Αφησαν πίσω την βομβαρδισμένη Συρία και ζουν με την αγωνία αν οι δικοί τους άνθρωποι είναι ζωντανοί. Ο λόγος για τους Κούρδους που ξεριζώθηκαν για να γλιτώσουν από τους τζιχαντιστές του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Τα όσα λένε αποτελούν μαχαιριά στην καρδιά…
Τρεις γυναίκες που ήρθαν στην Ελλάδα από εδάφη που βομβάρδισαν οι Τούρκοι στη Βόρεια Συρία μιλούν στο «Εθνος της Κυριακής» για την εξόντωση αμάχων στις γειτονιές που έχασαν για πάντα αλλά και για τις θηριωδίες των τζιχαντιστών, οι οποίοι -όπως λένε- αποτέλεσαν την «εμπροσθοφυλακή» του τουρκικού στρατού.
Ο ξεριζωμός για εκείνες ήταν αναγκαία επιλογή για να σώσουν τα παιδιά τους. Πίσω τους άφησαν αδέρφια, ηλικιωμένους γονείς που δεν ήταν σε θέση να μετακινηθούν και φίλους που σκοτώθηκαν από τους βομβαρδισμούς. Σήμερα ζουν στον καταυλισμό των Κούρδων στο Λαύριο, όπου τις συναντήσαμε το πρωί της Πέμπτης. Ολες τους με ένα κινητό τηλέφωνο στο χέρι, προσπαθούσαν διαρκώς να επικοινωνήσουν με τους ανθρώπους τους στην εμπόλεμη ζώνη. Σε κάθε τηλεφώνημά τους οι σφυγμοί ανέβαιναν. Τα νέα από την πατρίδα τους τα τελευταία 24ωρα προκαλούν μόνο πόνο και θλίψη.
«Αν δεν φεύγαμε τα παιδιά μου μπορεί να μην ζούσαν»
Η Λεϊλά ζούσε με την οικογένειά της στην πόλη Ρας αλ Αϊν, εκεί δηλαδή όπου έλαβαν χώρα οι πιο πολλοί βομβαρδισμοί από την έναρξη της τουρκικής εισβολής. Το Δημοκρατικό Συμβούλιο της Συρίας που διοικεί τη Ροζάβα απηύθυνε, μάλιστα, έκκληση για ανθρωπιστική βοήθεια στην πόλη, καθώς παγιδεύτηκε πλήθος κόσμου και υπήρξαν πολλοί νεκροί και τραυματίες.
[read4more]
Οι Κούρδοι της περιοχής δεν είχαν για δύο 24ωρα φαγητό και νερό. Η Λεϊλά εγκατέλειψε πριν από τρεις μήνες τη Ρας αλ Αϊν, μαζί με τον άντρα της και τα τέσσερα παιδιά της: «Εάν δεν είχαμε φύγει, είναι πολύ πιθανό τα παιδιά μου να μη ζούσαν σήμερα. Η πόλη έχει καταστραφεί από τους βομβαρδισμούς. Ο αδερφός μου, ο οποίος βρίσκεται εκεί με τα παιδιά του, μου είπε ότι έφυγαν το βράδυ από το σπίτι και όταν γύρισαν το πρωί το βρήκαν βομβαρδισμένο.
Γλίτωσαν από θαύμα. Κανείς δεν ξέρει, όμως, για πόσο. Εφυγα για να σώσω τα παιδιά. Ηξερα ότι ο Ερντογάν θέλει να σκοτώσει όλους τους Κούρδους στη Συρία. Το έκανε με τον τρόπο του και πριν από την εισβολή. Πάντα αυτός ήταν ο σκοπός του». Η Λεϊλά ήθελε να πάρει στην Ελλάδα και την ηλικιωμένη μητέρα της, αλλά ήταν αδύνατη η μετακίνησή της: «Εχουμε χάσει συγγενείς και φίλους από τις βόμβες. Η μητέρα μου παραμένει ζωντανή, αλλά φοβάμαι γι’ αυτήν. Δεν μετακινείται εύκολα.
Στην πόλη μας ζουν πολλοί Αραβες, οι οποίοι συνδέονται με το ISIS και σκοτώνουν τον κουρδικό πληθυσμό. Είναι άντρες που εάν τους δώσεις λεφτά μπορούν να κάνουν τα πάντα». Η οικογένεια έφτασε στη χώρα μας μέσω του Εβρου, αφού πρώτα χρειάστηκε να κοιμηθεί τρία βράδια στον δρόμο και ακόμα τρία στα κρατητήρια της Αστυνομίας.
«Δολοφόνησαν μια 19χρονη φίλη μου νοσοκόμα»
Η 26χρονη Μέρβιν Χαμάντ, μητέρα δύο παιδιών, κατάγεται από την πόλη Τελ Αμπιάντ, τη δεύτερη δηλαδή περιοχή, μετά τη Ρας αλ Αϊν, που χτυπήθηκε από τις τουρκικές δυνάμεις. Προσπαθεί να κρατήσει επικοινωνία με τους συγγενείς της, χωρίς πάντα αυτό να είναι εφικτό: «Χθες κατάφερα να μιλήσω με δικούς μου ανθρώπους. Μου είπαν ότι στο Τελ Αμπιάντ σκότωσαν τη 19χρονη φίλη μου.
Ηταν νοσοκόμα και πήγε στο νοσοκομείο της περιοχής για να βοηθήσει τους τραυματίες. Δεν κρατούσε όπλο, δεν τη ρώτησαν κάτι. Απλά τη σκότωσαν
Ηταν απλά μια νεαρή νοσοκόμα. Εχω χάσει φίλους, γείτονες και πέντε ξαδέρφια μου. Βάζουν στην πρώτη γραμμή του πολέμου τους τρομοκράτες του ISIS. Ατομα που φωνάζουν “ο Αλλάχ είναι μεγάλος” και σκοτώνουν με μεγαλύτερη μανία από τους στρατιώτες. Πιστεύουν ότι εάν σκοτώσουν Κούρδο θα πάνε στον παράδεισο».
Η Μέρβιν έφυγε για πρώτη φορά από τη Βόρεια Συρία το 2013, όταν έλαβαν χώρα στρατιωτικές επιχειρήσεις από τον Ασαντ. Εζησε μέχρι το 2017 στην Τουρκία και στη συνέχεια γύρισε για δύο μήνες στην πατρίδα της με σκοπό να δει την οικογένειά της.
«Μας βοηθούσαν οι Ελληνες στην περίθαλψη των τραυματιών»
«Την τελευταία φορά που ήμουν στη Ροζάβα και βρέθηκα σε νοσοκομείο, συνάντησα Ελληνες, οι οποίοι μας βοηθούσαν στην περίθαλψη των τραυματιών και στην οργάνωση» αναφέρει. Αφού κατάλαβε πόσο επικίνδυνα παραμένουν τα πράγματα εκεί για τα παιδιά της, εγκατέλειψε ξανά το Τελ Αμπιάντ: «Εγώ και τα παιδιά σωθήκαμε. Εχω αφήσει όμως πίσω τα αδέρφια μου και τους γονείς μου, οι οποίοι έζησαν τους βομβαρδισμούς και αναγκάστηκαν να μετακινηθούν στη Ράκα». Στην Τουρκία ζούσε στην περιοχή Ούρφα, κοντά στα σύνορα με τη Συρία: «Πιστεύω στη σύνδεση των τζιχαντιστών με το καθεστώς Ερντογάν, γιατί την είδα με τα μάτια μου.
Στην Ούρφα όπου βρισκόμουν έβλεπα τζιχαντιστές να κυκλοφορούν ελεύθεροι, σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Δεν έμπαιναν καν στον κόπο να αλλάξουν αμφίεση για να μην τους καταλαβαίνεις. Στη Συρία τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα. Οι μαχητές του ISIS πουλάνε γυναίκες και παιδιά σε παζάρια. Δυστυχώς πιστεύω ότι θα έρθουν στην Ελλάδα και γενικά στην Ευρώπη. Οι τουρκικές δυνάμεις τούς άφησαν να δραπετεύσουν από τις φυλακές». Η 26χρονη και η οικογένειά της πλήρωσαν 400 τουρκικές λίρες σε κύκλωμα διακινητών για να περάσουν μέσω Εβρου στην Ελλάδα. Στην πρώτη τους προσπάθεια, όπως περιγράφει, κουκουλοφόροι κομάντο, χωρίς διακριτικά, τους επαναπροώθησαν στην Τουρκία. Στη δεύτερη απόπειρά τους, κατάφεραν να περάσουν στη χώρα μας με λεωφορείο που τους μετέφερε μέχρι την Αθήνα. «Εγώ θέλω να γυρίσω στη Ροζάβα και εάν δεν είχα τα παιδιά θα το είχα ήδη κάνει. Το μόνο που θέλουμε είναι να μπορέσουμε να ζήσουμε στα σπίτια μας. Οι Κούρδοι δεν προκαλέσαμε κανέναν πόλεμο, όπως υποστηρίζει ο Ερντογάν» λέει η Μέρβιν. Τον Φεβρουάριο του 2018 η Σαλιχά Χαλίλ έχασε τον άντρα της, ύστερα από αεροπορικό βομβαρδισμό του τουρκικού στρατού στο Αφρίν.
«Παίρνουν τις γυναίκες για λόγους που δεν χρειάζεται να σας εξηγήσω»
Στην Ελλάδα έφτασε πριν από τέσσερις μήνες, μαζί με τα τρία παιδιά της. Οπως λέει, η τουρκική κυβέρνηση χτύπησε πρώτα το Αφρίν και κατόπιν συνέχισε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της, με στόχο να πάρει όλα τα εδάφη των Κούρδων. Η σημερινή κατάσταση, πίσω στην πατρίδα της, περιγράφεται εφιαλτική για τις γυναίκες: «Πρώτα παίρνουν τις γυναίκες από τα σπίτια για λόγους που δεν χρειάζεται να σας εξηγήσω… Ολες είναι υποχρεωμένες να φοράνε μπούρκα. Πρέπει να φαίνονται μόνο τα μάτια. Στη συνέχεια, παίρνουν τα παιδιά και τα εξαναγκάζουν να μάθουν την τουρκική γλώσσα. Τους άντρες τούς βάζουν με τη βία να δουλεύουν σε ελαιώνες, για να πάρουν μετά τη σοδειά. Συγγενής μου που είχε δικούς του ελαιώνες υποχρεώνεται να δουλεύει όλη την ημέρα, χωρίς να παίρνει τίποτα ο ίδιος. Μάλιστα, βάζουν τους άντρες να πηγαίνουν σε τζαμιά και να προσεύχονται για το καλό της Τουρκίας και των πολέμων της».
Η Σαλιχά έχασε στους βομβαρδισμούς, εκτός από τον σύζυγό της, το παιδί της αδελφής της, τα ξαδέρφια της και τους θείους της. Οσο ζούσε σε χωριό του Αφρίν άκουγε, όπως λέει, Τούρκους να εκπαιδεύουν τζιχαντιστές: «Ηταν σε κοντινή απόσταση από το σπίτι μου. Στα σύνορα της Συρίας με την Τουρκία. Τους άκουγα. Φώναζαν συνθήματα όταν εκπαιδεύονταν. Συνθήματα όπως “ο Αλλάχ είναι μεγάλος”. Είναι άτομα που μπαίνουν στην πρώτη γραμμή του πολέμου».
Πηγή: Εφημερίδα «Έθνος της Κυριακής»