Η στρατηγική για τη Μέση Ανατολή του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, που αναγνώρισε χθες την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, βρίσκεται στον αντίποδα αυτής του προκατόχου του, Μπαράκ Ομπάμα.
Ισραήλ και Παλαιστίνιοι
Ο Ρεπουμπλικάνος επέστρεψε σε μια πολιτική πλήρους στήριξης του Ισραήλ μετά το τέλος της θητείας του Ομπάμα, η οποία σημαδεύτηκε από μια ανοικτή κρίση με το εβραϊκό κράτος μετά την άρνηση των ΗΠΑ να ασκήσουν βέτο σε μια απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που καταδίκαζε τον ισραηλινό εποικισμό.
Ο νέος Αμερικανός πρεσβευτής Ντέιβιντ Φρίντμαν είναι γνωστός για τις αμφιλεγόμενες απόψεις του υπέρ του εβραϊκού εποικισμού και η Ουάσινγκτον ανακοίνωσε την αποχώρησή της από την Unesco, κατηγορώντας την για αντι-ισραηλινή πολιτική.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου χαιρέτισε την εκλογή του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, επισημαίνοντας ότι αναμένει μια «πιο ισχυρή από ποτέ» συμμαχία μεταξύ των χωρών τους.
Ο Τραμπ έχει επιφορτίσει τον γαμπρό και στενό του σύμβουλο Τζάρεντ Κούσνερ με την επανέναρξη των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστινίων. Ωστόσο ο Αμερικανός πρόεδρος έχει πάρει αποστάσεις από την ιδέα της δημιουργίας ενός παλαιστινιακού κράτος και οι Παλαιστίνιοι ηγέτες δεν κρύβουν πλέον την αγανάκτησή τους απέναντι στην κυβέρνησή του και κυρίως μετά την απειλή να κλείσει η διπλωματική τους αποστολής στην Ουάσινγκτον.
Ιράν
Ο Τραμπ θεωρεί το Ιράν την κύρια περιφερειακή απειλή και έχει αυξήσει τις πύρινες δηλώσεις σχετικά με τον «αποσταθεροποιητικό» ρόλο της Τεχεράνης στην Υεμένη, τη Συρία και τον Λίβανο.
Αντίθετος στη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, που υπεγράφη το 2015, έχει απειλήσει να αποσύρει τις ΗΠΑ από αυτή «ανά πάσα στιγμή» και αρνήθηκε να επαναβεβαιώσει τη συμμόρφωση της Τεχεράνης στους όρους της.
Από την πλευρά του ο Ομπάμα είχε χαιρετίσει την υπογραφή της, επισημαίνοντας ότι πρόκειται «για μια ευκαιρία να πάμε προς μια νέα κατεύθυνση».
Οι υπόλοιπες χώρες που έχουν υπογράψει τη συμφωνία (Ρωσία, Κίνα, Βρετανία, Γαλλία και Γερμανία) προσπαθούν να τη διασώσουν, όμως ο Νετανιάχου συνεχάρη τον Αμερικανό πρόεδρο για τη «γενναία του απόφαση» και η Σαουδική Αραβία χαιρέτισε την «σταθερή στρατηγική του» απέναντι στον κοινό τους εχθρό.
Ιστορικοί σύμμαχοι
Ο Τραμπ σύσφιξε τις σχέσεις της χώρας του με τη Σαουδική Αραβία, έπειτα από πολλά χρόνια έντασης μεταξύ της σουνιτικής μοναρχίας και των ΗΠΑ υπό την προεδρία Ομπάμα, ο οποίος κατηγορήθηκε ότι προτίμησε μια προσέγγιση με το Ιράν.
Χαρακτηριστικό της αλλαγής των διμερών σχέσεων ήταν το γεγονός ότι η πρώτη επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου στο εξωτερικό έγινε στο Ριάντ, όπου έγινε δεκτός με τιμές.
Εξάλλου ο Τραμπ στήριξε τις διώξεις που ξεκίνησε ο πρίγκιπας διάδοχος της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σάλμαν με πρόφαση την αντιμετώπιση της διαφθοράς, καθώς και για λίγο το εμπάργκο που επέβαλαν οι Σαουδάραβες τον Ιούνιο στο Κατάρ, όπου βρίσκεται μια αμερικανική στρατιωτική βάση.
Η σουνιτική απόλυτη μοναρχία του Ριάντ διασφαλίζει σύμφωνα με τον Τραμπ την περιφερειακή σταθερότητα, παρά τις στρατιωτικές της επεμβάσεις στην Υεμένη τώρα και το 2011 στο Μπαχρέιν.
Παράλληλα ο Αμερικανός πρόεδρος έχει ξεκινήσει μια διαδικασία προσέγγισης και με τον Αιγύπτιο ομόλογό του Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι, που κυβερνά τη χώρα με σιδηρά πυγμή από το 2013.
Οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών ήταν ιδιαίτερα τεταμένες υπό την προεδρία του Ομπάμα, ο οποίος είχε αναστείλει μέρος της στρατιωτικής βοήθειας προς το Κάιρο από το 2013 ως το 2015 μετά την αιματηρή καταστολή των υποστηρικτών του ανατραπέντος από τον στρατό ισλαμιστή προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι.
Ωστόσο το Κάιρο αποτελεί στενό σύμμαχο της Ουάσινγκτον σε θέματα αντιμετώπισης της τρομοκρατίας και έχει σημαντική θέση στην ισραηλινοπαλαιστινιακή σύγκρουση.
Τον Απρίλιο ο Ντόναλντ Τραμπ εκτίμησε ότι ο Σίσι κάνει «φανταστική δουλειά», όμως τον Αύγουστο η Ουάσινγκτον ανακοίνωσε το μερικό πάγωμα της στρατιωτικής της βοήθειας προς την Αίγυπτο εν αναμονή «προόδων στη δημοκρατία».
Νέα αλλαγή πορείας τον Σεπτέμβριο, όταν ανακοινώθηκε ότι ο Λευκός Οίκος εξετάζει την παροχή εκ νέου στρατιωτικής βοήθειας στην Αίγυπτο.
Συρία
Ο Τραμπ, που κατηγορούσε τον Μπαράκ Ομπάμα ότι εμφανίζεται επιεικής απέναντι στον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ, έδωσε εντολή τον Απρίλιο για την πρώτη άμεση στρατιωτική επέμβαση των ΗΠΑ στη χώρα εναντίον του συριακού στρατού: το πλήγμα με πυραύλους εναντίον μιας στρατιωτικής βάσης σε αντίποινα για μια φερόμενη χημική επίθεση εναντίον της Χαν Σεϊχούν, μιας πόλης που βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Σύρων ανταρτών, από την οποία σκοτώθηκαν 87 άνθρωποι, εκ των οποίων 31 παιδιά.
Η Ουάσινγκτον, που έχει αναπτύξει 2.000 στρατιώτες στη Συρία, διαβεβαίωσε την Τρίτη ότι η στρατιωτική παρουσία της στη χώρα θα συνεχιστεί «για όσο διάστημα κρίνεται απαραίτητο» ώστε να αποτραπεί η επάνοδος του Ισλαμικού Κράτους.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ