Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι ο πρωταγωνιστής της εκτενούς ανάλυσης του Politico.
Στο δημοσίευμα, τίθεται το ερώτημα μέχρι ποιο βαθμό είναι διατεθειμένη η Τουρκία να απομακρυνθεί από τη Δύση και να συσφίξει τις σχέσεις της με τη Ρωσία.
Τον τελευταίο χρόνο ο Ερντογάν διέταξε τη στρατιωτική εισβολή στη βορειοανατολική Συρία κατά των Κουρδικών πολιτοφυλακών, απείλησε να ανοίξει τις πύλες στους Σύρους πρόσφυγες για να πλημμυρίσουν την ΕΕ, αν η τελευταία δεν αποδεχθεί το σχέδιό του για μετεγκατάστασή τους σε ζώνη ασφαλείας στη βόρεια Συρία, άρχισε την εγκατάσταση των S-400 αψηφώντας τις ενστάσεις ΝΑΤΟ και ΗΠΑ, που απέκλεισαν την Τουρκία από το πρόγραμμα συμπαραγωγής των F-35, έστειλε όπλα στη Λιβύη κατά παράβαση σχετικού εμπάργκο του ΟΗΕ, ετοιμάζεται να στείλει τώρα και στρατιωτικές δυνάμεις, υπέγραψε το σύμφωνο με τη Λιβύη, απείλησε με βέτο τα αμυντικά σχέδια του ΝΑΤΟ για την προστασία της Πολωνίας και των χωρών της Βαλτικής από τη ρωσική επιθετικότητα αν οι νατοϊκοί εταίροι δεν χαρακτηρίσουν «τρομοκράτες» τους Κούρδους της Συρίας, ξεκίνησε γεωτρήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, έδιωξε Ισραηλινό ερευνητικό σκάφος από τα κυπριακά χωρικά ύδατα.
Ο Ερντογάν σταθερά απομακρύνει την Τουρκία από τον φιλοδυτικό της προσανατολισμό, που ξεκίνησε επί Κεμάλ Ατατούρκ και ορισμένοι φοβούνται ότι μπορεί να αποσύρει την Άγκυρα από το ΝΑΤΟ, όπως έκανε η Γαλλία του Ντε Γκωλ το 1966 κι ίσως φθάσει στο σημείο ακόμη και να απελάσει δυτικές δυνάμεις από τα τουρκικά εδάφη. Και με το Κογκρέσο να πιέζει τον Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει κυρώσεις στην Τουρκία για τους S-400 οι ΗΠΑ ενισχύουν τη στρατιωτική συνεργασία με την Ελλάδα. Άλλοι διπλωμάτες πιστεύουν, όπως σημειώνει το Politico, ότι ο Ερντογάν ίσως αποφασίσει να παραμείνει η Τουρκία στο ΝΑΤΟ, αλλά να λειτουργεί ολοένα και περισσότερο ως Δούρειος Ίππος παρακωλύοντας τη λήψη αποφάσεων που απαιτεί ομοφωνία, όπως κάνει συχνά αναφορικά με το σχεδιασμό ασκήσεων της Συμμαχίας λόγω των διαφορών της με την Ελλάδα. Σύμφωνα με τον Μαρκ Πιερίνι, πρώην πρεσβευτή της ΕΕ στην Τουρκία και νυν αναλυτή στη δεξαμενή σκέψης Carnegie Europe, «το Κρεμλίνο χρησιμοποιεί ανοικτά την Τουρκία ως μοχλό για να διαιρεί εκ των έσω το ΝΑΤO».
Φόβοι για θερμό επεισόδιο
«Κάποιοι διπλωμάτες και στρατιωτικοί αναλυτές ανησυχούν ότι ο Ερντογάν ίσως προκαλέσει ένοπλο επεισόδιο με την Ελλάδα ή την Γαλλία σε διαφιλονικούμενο εναέριο ή θαλάσσιο χώρο για να συσπειρώσει στο εσωτερικό την υποστήριξη των εθνικιστών γύρω του», σημειώνει το άρθρο θυμίζοντας ότι οι περιπολίες γαλλικών πολεμικών πλοίων τακτικά στην ανατολική Μεσόγειο, ανοικτά της Συρίας και του Λιβάνου και η παρουσία και Ιταλικών πολεμικών πλοίων πρόσφατα σε κυπριακά ύδατα, όπου η ΕΝΙ και η Total έχουν άδειες γεώτρησης, έχουν αυξήσει το θερμόμετρο της έντασης μεταξύ του Ερντογάν και του Γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, που έχει επικρίνει δριμύτατα την τουρκική εισβολή στη βόρεια Συρία. Μάλιστα ναύαρχος δυτικής χώρας που υπηρετεί στη Μεσόγειο, είπε στο Politico ότι μετά το φόβο μιας επίθεσης τζιχαντιστών σε κρουαζιερόπλοιο εκείνο που τον κρατά ξάγρυπνο τη νύχτα είναι ένα θερμό επεισόδιο με την Τουρκία ανοικτά της Κύπρου.
Ο Ερντογάν έχει αποδυναμωθεί στο εσωτερικό με τις αποχωρήσεις ηγετικών στελεχών από το κόμμα του και την δεινή κατάσταση της οικονομίας και καταφεύγει ολοένα και περισσότερο σε επίδειξη στρατιωτικής ισχύος και συγκρουσιακή ρητορική. Το τελευταίο διάστημα ανέβασε το θερμόμετρο της έντασης σε δύο μέτωπα, έτοιμος να στείλει από τη μια στρατεύματα στη Λιβύη για να πολεμήσου τις δυνάμεις του στρατηγού Χαλίφα Χαφτάρ, που υποστηρίζουν Αίγυπτος, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και Ρωσία και στέλνοντας drones στα Κατεχόμενα για να στηρίξουν τις γεωτρήσεις που η ΕΕ έχει χαρακτηρίσει παράνομες.
Αποδυναμωμένος στο εσωτερικό ο Ερντογάν καταφεύγει σε εθνικιστική ρητορική
Κατά την άποψη του Ερντογάν πρόκειται για μια νόμιμη απάντηση στην απροθυμία των δυτικών εταίρων να αναγνωρίσουν τον κίνδυνο που συνιστούν κατά την άποψη της Άγκυρας – για την ασφάλεια της Τουρκίας οι κουρδικές πολιτοφυλακές στη Συρία. Η Τουρκία, σημειώνει το Politico, είναι οργισμένη και με την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ συνεργασία Ελλάδας, Κύπρου, Ισραήλ και Αιγύπτου για τη συνεκμετάλλευση των υδρογονανθράκων στην ανατολική Μεσόγειο, που αφήνει εκτός παιχνιδιού την Άγκυρα. Ο σύμβουλος του Ερντογάν, Γκιουλνούρ Αϊμπέτ, υποστηρίζει ότι η σύσφιξη των σχέσεων με τη Ρωσία δεν είναι παρά «μια σε μεγάλο βαθμό ρεαλιστική συνεργασία, όπου συνεργαζόμαστε εκεί που μπορούμε κι αφήνουμε στην άκρη περιοχές όπου διαφωνούμε». Σύμφωνα με την επίσημη γραμμή της Τουρκίας η αγορά των S-400 προχώρησε επειδή οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να της πουλήσουν συστήματα Patriot και ευρωπαϊκές χώρες επείσης αρνήθηκαν να της παραχωρήσουν τεχνολογία προηγμένων αντιπυραυλικών συστημάτων.
«Μηχανισμός για αποπομπή λοξοδρομούντος μέλους δεν υπάρχει στο ΝΑΤΟ. Στο παρελθόν η Συμμαχία έκανε τα στραβά μάτια σε στρατιωτικές δικτατορίες στην Ελλάδα και την Τουρκία. Αλλά διπλωμάτες λένε ότι θα πρέπει να βρεθούν ρεαλιστικοί τρόποι χειρισμού της Άγκυρας, αν δεν πειστεί να εγκαταλείψει τους S-400. Στο πολιτικό μέτωπο η ΕΕ θ α μπορούσε θεωρητικά να τραβήξει την πρίζα από τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας, που δεν οδηγούν πουθενά δεδομένης της επίθεσης του Ερντογάν στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, την ελευθερία του Τύπου και τον σεβασμό των πολιτικών δικαιωμάτων μετά την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016. Αλλά μια τέτοια κίνηση θα διακινδύνευε ένα νέο προσφυγικό κύμα προς την Ευρώπη και θα έβλαπτε σοβαρά μια σημαντική και για τις δύο πλευρές οικονομική συνεργασία», υπογραμμίζει το άρθρο. Και καταλήγει:
«Ο Ερντογάν χρειάζεται να διατηρήσει μια σταθερή ροή ξένων επενδύσεων στη χώρα του για να σταθεροποιήσει την οικονομία και να καθησυχάσει την μεσαία αστική τάξη, που βοήθησε να αναπτυχθεί η πρώτη δεκαετία ευημερίας, που ήταν ο ίδιος στην εξουσία. Το πολιτικό του όνειρο είναι να επιστεγάσει την επί δύο δεκαετίες διακυβέρνηση της χώρας από το κόμμα του επανιδρύοντας ως νέος Ατατούρκ την Τουρκική Δημοκρατία στην εκατοστή επέτειο από την ίδρυσή της το 2023. Κι αυτό δίνει σε δυτικούς αξιωματούχους την ελπίδα ότι ο Ερντογάν θα σταματήσει να κλιμακώνει τη συγκρουσιακή του πορεία προτού οδηγηθεί σε κρίση. Τουλάχιστον προς το παρόν».
Πηγή: Politico