Ιδιαίτερη προσοχή δίνει η εκπρόσωπος του ΠΟΥ στη Ρωσία στην ανάγκη τήρησης του περιορισμού των επαφών καθώς, όπως λέει, αν αξιοποιηθούν οι γνώσεις που έχουν αποκτηθεί, «θα μπορέσουμε να συγκρατήσουμε το επίπεδο των κρουσμάτων σε χαμηλά επίπεδα».
Το δεύτερο κύμα της πανδημίας του κορονοϊού είναι αναπόφευκτο επειδή η πλειοψηφία του κόσμου δεν έχει ανοσία, δηλώνει σε συνέντευξη της στο ρωσικό ειδησεογραφικό πρακτορείο TASS η εκπρόσωπος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) στη Ρωσία Μελίτα Βοϊνόβιτς.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
«Πρόκειται για έναν απολύτως νέο ιό και ανοσία στον ιό αυτό έχει αποκτήσει ένα πολύ μικρό τμήμα του πληθυσμού. Γι’ αυτό λοιπόν, έως ότου υπάρξει ειδική προστασία, το εμβόλιο, δεν μπορούμε να λέμε ότι είμαστε σε θέση να αποτρέψουμε ένα δεύτερο κύμα», δήλωσε η Βοϊνόβιτς.
Σύμφωνα με την εκπρόσωπο του ΠΟΥ, είναι αναγκαίο να αξιοποιηθεί η εμπειρία από το πρώτο κύμα της πανδημίας ώστε να μην επιτραπεί κατά την διάρκεια του δεύτερου κύματος να υπάρξει μια απότομη έξαρση της διασποράς του ιού.
«Αναμένουμε ότι το σύστημα υγείας και το σύστημα υγειονομικής και επιδημιολογικής εποπτείας θα μπορέσουν να λειτουργήσουν μαζί ώστε να εντοπίζονται οι μικρές εστίες και να γίνεται ιχνηλάτηση των επαφών όσων έχουν προσβληθεί από τον ιό», πρόσθεσε η ίδια.
ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ
Ιδιαίτερη προσοχή δίνει η εκπρόσωπος του ΠΟΥ στη Ρωσία στην ανάγκη τήρησης του περιορισμού των επαφών καθώς, όπως λέει, αν αξιοποιηθούν οι γνώσεις που έχουν αποκτηθεί, «θα μπορέσουμε να συγκρατήσουμε το επίπεδο των κρουσμάτων σε χαμηλά επίπεδα έως ότου μάθουμε πως δημιουργείται η ανοσία».
Η εκπρόσωπος του ΠΟΥ , αναφερόμενη στα φάρμακα που χρησιμοποιούνται δοκιμαστικά σήμερα, είπε ότι δεν έχουν σημαντικό αποτέλεσμα στην θεραπεία ασθενών με κορονοϊό, αλλά βοηθούν σε ξεχωριστές περιπτώσεις.
Η Μελίτα Βοϊνόβιτς διευκρίνισε ότι το πρόγραμμα του ΠΟΥ με την ονομασία «Αλληλεγγύη» είναι ένα πρόγραμμα που ασχολείται με την αναζήτηση ενός τέτοιου φαρμάκου, το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί επιτυχώς στην αντιμετώπιση του νέου κορονοϊού, επισημαίνοντας ότι στο πρόγραμμα αυτό συμμετέχουν περισσότερες από 100 χώρες.