη απώλεια: αυτήν της μεγαλύτερης ναυτικής βάσης της στη Μέση Ανατολή, στην Ταρτούς, στα συριακά παράλια στη Μεσόγειο. «Δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η νέα κοινωνικοπολιτική τάξη στη Δαμασκό θα επιτρέψει στους Ρώσους να παραμείνουν, έπειτα απ’ όλα όσα έκαναν για το καθεστώς Άσαντ», προεξοφλεί ο κ. Κριγκ.
Από την άλλη η Τουρκία, προστάτιδα δύναμη οργανώσεων ανταρτών που συμμετείχαν στην επίθεση, είναι «ο μεγάλος κερδισμένος», θεωρεί ο ίδιος. Ωστόσο, μπορεί να «έχει επιρροή», αλλά όχι «τον έλεγχο», επισημαίνει.
Πόσο μάλλον που η Μέση Ανατολή βρίσκεται αντιμέτωπη με τον κίνδυνο να ξεσπάσει «πόλεμος παντού» με την προοπτική «της επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ», συμπληρώνει ο Άρον Λουντ του κέντρου μελετών Century International.
Μετά «την πτώση του καθεστώτος Άσαντ, τίθενται ερωτήματα για την αντικατάστασή του» και το πόσος καιρός «θα χρειαστεί» για να διαμορφωθεί νέα κατάσταση. «Θα δούμε περιφερειακές συνέπειες κάθε λογής», προειδοποίησε.
Στη Συρία, από το 2011 η επιρροή συχνά μετριόταν με πετροδολάρια, που μοιράζονταν στις διάφορες παρατάξεις αντικαθεστωτικών.
Ώσπου οι χώρες του Κόλπου —ως ακόμη και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα— αναγκάστηκαν από τα πράγματα να συζητήσουν ξανά με τον άλλοτε παρία Άσαντ, σύμμαχο του μαύρου προβάτου τους, του Ιράν.
Πλέον, βρίσκονται αντιμέτωπες με κάτι ακόμα χειρότερο: «αυτοί που πανικοβάλλονταν από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους βλέπουν στη Δαμασκό τους Αδελφούς Μουσουλμάνους στη χιλιοστή δύναμη, πολύ πιο μαχητικούς κι εχθρικούς απέναντι τους», κατά την άποψη του κ. Λουντ.
Στο μεταξύ το Ισραήλ, όπως κι άλλες χώρες στην περιοχή, περιμένει το χαρτί που όταν ξαναμοιραστεί τον Ιανουάριο ίσως αλλάξει εντελώς το παιγνίδι.
Από τη Ραμπάτ έως το Ριάντ, περνώντας από την Τεχεράνη και το Χαρτούμ, ηγέτες και αντίπαλοί τους ελπίζουν να εξασφαλίσουν χάρες από τον Ντόναλντ Τραμπ, γνωστό για τη διπλωματία έναντι ανταλλαγμάτων στην οποία αρέσκεται.
Έχει ήδη πει, με τη χαρακτηριστική του αθυροστομία, ότι το «μπορντέλο» της Συρίας δεν ήταν «η μάχη» της Ουάσιγκτον.
Σε κάθε περίπτωση, ο Ρεπουμπλικάνος θα βρει μπροστά του άλλη Μέση Ανατολή.
Ο κ. Κριγκ μιλά περί «τέλους του μύθου της σταθερότητας των αυταρχικών καθεστώτων», και μια «προειδοποίηση στους Χαφτάρ, στους Σίσι και στους Σάγεντ αυτού του κόσμου».
Αναφέρεται αντίστοιχα στον πολιτικοστρατιωτικό ηγέτη της Λιβύης Χαλίφα Χαφτάρ, στον πρόεδρο της Αιγύπτου Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι και στον πρόεδρο της Τυνησίας Καΐς Σάγεντ.
Το 2011, κατά τη διάρκεια της λεγόμενης Αραβικής Άνοιξης, και στις τρεις χώρες αυτές ανατρέπονταν αυταρχικά καθεστώτα που κυβερνούσαν δεκαετίες.