Στο διάγγελμά του την περασμένη Τρίτη (20.09.2022), ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, διεμήνυσε στη Δύση ότι δεν μπλοφάρει και απείλησε ξανά με χρήση πυρηνικών στην Ουκρανία. Πόσο πιθανό όμως είναι αυτό;.
Μετά τον Βλαντιμίρ Πούτιν, με χρήση πυρηνικών στην Ουκρανία απείλησε και ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, άνθρωπος του Πούτιν εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Σε ανάλυσή της, η Deutsche Welle διερωτάται αν όντως η Μόσχα θέλει έναν πυρηνικό πόλεμο και πόσο προετοιμασμένοι είναι ΝΑΤΟ, δυτικοί σύμμαχοι και Γερμανία.
«Θέλω να υπενθυμίσω σε όσους κάνουν τέτοιες δηλώσεις σε βάρος της Ρωσίας ότι η χώρα μας διαθέτει μέσα καταστροφής, σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα πιο προηγμένα από αυτά που διαθέτουν χώρες του ΝΑΤΟ. Εάν απειληθεί η εδαφική μας ακεραιότητα, φυσικά και θα προστατεύσουμε τη Ρωσία και τον λαό μας με όλα τα μέσα που διαθέτουμε», είπε στο διάγγελμά του ο Πούτιν.
Ο Ρώσος πρόεδρος κατηγορεί τη Δύση για πυρηνικό εκβιασμό και δεν αφήνει αμφιβολίες για την αποφασιστικότητά του. «Δεν είναι μπλόφα» ανέφερε ο ίδιος. Η χρήση πυρηνικών όπλων δεν αποτελεί νέα απειλή. Απλώς αυτή τη φορά συνοδεύεται με την κινητοποίηση περίπου 300.000 εφέδρων του ρωσικού στρατού με μερική επιστράτευση.
«Από την αρχή του πολέμου έχουμε ακούσει επανειλημμένα ο Πούτιν να υπονοεί τέτοιες απειλές», ανέφερε στην DW ο Βόλφγκανγκ Ρίχτερ, απόστρατος Γερμανός συνταγματάρχης και νυν ειδικός σε θέματα ασφαλείας στο Ίδρυμα Επιστήμης και Πολιτικής του Βερολίνου.
Από την πλευρά της η Ρόουζ Γκοτεμέλερ, πρώην αναπληρώτρια Γενική Γραμματέας του ΝΑΤΟ σε συνέντευξή της στο BBC δεν απέκλεισε ότι η Ρωσία μπορεί να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα. «Φοβάμαι ότι οι Ρώσοι μπορεί να αντεπιτεθούν με απρόβλεπτο τρόπο» ανέφερε χαρακτηριστικά, «ακόμη και με χρήση όπλων μαζικής καταστροφής».
Ο Βόλφγκανγκ Ρίχτερ πάντως δεν βλέπει την κατάσταση τόσο δραματική, αναλύοντας το ρωσικό δόγμα περί καταφυγής στη χρήση πυρηνικών όπλων, το οποίο προβλέπει ότι: «πρώτον, η Ρωσία θα πρέπει να έχει δεχθεί η ίδια επίθεση με πυρηνικά όπλα ή άλλα όπλα μαζικής καταστροφής. Δεύτερον, θα πρέπει να διακυβεύεται η ύπαρξη και επιβίωση του ρωσικού κράτους». Κατά τον Ρίχτερ πρόκειται για δύο επιχειρήματα που δεν έχουν κανένα έρεισμα στο διεθνές δίκαιο.
Ρωσία, η μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη
Διατηρώντας πάνω από 6.300 πυρηνικές κεφαλές, η Ρωσία διαθέτει το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον πλανήτη. Από τους ΝΑΤΟϊκούς εταίρους, μόνο οι ΗΠΑ διαθέτουν 5.800 πυρηνικές κεφαλές, η Γαλλία 300 και η Μ. Βρετανία 215. Γεγονός είναι πάντως ότι δεν υπάρχουν ακριβέστερα στοιχεία για αριθμούς, διότι τα πυρηνικά προγράμματα των εκάστοτε χωρών παραμένουν μυστικά.
Από την πλευρά της, η Γερμανία συμμετέχει στην αποτροπή πυρηνικού ολέθρου με μαχητικά αεροσκάφη Tornado της γερμανικής πολεμικής αεροπορίας, τα οποία σταθμεύουν στο Μπύχελ της Ρηνανίας-Παλατινάτου. Σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης πιλότοι της γερμανικής Luftwaffe θα μπορούσαν να ρίξουν από τα αεροσκάφη αυτά αμερικανικές πυρηνικές κεφαλές, κάτι στο οποίο εξασκούνται μια φορά τον χρόνο.
Εκτός από τη Γερμανία στο ΝΑΤΟϊκό πρόγραμμα πυρηνικής αποτροπής συμμετέχουν επίσης η Ολλανδία, το Βέλγιο και η Ιταλία. Την απόφαση για τη χρήση των αμερικανικών πυρηνικών βομβών που βρίσκονται σε αυτές τις χώρες θα έπαιρνε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Πόσο πιθανό είναι ένα πυρηνικό πλήγμα;
Από το 2014 και την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία, ο Βλάντιμιρ Πούτιν επικαλείται επανειλημμένα το πυρηνικό οπλοστάσιο της χώρας του. Σχετικά πιθανότερη θα μπορούσε να θεωρηθεί η χρήση των λεγόμενων τακτικών πυρηνικών όπλων, με σχετικά χαμηλή εκρηκτική εμβέλεια – στο ένα πεντηκοστό περίπου της πυρηνικής βόμβας που κατέστρεψε την Χιροσίμα. Ωστόσο ο Β. Ρίχτερ αμφιβάλλει αν κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί πραγματικά.
«Η Ρωσία θα γινόταν ο παρίας του κόσμου, θα έμενε ολομόναχη. Ο Πούτιν θα έχανε όλους τους συμμάχους του, συμπεριλαμβανομένης και της Κίνας», σημειώνει ο ίδιος, εκτιμώντας απίθανο το σενάριο ενός πυρηνικού πολέμου. Πριν από λίγες μέρες πάντως ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν έστειλε ένα σαφές μήνυμα προς τον Βλαντιμίρ Πούτιν μέσω του δικτύου CBS: «Μην το κάνετε! Μια τέτοια κίνηση θα άλλαζε το πρόσωπο του πολέμου όσο τίποτα άλλο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο».
Πηγή: Deutsche Welle