Ένα από τα ζητήματα που συζητούνται περισσότερο αυτές τις μέρες στον ρωσικό Τύπο και ιδιαίτερα στα μεγάλα έντυπα είναι η άμβλυνση της στάσης που τηρούσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες έναντι της ρωσικής εταιρείας Rusal (μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες παγκοσμίως παραγωγής αλουμινίου) στην οποία επέβαλαν αρχικά σκληρές κυρώσεις.
Η άμβλυνση αυτή τη αμερικανικής στάσης συνίσταται στο ότι υπάρχει το ενδεχόμενο η Ουάσινγκτον να άρει τις κυρώσεις που έχει επιβάλει στην εταιρεία, εάν ο ολιγάρχης Όλεγκ Ντεριπάσκα, που είναι ο βασικός μέτοχός της, παραιτηθεί από τη διοίκηση της εταιρείας.
Η εφημερίδα Kommersant γράφει ότι οι κυρώσεις που επέβαλαν οι ΗΠΑ στη Rusal είναι de facto λάθος. Μετά την επίσκεψη που πραγματοποίησε στην Ουάσινγκτον ο ρώσος υπουργός Οικονομίας Αντόν Σιλουάνοφ και την έκκληση που απηύθυναν αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών άμβλυνε αισθητά τη στάση του έναντι στης ρωσικής αυτής εταιρείας.
Έτσι από εδώ και στο εξής μπορεί κανείς να συνεργάζεται με την Rusal έως τις 23 Οκτωβρίου, ή ακόμα και για μεγαλύτερο διάστημα, παρότι η απόφαση αυτή αφορά την ίδια την εταιρεία ενώ οι όροι για τη συνέχιση της συνεργασίας μαζί της είναι εξαιρετικά σκληροί, καθότι λένε, ότι ο Όλεγκ Ντεριπάσκα θα πρέπει με τη μία ή την άλλη μορφή να παραιτηθεί από τη διοίκηση της εταιρείας.
Η εφημερίδα Kommersant επισημαίνει ότι η δήλωση αυτή είχε ως συνέπεια να πέσει η τιμή του αλουμινίου κατά 7%, περιορίζοντας τις κερδοσκοπικές τάσεις στην αγορά.
Ωστόσο, το κύριο ερώτημα, επισημαίνει η ρωσική εφημερίδα, είναι αν η Μόσχα θα αποδεχθεί τους όρους της Ουάσινγκτον και σε ποια μορφή.
Ο Αντρέι Γκούσεφ, διευθυντικό στέλεχος της εταιρείας νομικών συμβούλων Borenius, δηλώνει ότι η εθνικοποίηση της εταιρείας δεν είναι λύση. «Πρέπει να γίνει μια συναλλαγή μόνο με βάση τους κανόνες της αγοράς, ενώ η απώλεια της διοίκησης εκ μέρους του Όλεγκ Ντεριπάσκα πρέπει να είναι διαφανής και κατανοητή» λέει ο Γκούσεφ, εκτιμώντας ότι «ένα τυπικό σχήμα αλλαγής διοίκησης δεν είναι ρεαλιστικό».
Ωστόσο οι πηγές της εφημερίδας Kommersant δεν διευκρινίζουν πώς θα πρέπει να επέλθει η αλλαγή διοίκησης στη Rusal του Όλεγκ Ντεριπάσκα, καθώς και ο συνιδιοκτήτης της εταιρείας Βίκτορ Βέκσελμπεργκ βρίσκεται και ο ίδιος στον κατάλογο των αμερικανικών κυρώσεων.
Ο Όλεγκ Πετροπαβλόφσκι , στέλεχος της χρηματιστικής εταιρείας Bkc, επισημαίνει ότι η αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Rusal, οι ελλείψεις σε πρώτη ύλη που προκλήθηκαν και ο χρόνος που απαιτείται για να βρουν οι ΗΠΑ αλουμίνιο σε άλλες αγορές, όπως επίσης και η αύξηση της τιμής του, μπορεί να εξαναγκάσουν τον Όλεγκ Ντεριπάσκα να υιοθετήσει σκληρή στάση χωρίς να αλλάξει τη μετοχική σύνθεση της εταιρείας.
«Οι συζητήσεις για την άρση των κυρώσεων από την εταιρείας έπειτα από δύο εβδομάδες είναι μια ανοησία», δηλώνει στην εφημερίδα Vedomosti ο Αλεξέι Πάνιν, στέλεχος της εταιρείας συμβουλευτικών υπηρεσιών Urus Advisory επισημαίνοντας ότι η «η κατάσταση παραβιάζει την αρχή που λέει ότι οι κανόνες ισχύουν για όλους». Ο ίδιος μάλιστα λέει ότι αν η απόφαση της Ουάσινγκτον να χαλαρώσει τις κυρώσεις έναντι της Rusal με τους όρους που θέτει, έπληξαν κατά κάποιο τρόπο τις ευρωπαϊκές αγορές, παραμένει ακατανόητο τί θα γίνει τελικά με τις κυρώσεις που αφορούν τις υπόλοιπες ρωσικές εταιρείες.