Από την ημέρα των φόνων μέχρι σήμερα, ο Liu κατάφερε να καταξιωθεί στην Κίνα ως βραβευμένος συγγραφέας και να παραμείνει ελεύθερος έως την περασμένη εβδομάδα.
Την Δευτέρα 30.07.2018 το δικαστήριο της πόλης Huzhou στην περιφέρεια Zhejiang ανακήρυξε ενόχους τους δύο κατηγορούμενους για τις κατηγορίες της ληστείας και της ανθρωποκτονίας από πρόθεση, αφού αυτοί είχαν ήδη ομολογήσει το έγκλημά τους. Και οι δύο καταδικάστηκαν σε θάνατο.
Σε μία τηλεοπτική συνέντευξη, ο Liu αποκάλυψε πως παρότι πράγματι οι φόνοι αυτοί είχαν αποτελέσει έμπνευση για τα βιβλία του, κανένας χαρακτήρας δεν βασίστηκε στα αληθινά θύματα.
Ο συγγραφέας – δολοφόνος από το 1995
Η ιστορία ήταν η εξής, στις 29 Νοεμβρίου του 1995, ο Liu και o Wang έδεσαν ένα ζευγάρι μέσα στον ιδιόκτητο ξενώνα τους, τον εγγονό τους και έναν ένοικο, πριν δολοφονήσουν και τους τέσσερις με ρόπαλα και σφυριά.
Η ιστορία αυτή όμως έμεινε άλυτη για πολλά χρόνια, επειδή οι αρμόδιες αρχές δεν μπορούσαν να ερευνήσουν σωστά καθώς η τεχνολογία, την εποχή εκείνη δεν ήταν τόσο ανεπτυγμένη και ο ξενώνας δεν διέθετε κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης, ενώ δεν διατηρούσαν ούτε στοιχεία για τους ενοίκους του.
Τον Ιούνιο του περασμένου έτους, αστυνομικοί ανίχνευσαν το DNA του Liu σε μία από τις γόπες των τσιγάρων που εντοπίστηκαν στον τόπο του εγκλήματος, καθώς ο φάκελος της υπόθεσης άνοιξε ξανά λόγω της εξέλιξης στα διαγνωστικά τεστ DNA.
Έτσι, αφότου συνέκριναν το δείγμα με αυτά 60.000 ανθρώπων, κατάφεραν να το ταυτοποιήσουν με την οικογένεια Liu στην πόλη Nanling, στην περιφέρεια Anhui. Μέσω αυτής κατέληξαν στον ύποπτό τους, στον Liu Yongbiao, τον οποίο και συνέλαβαν λίγο καιρό αργότερα.
Σύμφωνα με την Newsweek στην ίδια τηλεοπτική συνέντευξη, ο Liu παραδέχτηκε ότι σκότωσε τον ένοικο επειδή έμοιαζε πλούσιος.
Ωστόσο, το μόνο που κατάφεραν οι δράστες να κλέψουν από το θύμα ήταν ένα ρολόι, ένα δαχτυλίδι και ένα ασήμαντο χρηματικό ποσό που ισοδυναμεί με περίπου 1,50 ευρώ.
Ο Liu δήλωσε, επίσης, ότι οι φόνοι ήταν τόσο “στυγνοί” που του άξιζε να πεθάνει “100 φορές” για τιμωρία.