«Η κατάσταση στον οικισμό είναι περίπλοκη, από ψυχολογικής άποψης. Οι γυναίκες ανησυχούν επειδή τα παιδιά τους πηγαίνουν με τα πόδια στο σχολείο», είπε ο Ανατόλι Κότσνεφ, ειδικός του Ινστιτούτου Βιολογικών Μελετών του Βορρά και μέλος μιας διεθνούς ομάδας εργασίας για τις πολικές αρκούδες. «Εγώ ως επιστήμονας πιστεύω ότι ο οικισμός δεν πρέπει να παραμείνει εκεί. Σε απόσταση 5 χιλιομέτρων υπάρχει ο οικισμός Σμιτ, όπου θεωρητικά θα μπορούσαν οι κάτοικοι να μετεγκατασταθούν. Είναι μακριά από το ακρωτήριο, όπου οι πολικές αρκούδες είναι πάρα πολλές τώρα», εξήγησε.
Φέτος το καλοκαίρι ομάδες ειδικών κατέγραψαν τις πολικές αρκούδες που προσεγγίζουν τον οικισμό: ήταν 15-27 ζώα. Πριν από μια πενταετία, μόλις 3-5 ζώα πλησίαζαν στα σπίτια. Τους καλοκαιρινούς μήνες του 2019 όμως υπήρξαν 74 περιπτώσεις στις οποίες οι αρκούδες έφτασαν πολύ κοντά σε ανθρώπους – στις περισσότερες από αυτές δεν ήταν επιθετικές και απλώς περιφέρονταν στα όρια του οικισμού.
Το ευτύχημα για τους ανθρώπους είναι η ταυτόχρονη παρουσία θαλάσσιων ίππων στην περιοχή – τα ζώα αυτά έκαναν την εμφάνισή τους στην Τσουκότσκα πριν από οκτώ χρόνια. Αποτελούν το βασικό θήραμα των πολικών αρκούδων κι έτσι, όταν τα σαρκοφάγα ζώα πλησιάζουν στον οικισμό είναι χορτάτα. Η τελευταία φορά που μια πολική αρκούδα σκότωσε άνθρωπο στο Ριρκαΐπι ήταν το 2011.
«Προσπαθούμε να ελέγξουμε την κατάσταση, όμως κανείς δεν θέλει να σκεφθεί τι μπορεί να συμβεί σε 3-5 χρόνια», είπε ο επιστήμονας. «Αν οι θαλάσσιοι ίπποι εγκαταλείψουν το ακρωτήριο ή αν μειωθεί ο πληθυσμός τους, οι πολικές αρκούδες δεν θα φύγουν, όμως θα πεινάνε», προειδοποίησε.
Ο οικισμός, όπου κατοικούν περίπου 500 άνθρωποι, βρίσκεται κοντά στις ακτές του Αρκτικού Ωκεανού, απέναντι από το νησί Βράνγκελ, το «μαιευτήριο» των πολικών αρκούδων. Στην τοπική γλώσσα, Ριρκαΐπι σημαίνει «φωλιά θαλάσσιων ίππων».