Η αμερικανική κυβέρνηση δεν αποκλείει καμιά επιλογή για να λυθεί το πρόβλημα των προγραμμάτων βαλλιστικών πυραύλων και πυρηνικών όπλων της Βόρειας Κορέας, διεμήνυσε ο αμερικανός αντιπρόεδρος Μάικ Πενς, κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής του στην αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη ανάμεσα στη Βόρεια και τη Νότια Κορέα, τονίζοντας ότι η «εποχή της στρατηγικής υπομονής» που επεδείκνυε η Ουάσινγκτον έναντι της Πιονγκγιάνγκ έχει λάβει τέλος.
Η Νότια Κορέα είναι ο πρώτος σταθμός της περιοδείας του Πενς σε τέσσερις ασιατικές χώρες, η οποία έχει στόχο να δείξει στους συμμάχους της Ουάσινγκτον και να υπενθυμίσει στους αντιπάλους της ότι η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ δεν στρέφει τα νώτα της στην όλο και πιο ανάστατη περιοχή αυτή το κόσμου.
Ο Πενς, ο πατέρας του οποίου υπηρέτησε στον Πόλεμο της Κορέας (1950-’53), τόνισε ότι η Ουάσινγκτον επιδιώκει να υπάρξει ασφάλεια «με ειρηνικά μέσα, με μια διαπραγμάτευση. Αλλά όλες οι επιλογές είναι πάνω στο τραπέζι για την επίτευξη των στόχων και παραμένουμε στο πλευρό των Νοτιοκορεατών» κατά την επίσκεψή του στο χωριό Πανμουντζόν, στα σύνορα των δύο χωρών, όπου υπογράφτηκε η συμφωνία κατάπαυσης του πυρός το 1953.
Ο Πενς έκανε τις δηλώσεις αυτές στο Freedom House, ένα κτίριο που απέχει μόνο μερικά μέτρα από τα «σύνορα της ελευθερίας», κατά την έκφραση που χρησιμοποίησε. Διαβεβαίωσε ότι η σχέση ανάμεσα στις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα αντέχει σε «κάθε δοκιμασία» και παραμένει «πολύ ισχυρή».
«Υπήρξε μια περίοδος στρατηγικής υπομονής, αλλά η εποχή της στρατηγικής υπομονής τέλειωσε», επέμεινε.
«Το μήνυμα του λαού των ΗΠΑ είναι ότι επιδιώκουμε την ειρήνη, αλλά η Αμερική επιδίωξε (…) να φθάσουμε στην ειρήνη και με τη χρήση ισχύος, και το μήνυμά μου σήμερα, ενώ βρίσκομαι μαζί με τις αμερικανικές δυνάμεις στην Κορέα, με τους θαρραλέους στρατιώτες της Νότιας Κορέας, είναι ένα μήνυμα αποφασιστικότητας», πρόσθεσε ο αμερικανός αντιπρόεδρος.
«Ο λαός της Βόρειας Κορέας και ο στρατός της Βόρειας Κορέας δεν πρέπει να κάνουν λάθος όσον αφορά την αποφασιστικότητα των ΗΠΑ να σταθούν στο πλευρό των συμμάχων τους», είπε. Ο Πενς εξέφρασε την ελπίδα ότι η Κίνα «θα κάνει τις ενέργειες που απαιτούνται για να υπάρξει αλλαγή στην πολιτική» της Βόρειας Κορέας. «Αλλά όπως ο πρόεδρος κατέστησε πολύ σαφές, είτε η Κίνα θα αντιμετωπίσει αυτό το πρόβλημα ή θα το κάνουμε εμείς, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί μας», συμπλήρωσε.
Τρία αμερικανικά αεροπλανοφόρα—τα USS Carl Vinson, USS Ronald Reagan και USS Nimitz—θα πλεύσουν στη Θάλασσα της Ιαπωνίας την επόμενη εβδομάδα, μεταδίδουν νοτιοκορεάτικα ΜΜΕ.
Η Ουάσινγκτον και η Σεούλ συζητούν τη διεξαγωγή κοινών ναυτικών γυμνασίων, στα οποία θα πάρουν μέρος τα τρία αεροπλανοφόρα, με το Καρλ Βίνσον να αναμένεται να εισέλθει στη Θάλασσα της Ιαπωνίας ως την 25η Απριλίου και τα άλλα δύο να αναμένονται στην περιοχή σύντομα, μετέδωσε το νοτιοκορεάτικο πρακτορείο ειδήσεων Yonhap, επικαλούμενο μια πηγή προσκείμενη στην κυβέρνηση της Νότιας Κορέας.
Την Κυριακή οι ένοπλες δυνάμεις της Νότιας Κορέας και των ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι κατέγραψαν μια αποτυχημένη δοκιμαστική εκτόξευση ενός βαλλιστικού πυραύλου από την Πιονγκγιάνγκ. Την Παρασκευή, το βορειοκορεάτικο επιτελείο απείλησε ότι θα καταστρέψει αμερικανικά πολεμικά που πλέουν κοντά στην κορεατική χερσόνησο σε περίπτωση αμερικανικής επίθεσης. Το Καρλ Βίνσον, το οποίο συνοδεύουν πολλά ακόμη αμερικανικά πολεμικά, συμπεριλαμβανομένων αντιτορπιλικών, έλαβε διαταγή να πλεύσει προς την κορεατική χερσόνησο στις αρχές Απριλίου.
Ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας Σίνζο Άμπε προέτρεψε σήμερα τη Βόρεια Κορέα να απόσχει από περαιτέρω προκλητικές ενέργειες, να συμμορφωθεί προς τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και να εγκαταλείψει το πρόγραμμά της για την απόκτηση πυραύλων ικανών να φέρουν πυρηνικές κεφαλές.
Ο Άμπε, σε ομιλία του ενώπιον της ιαπωνικής Βουλής, σημείωσε ότι θα ανταλλάξει απόψεις για τη Βόρεια Κορέα με τον πρόεδρο της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν κατά τη συνάντησή τους αργότερα εντός του μήνα.
Οι ΗΠΑ, οι σύμμαχοί τους και η Κίνα εργάζονται μαζί πάνω σε μια γκάμα αντιδράσεων για την νέα πυραυλική δοκιμή της Βόρειας Κορέας, δήλωσε χθες ο σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ για θέματα εθνικής ασφαλείας, ο στρατηγός Χέρμπερτ Ρέιμοντ ΜακΜάστερ, κάνοντας λόγο περί μιας διεθνούς ομοφωνίας για την ανάληψη δράσης.