Εν μέσω πανδημίας στήθηκε στο Μύνστερ μια υπαίθρια έκθεση για τα ελληνικά μαρτυρικά χωριά. Πρόκειται ουσιαστικά για μια ιστορική αναδρομή που κατατοπίζει τους περιπλανώμενους επισκέπτες για άγνωστες πτυχές της γερμανικής κατοχής.
Το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων σημαδεύει μέχρι και σήμερα τις ελληνογερμανικές σχέσεις, επαναφέροντας συχνά τις σκοτεινές μνήμες της γερμανικής κατοχής, των μαζικών εκτελέσεων και του Ολοκαυτώματος. «Αντίθετα με αυτό που πιστεύουν πολλοί Έλληνες, μόνο λίγοι στην Γερμανία και στην Ευρώπη γνωρίζουν για τα μαρτυρικά χωριά και τις μαρτυρικές πόλεις της Ελλάδας. Οι σφαγές και οι εκτελέσεις αμάχων, ο εκτοπισμός και η εξόντωση των Ελλήνων Εβραίων, παραμένουν άγνωστα», υπογραμμίζει ο Μπάμπης Χ. Καρπουχτσής, υποψ. διδάκτορας πολιτικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Ιένας.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Μια υπαίθρια έκθεση με τον τίτλο «Γερμανικά εγκλήματα στην Ελλάδα» στον προαύλιο χώρο της Βίλας τεν Χόμπελ στο Μύνστερ ρίχνει φως στις σκοτεινές αυτές σελίδες της ιστορίας και τους ελληνικούς τόπους μνήμης όπως γράφει η Deutsche Welle. Η βίλα του τσιμεντοβιομήχανου Ρούντολφ τεν Χόμπελ είχε μετατραπεί από τους ναζί σε αρχηγείο της αστυνομίας και σήμερα είναι ιστορικό κέντρο αφιερωμένο στα θύματα του εθνικοσοσιαλισμού.
Η ιδέα της έκθεσης προέκυψε τον Σεπτέμβριο του 2019 στα πλαίσια ενός προγράμματος ανταλλαγής Γερμανών ιστορικών και ερευνητών, που ασχολούνται με τα εγκλήματα του Εθνικοσοσιαλισμού. Επί κεφαλής της ομάδας και του ταξιδιού ήταν ο Άλφονς Κένκμαν, καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας. Στο ταξίδι συμμετείχαν επίσης ο Πέτερ Ρέμερ και ο Κρίστοφ Σπίκερ, διευθυντής της Βίλας τεν Χόμπελ.
«Τέτοια προγράμματα ανταλλαγής προσανατολίζονται κυρίως από γερμανικής πλευράς σε χώρες όπως η Πολωνία και το Ισραήλ. Παρόλα αυτά, καθώς η Γερμανία είναι μία πολυπολιτισμική κοινωνία και στην περιοχή εδώ μένουν πολλοί Έλληνες, αποφασίσαμε αυτή τη φορά να ακολουθήσουμε τα „ιστορικά χνάρια“ στην Ελλάδα» αναφέρει ο επιστημονικός συνεργάτης, Πέτερ Ρέμερ.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Λόγω των μέτρων κατά της εξάπλωσης της πανδημίας, οι διοργανωτές της έκθεσης έπρεπε να αναζητήσουν μία διαφορετική μορφή από εκείνη που είχαν αρχικά προγραμματίσει για να τιμήσουν τη μνήμη των θυμάτων. Μέσα από αφίσες, που κρέμασαν στον προαύλιο χώρο του ιστορικού κέντρου, κάνουν μία αναδρομή στο ταξίδι τους στην Ελλάδα, με ειδικές αναφορές στους τόπους μνήμης που επισκέφτηκαν και τα εγκλήματα των ναζί που διαπράχθηκαν. Το “Gallery Walk”, οπως ονόμασαν το πρότζεκτ, παραμένει έτσι προσβάσιμο στους επισκέπτες παρά τα αυστηρά μέτρα κατά της πανδημίας.
Από την Κάνδανο μέχρι το Χορτιάτη
Μέσα σε μια εβδομάδα επισκέφτηκαν μαρτυρικά χωριά, πόλεις και τόπους μνήμης ξεκινώντας από την Κάνδανο, για να φτάσουν μέχρι το στρατόπεδο Παύλου Μελά στη Θεσσαλονίκη και το Χορτιάτη, καλύπτοντας έτσι όλο το εύρος της ιστορικής μνήμης – από τις εβραϊκές κοινότητες σε Λάρισα και Θεσσαλονίκη, τις καταστροφές χωριών και τις μαζικές εκτελέσεις μέχρι την διπλή ιστορία του στρατοπέδου της Καισαριανής.
«Κάποιες στιγμές κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, έχοντας διαβάσει ήδη αρκετά για το ζήτημα, θεωρούσα απίστευτα ντροπιαστικό το πόσο μικρές ήταν οι αποζημιώσεις που πλήρωσε το γερμανικό κράτος στους Έλληνες την δεκαετία του ’50 – Αναλογιζόμενος μάλιστα παράλληλα ότι μέρος αυτών των αποζημιώσεων ήταν και η αγορά ελληνικού καπνού… Όταν επισκεφτήκαμε τα μαρτυρικά χωριά και τις περιοχές όπου οι κάτοικοι εκτελέστηκαν μαζικά, τότε ένιωσα τεράστια ντροπή για την ύβρη των Γερμανών της δεκαετίας του ‘50», αναφέρει ο καθηγητής, Άλφονς Κένκμαν.
Αν και η ανταπόδοση της επίσκεψης από ελληνικής πλευράς δεν έγινε εφικτό να γίνει φέτος λόγω της πανδημίας, έχει ήδη προγραμματιστεί για του χρόνου. Έτσι, σύμφωνα με τον καθ. Κένκμαν, με αυτή την πρωτοβουλία δημιουργήθηκε ένας νέος δίαυλος επικοινωνίας με την Ελλάδα. Μάλιστα, αναφερόμενος στις αδελφοποιημένες πόλεις Λειψία και Θεσσαλονίκη υπογράμμισε πως και ως καθηγητής στο εκεί πανεπιστήμιο θα προωθήσει τις ανταλλαγές «κυρίως όσον αφορά το στρατόπεδο συγκέντρωσης Παύλος Μελάς στη Θεσσαλονίκη. Το θέμα προσφέρει δυνατότητες για ενδιαφέροντα προγράμματα, τα οποία μπορούν να συνδέσουν τις δύο αδελφοποιημένες πόλεις μεταξύ τους».
Άλλωστε, όπως υπογραμμίζει και ο κ. Καρπουχτσής «Ο διάλογος και οι επισκέψεις κοινωνίας των πολιτών και ερευνητών συμβάλλουν στην ανάδειξη της ιστορίας και την ενδυνάμωση της δημοκρατίας σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο».
Η έκθεση θα παραμείνει στον εξωτερικό χώρο της Βίλας τεν Χόμπελ μέχρι τις αρχές Φεβρουαρίου 2021. Στη συνέχεια θα ταξιδέψει και σε άλλες γερμανικές πόλεις – εφόσον τα μέτρα κατά της πανδημίας το επιτρέπουν…