Είναι αμφίβολο πλέον αν θα πάρει έγκριση για κυκλοφορία το φάρμακο αντουκανουμάμπη (aducanumab) της εταιρείας Biogen, μετά από την ασυνήθιστα επικριτική στάση που κράτησε μια ανεξάρτητη συμβουλευτική επιστημονική επιτροπή ειδικών.
Η εξέλιξη αυτή ανατρέπει την αισιοδοξία που είχε δημιουργηθεί προ μόλις δύο ημερών σε γιατρούς, ασθενείς, συγγενείς, αλλά και επενδυτές, μετά τη θετική αξιολόγηση του φαρμάκου -του πρώτου για τη νόσο Αλτσχάιμερ από το 2003- από ειδικούς της Υπηρεσίας Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), της αρμόδιας εποπτικής αρχής των ΗΠΑ.
Πρόκειται για ένα μονοκλωνικό αντίσωμα, το οποίο «καθαρίζει» τον εγκέφαλο από τη συσσώρευση της πρωτεΐνης βήτα-αμυλοειδούς που καταστρέφει τα εγκεφαλικά κύτταρα. Χορηγείται μια φορά το μήνα με ενδοφλέβια ένεση και η θεραπεία εκτιμάται ότι θα είναι αρκετά ακριβή.
Η αρχική θετική αξιολόγηση -οι επιστήμονες της FDA είχαν κάνει λόγο για «ουσιαστικά στοιχεία» ότι το φάρμακο επιβραδύνει την εξέλιξη της ανίατης νευροεκφυλιστικής πάθησης- είχε εκτοξεύσει στα ύψη τη μετοχή της φαρμακοβιομηχανίας (άνοδος 44%), καθώς οι επενδυτές διέβλεπαν τεράστια κέρδη παγκοσμίως για το πολυαναμενόμενο υποψήφιο φάρμακο.
Όμως, δύο μέρες μετά, σύμφωνα με το “Science”, τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης» και τους «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς», οι ανεξάρτητοι επιστήμονες εξέφρασαν έντονο σκεπτικισμό για την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου, ιδίως με βάση τα αποτελέσματα της δεύτερης κλινικής δοκιμής του, η οποία δεν είχε καθόλου θετικά ευρήματα, αντίθετα με την πρώτη δοκιμή που είχε πιο ενθαρρυντική εικόνα και στην οποία είχε κατ’ εξοχήν βασιστεί η θετική κρίση των στελεχών της FDA. Ορισμένοι επιστήμονες του συμβουλευτικού πάνελ επέκριναν την FDA ότι προωθεί βιαστικά την έγκριση του νέου φαρμάκου.
Ο Κέιλεμπ Αλεξάντερ, καθηγητής επιδημιολογίας της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς, ανέφερε ότι η αξιολόγηση της FDA ουσιαστικά χρησιμοποιεί την ίδια γλώσσα με εκείνη της Biogen και δήλωσε ότι δεν μπορεί να καταλάβει «πώς η FDA μπόρεσε να συμπεράνει ότι βρήκε ουσιαστικά στοιχεία για την αποτελεσματικότητα του φαρμάκου». Ο Σκοτ Έμερσον, ομότιμος καθηγητής βιοστατιστικής του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον, κατηγόρησε τη Biogen ότι αναδεικνύει επιλεκτικά μόνο εκείνα τα στοιχεία της κλινικής δοκιμής που τη βολεύουν, προκειμένου να υποστηρίξει ότι το φάρμακο της «δουλεύει», παρομοιάζοντας την τακτική της με «κάποιον που πρώτα πυροβολεί προς ένα σημείο και μετά ζωγραφίζει ένα στόχο με κύκλους γύρω από τις τρύπες των πυροβολισμών».
Δέκα από τα 11 μέλη της συμβουλευτικής επιστημονικής επιτροπής ψήφισαν ότι δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία στις κλινικές δοκιμές, που να αποδεικνύουν ότι το φάρμακο είναι αποτελεσματικό. Ένα μέλος δήλωσε «αβέβαιο». Η FDA δεν έχει σχολιάσει μέχρι στιγμής την κρίση των ανεξάρτητων επιστημόνων, ενώ δεν δεσμεύεται από τη γνώμη τους για την τελική απόφαση της.
Το Μάρτιο του 2019 η Biogen διέκοψε και τις δύο σε εξέλιξη διεθνείς κλινικές δοκιμές τελικής φάσης 3 του υποψήφιου φαρμάκου, μετά από γνωμοδότηση ανεξάρτητης επιτροπής ότι αυτό δεν είναι αποτελεσματικό. Όμως, λίγους μήνες μετά, πέρυσι τον Οκτώβριο, ξάφνιασε τους πάντες δηλώνοντας ότι, μετά από περαιτέρω ανάλυση των στοιχείων των δοκιμών, διαπίστωσε ότι το aducanumab «δουλεύει» σε μεγαλύτερες δόσεις, με τους ασθενείς να εμφανίζουν κατά μέσο όρο 23% μικρότερη έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών τους, σε σχέση με όσους είχαν πάρει εικονικό φάρμακο (πλασίμπο).
Μετά από αυτό και παρόλο που αρκετοί επιστήμονες ζήτησαν να υπάρξει μια τρίτη μελέτη, η FDA φάνηκε να πείθεται. Συνήθως η ίδια απαιτεί δύο μελέτες να επιβεβαιώσουν πειστικά την αποτελεσματικότητα ενός φαρμάκου, αλλά κάνει εξαιρέσεις για σοβαρές ή θανατηφόρες παθήσεις χωρίς άλλη θεραπεία.
Όμως αν η FDA πλέον θέλει να εγκρίνει το φάρμακο, θα πρέπει να πάει κόντρα στην αξιολόγηση των ανεξάρτητων ειδικών, των οποίων η ίδια ζήτησε τη γνώμη. Όπως ανέφερε ο ‘Ααρον Κεσελχάιμ, καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, με δεδομένο ότι η πρώτη πιο θετική κλινική δοκιμή δεν ολοκληρώθηκε καν, «είναι παράξενο να εξαρτάται η FDA από τη μισή ή από τα δύο τρία τρίτα μιας μελέτης ως ένδειξη αποτελεσματικότητας ενός φαρμάκου».
Η απόφαση της FDA πρέπει να έχει ληφθεί έως τον Μάρτιο του 2021. Αν το φάρμακο δεν εγκριθεί τελικά, θα προστεθεί στον ολοένα πιο μακρύ κατάλογο αποτυχημένων κλινικών δοκιμών και διαψευσμένων προσδοκιών για υποψήφια φάρμακα κατά του Αλτσχάιμερ. Περίπου 30 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως πάσχουν από τη νόσο και ο αριθμός τους αναμένεται τουλάχιστον να διπλασιαστεί έως το 2050.
Πηγή ΑΠΕ ΜΠΕ