Στην εθνική τελετή για τον φόρο τιμής στους 130 νεκρούς και τους 350 τραυματίες, μέσα στον περίβολο του Μεγάρου των Απομάχων όπου έχουν ταφεί οι μεγάλες μορφές της Ιστορίας της Γαλλίας όπως ο Ναπολέοντας, ο αρχηγός του γαλλικού κράτους κατήγγειλε “μια ορδή φονιάδων” που έδρασε “στο όνομα ενός τρελού σκοπού και ενός προδομένου Θεού”.
“Δεν θα ενδώσουμε ούτε στο φόβο ούτε στο μίσος. Αυτοί που έπεσαν νεκροί στις 13 Νοεμβρίου ενσάρκωναν τις αξίες μας, και είναι καθήκον μας σήμερα περισσότερο από ποτέ οι αξίες αυτές να ζήσουν. Αν ο θυμός μας έχει κυριεύσει, θα τον διοχετεύσουμε στην ήρεμη αποφασιστικότητα να προασπίσουμε την ελευθερία”, δήλωσε ο Ολάντ.
Οι δολοφόνοι χτύπησαν “τη νεολαία ενός ελεύθερου λαού που λατρεύει τον πολιτισμό, τον δικό του πολιτισμό, δηλαδή όλους τους πολιτισμούς”, πρόσθεσε. “Αυτή η μουσική ήταν αφόρητη για τους τρομοκράτες. Αυτή την αρμονία ήθελαν να χαλάσουν, να καταστρέψουν, αυτή τη χαρά ήθελαν να θάψουν μέσα στον θόρυβο από τις βόμβες τους. Και λοιπόν, δεν θα σταματήσουν”, είπε. “Και για να τους δώσουμε καλύτερη απάντηση, θα αυξήσουμε τα τραγούδια, τις συναυλίες, τις παραστάσεις, θα συνεχίσουμε να πηγαίνουμε στα στάδια, κυρίως στο διάσημο Σταντ ντε Φρανς, στο Σεν Ντενί”, συνέχισε.
“Εκατόν τριάντα ζωές χάθηκαν, 130 γέλια δεν θα ξανακουστούν. Παρά τα δάκρυα, αυτή η γενιά έχει γίνει σήμερα το πρόσωπο της Γαλλίας”, δήλωσε ο αρχηγός του κράτους κλείνοντας την ομιλία του, όπου τόνισε ότι τα θύματα ήταν “κάθε ηλικίας” και στην “πλειονότητά τους, ήταν κάτω των 35 ετών”.
Ο ιδιαίτερα συγκινητικός φόρος τιμής, στον οποίο μετείχαν μέλη των οικογενειών των θυμάτων, τραυματίες, εκπρόσωποι όλης της πολιτικής τάξης, των δυνάμεων ασφαλείας και υπηρεσιών διάσωσης, άρχισε με τον εθνικό ύμνο, τη Μασσαλιώτιδα.
Στη συνέχεια, ακούστηκε το τραγούδι του Βέλγου Ζακ Μπρελ “Quand on n’a que l’amour”, ενώ σε γιγαντοοθόνη προβάλλονταν φωτογραφίες των θυμάτων. Ακολούθησε το “Perlimpinpin” της Μπαρμπαρά που ερμήνευσε η τραγουδίστρια Ναταλί Ντεσέ.
Ο Κριστόφ, 48 ετών, η Λόλα, 17 ετών … η θλιβερή λιτανεία των ονομάτων των θυμάτων, που θέρισαν οι τρομοκράτες σε καφενεία ή στην αίθουσα συναυλιών Μπατακλάν, στη συνέχεια εκφωνείτο εναλλάξ από μια γυναίκα και έναν άνδρα ενώπιον ενός ακροατηρίου που στεκόταν όρθιο. Περίπου 2.600 πολίτες παρέστησαν στην εθνική τελετή στο προαύλιο του Μεγάρου των Απομάχων, ενός μνημείου με χρυσό θόλο στην καρδιά του Παρισιού.
Ορισμένες οικογένειες των θυμάτων, ωστόσο, αρνήθηκαν να μετάσχουν σε αυτόν τον φόρο τιμής και δεν παρέστησαν λέγοντας ότι η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτε μετά τις πρώτες επιθέσεις τον Ιανουάριο (17 νεκροί), την ευθύνη για τις οποίες είχε αναλάβει επίσης η τζιχαντιστική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος. Εκτός από τα μέλη της κυβέρνησης, πολλές προσωπικότητες από όλη την πολιτική τάξη ήταν εκεί, μεταξύ τους ο πρώην πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, οι πρώην πρωθυπουργοί Λιονέλ Ζοσπέν, Ζαν-Πιερ Ραφαρέν, Φρανσουά Φιγιόν και η δήμαρχος του Παρισιού Αν Ινταλγκό.