Το κυβερνών κόμμα της Ενωμένης Ρωσίας, το οποίο υποστηρίζει τον πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, έχασε περίπου το ένα τρίτο των εδρών στο κοινοβούλιο της περιοχής της Μόσχας, στις τοπικές εκλογές που διεξήχθησαν χθες, Κυριακή, μετέδωσε σήμερα το ρωσικό πρακτορείο ειδήσεων RIA, με το αποτέλεσμα αυτό να δείχνει ότι μάλλον λειτούργησε η τακτική που ακολούθησαν οι αντιπολιτευόμενοι στην ρωσική πρωτεύουσα.
Η χθεσινή εκλογική αναμέτρηση προσέλκυσε τη μεγαλύτερη προσοχή εδώ και χρόνια μετά τον αποκλεισμό από αυτήν πολλών υποψηφίων της αντιπολίτευσης, η οποία πυροδότησε τις μεγαλύτερες διαμαρτυρίες στη ρωσική πρωτεύουσα εδώ και σχεδόν μια δεκαετία.
Μολονότι επρόκειτο για τοπική εκλογική αναμέτρηση, οι εκλογές στην Μόσχα προβλήθηκαν από τον εξέχοντα αντιπολιτευόμενο πολιτικό Αλεξέι Ναβάλνι και τους συμμάχους του ως μια ευκαιρία να σημειώσουν πρόοδο έναντι της Ενωμένης Ρωσίας ενόψει των εθνικών βουλευτικών εκλογών το 2021.
Διαμαρτυρίες για τους αποκλεισμούς
Οι διαμαρτυρίες στη ρωσική πρωτεύουσα ξέσπασαν στα μέσα Ιουλίου μετά την άρνηση από την Κεντρική Εκλογική Επιτροπή να δεχθεί τις υποψηφιότητες μεγάλου αριθμού υποψηφίων της αντιπολίτευσης, με το επιχείρημα ότι δεν είχαν συγκεντρώσει αρκετές υπογραφές υποστήριξης της υποψηφιότητάς τους.
Οι υποψήφιοι που αποκλείστηκαν, μεταξύ των οποίων βρίσκονταν σύμμαχοι του Ναβάλνι, κατήγγειλαν την ενέργεια αυτή ως ένα τέχνασμα που είχε στόχο να τους εμποδίσει να κερδίσουν έδρες στο τοπικό κοινοβούλιο της Μόσχας.
Για τις χθεσινές εκλογές ο Ναβάλνι συμβούλευσε τους υποστηρικτές του σε όλη τη Ρωσία να “ψηφίσουν έξυπνα”, υποστηρίζοντας αυτούς που είχαν τις περισσότερες πιθανότητες να νικήσουν τους υποψηφίους που πρόσκεινταν στην εξουσία.
Ανεξαρτητοποιήθηκαν υποψήφιοι της “Ενωμένης Ρωσίας”
Υποψήφιοι της Ενωμένης Ρωσίας στη Μόσχα έθεσαν υποψηφιότητα ως ανεξάρτητοι σε μια προφανή προσπάθεια να αποστασιοποιηθούν από το κυβερνών κόμμα, η δημοτικότητα του οποίου βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων δέκα ετών.
Τα σχεδόν συνολικά αποτελέσματα των χθεσινών εκλογών, τα οποία επικαλείται το πρακτορείο RIA, δείχνουν ότι η Ενωμένη Ρωσία έχασε περίπου το ένα τρίτο των εδρών που ήλεγχε στο προηγούμενο τοπικό κοινοβούλιο της πρωτεύουσας.
Το RIA προσθέτει ότι βάσει των αποτελεσμάτων αυτών, το κυβερνών κόμμα αναμένεται να εξασφαλίσει 26 από τις 45 έδρες της νομοθετικής συνέλευσης στη Μόσχα, οι οποίες επαρκούν για να διατηρήσει την πλειοψηφία του σε αυτό. Ωστόσο στις τοπικές εκλογές του 2014 τα είχε πάει καλύτερα, καθώς είχε εξασφαλίσει 28 έδρες με δικούς του υποψηφίους και άλλες 10 μέσω ανεξάρτητων υποψηφίων τους οποίους υποστήριζε.
Ενισχυμένο το ΚΚΡΟ
Αυτήν τη φορά, σύμφωνα με το RIA, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ρωσικής Ομοσπονδίας απέσπασε έδρες από την Ενωμένη Ρωσία στη Μόσχα, καθώς φέρεται ότι κέρδισε 13, αυξάνοντας τα κέρδη του από τις 5 έδρες που είχε εξασφαλίσει στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση. Δύο άλλα κόμματα, το αντιπολιτευόμενο Γιάμπλοκο και το κόμμα Δίκαιη Ρωσία δείχνουν να εξασφαλίζουν τρεις έδρες έκαστο, σύμφωνα με το πρακτορείο.
Τοπικές ή περιφερειακές εκλογές διεξήχθησαν χθες και στις 11 ζώνες ώρας της Ρωσίας, οι πολίτες της οποίας καλούνταν να εκλέξουν κυρίως 16 περιφερειακούς κυβερνήτες και τα μέλη των τοπικών κοινοβουλίων 13 περιφερειών.
Το μεγαλύτερο κίνημα διαμαρτυρίας εδώ και 6 χρόνια
Ωστόσο το ενδιαφέρον προσήλκυσε η εκλογική αναμέτρηση στη Μόσχα μετά τις διαδηλώσεις που γίνονταν εκεί το καλοκαίρι, οι οποίες είχαν μετατραπεί στο μεγαλύτερο κίνημα διαμαρτυρίας που αντιμετώπισε η Ρωσία από το 2011-2013.
Διάφορα βίντεο που κυκλοφόρησαν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης από την χθεσινή εκλογική αναμέτρηση δείχνουν ψηφοφόρους να παραγεμίζουν απροκάλυπτα τις κάλπες με πολλά ψηφοδέλτια.
Με ένα ποσοστό που ξεπερνάει το 60%, η δημοτικότητα του προέδρου Πούτιν ξεπερνάει κατά πολύ αυτή των περισσότερων δυτικών ηγετών, μολονότι έχει μειωθεί από αυτήν που είχε παλαιότερα. Ο πρώην αξιωματικός της KGB κατήγαγε εξάλλου μια συντριπτική νίκη πέρυσι, η οποία θα τον διατηρήσει στην εξουσία ως το 2024.
Η δημοτικότητα της Ενωμένης Ρωσίας υφίσταται την ίδια ώρα τις συνέπειες της δυσαρέσκειας που προκάλεσε η κίνησή της να αυξήσει το όριο της ηλικίας συνταξιοδότησης την ώρα που υπάρχει μια σταθερή πτώση των εισοδημάτων.