Ένα δικαστήριο στην Ολλανδία απάλλαξε σήμερα από όλες τις κατηγορίες μιας γιατρό που κατηγορήθηκε πως έκανε ευθανασίας σε μια ηλικιωμένη γυναίκα, χωρίς να έχει βεβαιωθεί πως η ασθενής είχε δώσει με σαφήνεια τη συγκατάθεσή της.
Η υπόθεση αυτή συγκλονίζει την Ολλανδία από το 2016, όντας η πρώτη χώρα που νομιμοποίησε την ευθανασία, ενώ σύμφωνα με τις εισαγγελικές αρχές η 74χρονη ασθενής, είχε αρχικά εκφράσει την επιθυμία να της γίνει ευθανασία, όμως στη συνέχεια έδινε αντικρουόμενες ενδείξεις όσον αφορά αυτή την απόφασή της.
Η γιατρός, που τότε εργαζόταν σε έναν οίκο ευγηρίας και τα στοιχεία της δεν αποκαλύφθηκαν, κατηγορήθηκε ότι “υπέθεσε ότι η κυρία εξακολουθούσε να θέλει να πεθάνει, χωρίς να το εξακριβώσει”.
Ωστόσο η δικαστής Μαριέτε Ρένκενς έκρινε σήμερα πως η ασθενής είχε εκφράσει την επιθυμία της κατά το αρχικό στάδιο της ασθένειάς της και πως η 68χρονη γιατρός ενήργησε σύμφωνα με τον νόμο και μάλιστα αφού προηγουμένως συμβουλεύτηκε άλλους συναδέλφους της και την οικογένεια της 74χρονης.
“Θεωρούμε ότι, δεδομένου ότι η ασθενής έπασχε από προχωρημένη άνοια, η γιατρός δεν χρειαζόταν να επιβεβαιώσει την επιθυμία της να της γίνει ευθανασία”, εξήγησε η δικαστής.
Το ακροατήριο ξέσπασε σε χειροκροτήματα μόλις ανακοινώθηκε η απόφαση, ενώ η υπόθεση αυτή ήταν η αφορμή να ξεκινήσει και πάλι στην Ολλανδία η συζήτηση για το αν μπορούν οι άνθρωποι που πάσχουν από άνοια να μπορούν να αποφασίζουν για ένα τέτοιο θέμα.
Η ευθανασία επιτρέπεται στην Ολλανδία, αλλά υπό αυστηρούς όρους και χρειάζονται τουλάχιστον δυο γιατροί να βεβαιώσουν πως δεν υπάρχει άλλη λύση για τον ασθενή καθώς και πως δεν υπάρχει ελπίδα για βελτίωση της κατάστασης της υγείας του.
Η εισαγγελία υποστήριζε ότι η γιατρός, η οποία σήμερα έχει πλέον βγει στη σύνταξη, έπρεπε να είχε κάνει μια πιο “λεπτομερή” συζήτηση με την ασθενή. Η δικαστής όμως όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, απέρριψε την κατηγορία επισημαίνοντας ότι η κατάσταση της 74χρονης ήταν τέτοια που πλέον “τρόμαζε βλέποντας την εικόνα της στον καθρέφτη”.
“Δεδομένου ότι η ασθενής δεν ήταν πλέον συγκροτημένη, η γιατρός δεν θα μπορούσε να εξάγει συμπεράσματα συνομιλώντας μαζί της”, πρόσθεσε.
Στην κατάθεσή της, η γιατρός είχε δηλώσει ότι έβαλε ένα υπνωτικό φάρμακο στον καφέ της ασθενούς για να κοιμηθεί γρήγορα. Στη συνέχεια, ο σύζυγος και το παιδί της την κράτησαν στο κρεβάτι, ενόσω η γιατρός της χορηγούσε τη θανατηφόρα ένεση.
Όταν ενημερώθηκε ότι έπασχε από Αλτσχάιμερ, η ασθενής είχε συντάξει μια γραπτή δήλωση με την οποία ζητούσε να της γίνει ευθανασία και να μην την βάλουν σε ειδικό οίκο ευγηρίας.