Τα διαστημικά τηλεσκόπια και οι άλλες εγκαταστάσεις της αστρονομίας σε όλη τη Γη, μεταξύ άλλων αυτές που ελέγχουν παρατηρητήρια στο διάστημα, έχουν ένα καθόλου αμελητέο «αποτύπωμα άνθρακα», σύμφωνα με μία νέα διεθνή επιστημονική μελέτη.
Πρόκειται για την πιο ολοκληρωμένη απόπειρα να γίνει μία συνολική εκτίμηση για την περιβαλλοντική επίπτωση των κάθε είδους αστρονομικών δραστηριοτήτων και το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπουν.
Οι αστρονομικές εγκαταστάσεις εκτιμάται ότι εκπέμπουν ετησίως τουλάχιστον 1,2 εκατομμύρια τόνους ισοδυνάμου διοξειδίου του άνθρακα (CO2), του γνωστότερου «αερίου του θερμοκηπίου».
Πέρα από τα συχνά αεροπορικά ταξίδια των αστρονόμων για συνέδρια ή για έρευνα σε άλλα μέρη του κόσμου (τα τηλεσκόπια συχνά βρίσκονται μακριά από την έδρα των επιστημόνων) ή τη μεγάλη κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από τους υπερυπολογιστές για την πραγματοποίηση πολύπλοκων αστρονομικών προσομοιώσεων, τα ίδια τα τηλεσκόπια και τα άλλα αστρονομικά παρατηρητήρια εκτιμάται ότι είναι αυτά που έχουν τη μερίδα του λέοντος στην εκπομπή άνθρακα στην ατμόσφαιρα.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Γιούργκεν Κνεντσέντερ του Ινστιτούτου Ερευνών Αστροφυσικής και Πλανητολογίας του Εθνικού Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών (CNRS) της Γαλλίας στην Τουλούζη, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό Αστρονομίας «Nature Astronomy», εκτίμησαν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου από σχεδόν 50 διαστημικές αποστολές (που έχουν αντίστοιχες επίγειες εγκαταστάσεις) και από 40 επίγεια τηλεσκόπια.
Που βασίστηκε η έρευνα
Η εκτίμηση βασίστηκε σε μία πληθώρα παραγόντων, όπως κατασκευαστικά υλικά, λειτουργικά κόστη, χρήση ηλεκτρισμού κ.ά. Η μελέτη υπολόγισε ότι η παγκόσμια αστρονομική έρευνα έχει ένα συνολικό αποτύπωμα άνθρακα ισοδύναμο με περίπου 20,3 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα και ότι οι ετήσιες εκπομπές της είναι τουλάχιστον 1,2 εκατ. τόνοι CO2. Αυτή η ετήσια ποσότητα εκπομπών είναι περίπου πενταπλάσια από τις εκτιμώμενες εκπομπές που σχετίζονται με τις πτήσεις των αστρονόμων στο πλαίσιο της δουλειάς τους.
Τουλάχιστον το ένα τρίτο των εκπομπών των αστρονομικών υποδομών σχετίζεται με τις διαστημικές αποστολές. Ενδεικτικά, εγκαταστάσεις όπως του νέου διαστημικού τηλεσκοπίου James Webb και της νέας επίγειας διάταξης τηλεσκοπίων SKA (Suare Kilometer Array) εκτιμάται ότι ευθύνονται για τουλάχιστον 300.000 τόνους διοξειδίου του άνθρακα κάθε χρόνο, που είναι και οι μεγαλύτερες από όλα τα τηλεσκόπια.
Οι ερευνητές τόνισαν την ανάγκη για έναν βραδύτερο και πιο βιώσιμο «βηματισμό» στην κατασκευή μελλοντικών αστρονομικών υποδομών, προκειμένου η αστρονομία να βοηθήσει στην επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού. Επίσης, επεσήμαναν ότι οι εκτιμήσεις τους έχουν μεγάλο βαθμό αβεβαιότητας και πρέπει να θεωρηθούν προκαταρκτικές, καθώς είναι πιθανό να αναθεωρηθούν στο μέλλον.