Η επίθεση που εξαπέλυσε το Ιράν το βράδυ της Τρίτης (01.10.2024) κατά του Ισραήλ με 181 βαλλιστικούς πυραύλους ανάγκασε σχεδόν 10 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλη την ισραηλινή επικράτεια να παραμείνουν σε καταφύγια για να προφυλαχθούν από την μαζική αυτή προβολή ισχύος, η οποία ωστόσο κρίθηκε τελικά ως αποτυχία, αφού δεν καταστράφηκαν, σύμφωνα με τους IDF, στρατηγικές υποδομές, βάσεις και εξοπλισμοί.
Από την πλευρά της Τεχεράνης, το μπαράζ βαλλιστικών πυραύλων ήταν αντίποινα για τους θανάτους του ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγιε, του ηγέτη της Χεζμπολάχ, Χασάν Νασράλα και άλλων κορυφαίων στελεχών των Φρουρών της Επανάστασης. Οι πολλές διαδοχικές «ήττες» από το Ισραήλ είχαν πλήξει το γόητρο του Ιράν, που έπρεπε κάπως να απαντήσει για να προφυλάξει την αξιοπιστία της.
Το Ιράν ισχυρίστηκε ότι η επίθεση είχε ως στόχο τρεις στρατιωτικές βάσεις και τα stealth μαχητικά αεροσκάφη πολλαπλών ρόλων πέμπτης γενιάς τύπου F-35, χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων και τους υπερηχητικούς πυραύλους τύπου Fattah-2, τονίζοντας μάλιστα ότι «το 90%» των πυραύλων του έπληξαν επιτυχώς τους στόχους τους».
Βέβαια, το Ισραήλ ανακοίνωσε ότι σημειώθηκαν μόνο δυο ελαφριοί τραυματισμοί στο Ισραήλ και ότι ένας Παλαιστίνιος σκοτώθηκε από συντρίμμια πυραύλου που κατέπεσαν στην Ιεριχώ, στην κατεχόμενη Δυτική Όχθη, ενώ μεμονωμένα συντρίμμια πυραύλων προκάλεσαν υλικές ζημιές, με αποτέλεσμα να χαρακτηρίσει επιτυχημένη την δράση των δυνάμεων αεροπορικής άμυνας. Αυτό οφείλεται στην πολυεπίπεδη αντιπυραυλική προστασία του Ισραήλ από τρία διαφορετικά συστήματα αεροπορικής άμυνας, το Iron Dome για την αναχαίτιση απειλών μικρής εμβέλειας, το David’s Sling για την αναχαίτιση απειλών μεσαίας έως μεγάλης εμβέλειας και τα Arrow για την αναχαίτιση απειλών μεγάλης εμβέλειας (π.χ βαλλιστικών πυραύλων).
Το Iron Dome
Μετά τον πόλεμο Ισραήλ και Χεζμπολάχ το 2006, στην οποία η σιιτική λιβανέζικη οργάνωση προκάλεσε μεγάλες ζημιές και σκότωσε δεκάδες Ισραηλινούς με μαζικές εκτοξεύσεις ρουκετών, οι Ισραηλινοί αποφάσισαν να αναπτύξουν ένα σύστημα αεράμυνας για την αναχαίτιση αυτών των απειλών. Μέσα σε περίπου πέντε χρόνια το πρώτο σύστημα Iron Dome ήταν έτοιμο και τέθηκε σε επιχειρησιακή λειτουργία, αναχαιτίζοντας την πρώτη του επίθεση τον Απρίλιο του 2011. Έκτοτε αποτελεί ένα από τα πιο γνωστά και αποτελεσματικά συστήματα αεράμυνας διεθνώς.
Χρησιμοποιείται για να εξουδετερώνει επιθέσεις μικρής εμβέλειας, όπως ρουκέτες και βλήματα πυροβολικού διαμετρήματος 155 χιλιοστών με εμβέλεια έως και 70 χιλιόμετρα, υπό κάθε είδους καιρικές συνθήκες, ημέρα ή νύχτα. Μπορεί να αντιμετωπίσει πολλαπλές απειλές ταυτόχρονα και έχει την ικανότητα να αξιολογεί ποιες ρουκέτες απειλούν πραγματικά κατοικημένες περιοχές και ποιες όχι, στοχεύοντας τις πραγματικά επικίνδυνες απειλές.
Αποτελείται από τρία βασικά τμήματα, το σύστημα ραντάρ, το σύστημα ελέγχου πυρός και το σύστημα εκτόξευσης πυραύλου αναχαίτισης τύπου Tamir. Μία πυροβολαρχία αποτελείται από μία μονάδα ραντάρ και τρεις εκτοξευτές, με τον κάθε εκτοξευτή να περιέχει 20 αναχαιτιστικούς πυραύλους. Κάθε πυροβολαρχία θεωρείται πως είναι ικανή να προστατέψει μία αστική περιοχή έκτασης περίπου 150 τετραγωνικών χιλιομέτρων και την επανδρώνουν περίπου εκατό άτομα. Στην χθεσινή επίθεση του Ιράν, αρκετοί δήλωσαν ότι το Iron Dome απέτυχε, ωστόσο είναι λάθος ισχυρισμός αφού το Iron Dome δεν έχει σχεδιαστεί ούτε λειτουργεί για την αναχαίτιση βαλλιστικών πυραύλων. Αυτή την ευθύνη έχουν τα παρακάτω συστήματα.
David’s Sling
Το δεύτερο επίπεδο της αντιαεροπορικής πυραυλικής «ομπρέλας» του Ισραήλ είναι το σύστημα David’s Sling, που αναπτύχθηκε από την ισραηλινή εταιρεία Rafael και την αμερικανική εταιρεία Raytheon και τέθηκε σε επιχειρησιακή λειτουργία το 2017. Έχει σχεδιαστεί για να αναχαιτίζει εχθρικά αεροσκάφη, πυραύλους cruise, και τακτικούς βαλλιστικούς πυραύλους αλλά και βλήματα μεσαίους και μεγάλου βεληνεκούς σε εμβέλεια μέχρι και 300 χιλιόμετρα.
Εκτοξεύει τον ισχυρό και ιδιαίτερα ευέλικτο πύραυλο αναχαίτισης τύπου Stunner, ο οποίος έχει την ικανότητα να εξουδετερώνει σύγχρονους βαλλιστικούς πυραύλους. Τα συστήματα David’s Sling αντικατέστησαν τα συστήματα Patriot που διέθετε το Ισραήλ και μάλιστα η Φινλανδία υπέγραψε πέρσι συμφωνία προμήθειάς τους, αναγνωρίζοντας την ακρίβεια, αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα που προσφέρουν για την προστασία των στρατηγικών υποδομών της.
Arrow
Το τρίτο και τελευταίο στάδιο της αντιπυραυλικής «ασπίδας» του Ισραήλ είναι τα συστήματα τύπου Arrow-2 και Arrow-3, που χρησιμοποιούνται κυρίως για την εξουδετέρωση εχθρικών βαλλιστικών πυραύλων και απειλών σε μεγάλη εμβέλεια. Αναπτύχθηκε από κοινού από τον Ισραηλινό Οργανισμό Πυραυλικής Άμυνας (Israel Missile Defense Organization) και την Υπηρεσία Πυραυλικής Άμυνας (Missile Defense Agency) των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το σύστημα αεράμυνας τύπου Arrow-2 τέθηκε σε επιχειρησιακή λειτουργία για πρώτη φορά το 2000 και έκτοτε έχουν αναπτυχθεί νέες διαμορφώσεις για την διαρκή αναβάθμιση των δυνατοτήτων του. Αποτελεί τον κύριο «εξολοθρευτή» εχθρικών βαλλιστικών πυραύλων εδώ και δύο δεκαετίες και το 2020 κατάφερε σε δοκιμή να αναχαιτίσει βαλλιστικό πύραυλο μεσαίου βεληνεκούς. Μια πυροβολαρχία κοστίζει περίπου 170 εκατομμύρια δολάρια και οι πύραυλοι αναχαιτίζουν απειλές εντός της ατμόσφαιρας.
Από την άλλη, το σύστημα αεράμυνας τύπου Arrow-3 χρησιμοποιεί μια αποσπώμενη κεφαλή που συγκρούεται με το στόχο και είναι σχεδιασμένο για να αναχαιτίζει βαλλιστικούς πυραύλους έξω από την ατμόσφαιρα της Γης, σε ύψος που επιτρέπει την ασφαλή καταστροφή οποιασδήποτε μη συμβατικής κεφαλής, ενώ ακόμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την καταστροφή εχθρικών δορυφόρων. Διαφέρει ως προς το Arrow-2, διότι οι πύραυλοι που εκτοξεύει έχουν μεγαλύτερη εμβέλεια και μεγαλύτερη ταχύτητα, αφού η εμπλοκή γίνεται στο διάστημα.
Συμπερασματικά, η ολοκληρωμένη και πολυεπίπεδη αντιπυραυλική άμυνα απέναντι σε κάθε είδους εναέρια απειλή, σε συνδυασμό με την χρήση προηγμένων ραντάρ και πολύτιμης εμπειρίας από πρόσφατες και προηγούμενες συγκρούσεις, είναι οι λόγοι για τους οποίους κατάφεραν οι Ισραηλινοί να αντιμετωπίσουν την ιρανική επίθεση της 1ης Οκτωβρίου 2024, δίχως ανθρώπινη απώλεια και ζημιές σε βάσεις και υποδομές.