Ποικίλες αντιδράσεις στον γερμανικό Τύπο για την «αλλαγή φρουράς» στους Γερμανούς σοσιαλδημοκράτες (SPD). Μπορεί ο Μάρτιν Σουλτς να εκθρονίσει την Άνγκελα Μέρκελ στις εκλογές;
Ακόμη και η συντηρητική Die Welt δεν θεωρεί απίθανο αυτό το ενδεχόμενο. Όπως επισημαίνει σε σχόλιό της «αυτό που σήμερα φαντάζει εξωπραγματικό, με δεδομένα τα ποσοστά του SPD που δεν ξεπερνούν το 20%, θα μπορούσε, στην πορεία του χρόνου, να προβάλει ως αξιόπιστη εναλλακτική λύση. Αυτό ακριβώς είναι το στοίχημα του SPD, που δεν θα μπορούσε να το κερδίσει ο (μέχρι σήμερα πρόεδρος του κόμματος) Ζίγκμαρ Γκάμπριελ θέτοντας υποψηφιότητα για την καγκελαρία».
Στο ίδιο μήκος κύματος και η Rheinische Post του Ντίσελντορφ σημειώνει: «Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ αποχωρεί από την ηγεσία του κόμματος και δεν θέτει υποψηφιότητα για την καγκελαρία. Αυτή η είδηση αποτελεί έκπληξη για πολλούς. Αλλά έχει μία λογική και προσφέρει μία ευκαιρία στο SPD».
Το SPIEGEL, στην ηλεκτρονική του έκδοση, επισημαίνει ότι με την ανακοίνωση της υποψηφιότητας Σουλτς, οι σοσιαλδημοκράτες έπιασαν εξαπίνης την καγκελάριο Μέρκελ. «Είναι σαφές ότι το SPD ωφελείται από τον αιφνιδιασμό. Η απελευθερωτική κίνηση του Γκάμπριελ, μπορεί να δώσει κίνητρο στους σοσιαλδημοκράτες. Αν αυτό αρχίσει να αντανακλάται και στις δημοσκοπήσεις, οι οποίες μέχρι σήμερα είναι απογοητευτικές (για τους σοσιαλδημοκράτες), ίσως αρχίσει να επικρατεί νευρικότητα στο στρατόπεδο της χριστιανοδημοκρατίας. Και αυτό σε μία ευαίσθητη συγκυρία: από τότε που προέκυψε η προσφυγική κρίση, η Μέρκελ δεν μπορεί να αισθάνεται 100% σίγουρη για τη στήριξη της κοινοβουλευτικής της ομάδας».
«Φρέσκια αύρα» για τους σοσιαλδημοκράτες; Μπορεί ο Μάρτιν Σουλτς να οδηγήσει τους σοσιαλδημοκράτες στη νίκη; Στα χαρακτηριστικά του μελλοντικού υποψηφίου των σοσιαλδημοκρατών εστιάζει η Frankfurter Allgemeine: «Ο Σουλτς δεν έχει να επιδείξει εμπειρία στην ηγεσία του κόμματος, ούτε στην εσωτερική πολιτική. Αυτό δεν είναι απαραιτήτως μειονέκτημα. Στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, κανείς δεν θα μπορεί να τον κατηγορήσει ότι ασκεί κριτική σε πολιτικές αποφάσεις, για τις οποίες ήταν συνυπεύθυνος ως υπουργός. Μπορεί λοιπόν ο Σουλτς να φέρει μία φρέσκια αύρα, την οποία χρειάζεται επειγόντως το SPD».
Με ένα παρόμοιο σκεπτικό η Freie Presse από το Κέμνιτς της ανατολικής Γερμανίας σημειώνει: «Ο Σουλτς ποτέ δεν συμμετείχε σε κυβέρνηση Μέρκελ. Συνεπώς δεν φέρει καμία ευθύνη για τον «μεγάλο συνασπισμό». Αυτή η απόσταση είναι και το μεγάλο πλεονέκτημα του Σουλτς απέναντι στον Γκάμπριελ για τον επικείμενο προεκλογικό αγώνα. Επιπλέον, ο Σουλτς αποτελεί και τη μοναδική ρεαλιστική ελπίδα του SPD. Αυτό το αντιλαμβάνεται πλέον και ο Γκάμπριελ. Η αποχώρησή του προσέφερε μία υπηρεσία στο κόμμα του. Αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί εγγύηση επιτυχίας».
Σκεπτικισμό για τον Σουλτς, αλλά και για γενικότερα για τις διεργασίες στο στρατόπεδο των σοσιαλδημοκρατών, εκφράζει η οικονομική επιθεώρηση Handelsblatt: «Από την εποχή που οι σοσιαλδημοκράτες επέβαλαν τις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις υπό την ηγεσία του Γκέρχαρντ Σρέντερ το κόμμα παραμένει διχασμένο, αναζητώντας ένα καινούριο DNA. Το ότι ο Γκάμπριελ σε αυτή τη φάση, κατάφερε να παραμείνει πάνω από έξι χρόνια στην ηγεσία του κόμματος, αποτελεί ήδη ένα μικρό θαύμα. Ο Μάρτιν Σουλτς καλείται τώρα να επιτύχει ένα ακόμη μεγαλύτερο θαύμα, δηλαδή μία νίκη στις βουλευτικές εκλογές».
Ο Μάρτιν Σούλτς είναι ένας “εξαιρετικά ενδιαφέρων υποψήφιος” καγκελάριος και από δημοσκοπικής απόψεως η απόφαση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Γερμανίας να τον χρίσει υποψήφιο καγκελάριο είναι ορθή, δήλωσε σε συνέντευξή του στο δημόσιο γερμανικό ραδιοφωνo Deutschlandfunk (DLF) ο διευθυντής του δημοσκοπικού Ινστιτούτου dimap Ρίχαρντ Χίλμερ.
O πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υποστηρίζει τον συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών -Σοσιαλδημοκρατών και δεν υπήρξε μέλος του κυβερνώντος συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών (CDU)-Σοσιαλδημοκρατών (SPD). Έτσι μπορεί να επιτεθεί στην νυν καγκελάριο Αγγελα Μέρκελ.
Στο ερώτημα του DLF ποιον θα ψήφιζαν οι Γερμανοί σε περίπτωση απευθείας εκλογής του καγκελαρίου, ο κ. Χίλμερ απάντησε ότι ο Μάρτιν Σουλτς θα αντιμετώπιζε την Ανγκελα Μέρκελ ως ίσος προς ίση. Ο Σουλτς έχει επιρροή σε ομάδες οι οποίες είναι σημαντικές για το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα , όπως λ.χ. σε απογοητευμένους σοσιαλδημοκράτες οι οποίοι ψήφισαν τους χριστιανοδημοκράτες, πρόσθεσε.
Κατά τον Γερμανό δημοσκόπο ο Μάρτιν Σουλτς έχει δύο πλεονεκτήματα: δεν είναι δεσμευμένος να πειθαρχεί σε αποφάσεις του κυβερνώντος συνασπισμού και επομένως μπορεί να δρα εκ των έξω, κάτι το οποίο δύσκολα μπορούσε να κάνει ο Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαγερ το 2009 όταν ήταν υποψήφιος καγκελάριος απέναντι στην Αγγελα Μέρκελ. Μπορεί επομένως να αποτελέσει την προσωποποίηση της ανανέωσης του κόμματός του.
Ο διευθυντής της Dimap παρέπεμψε επίσης στην εμπειρία την οποία διαθέτει ο κ. Σουλτς στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Εκεί έπρεπε να σφυρηλατεί μεγάλους συνασπισμούς και απέδειξε ότι μπορεί να συνεργαστεί επίσης με του πράσινους και τους αριστερούς.
Επίσης σύμφωνα με το πρώτο δημόσιο γερμανικό ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο (ARD) ο αντίπαλος της κ. Μέρκελ εκτός του ότι μιλά αγγλικά και γαλλικά είναι διασυνδεδεμένος με όλη την Ευρώπη έστω και αν με τις θέσεις του ενίοτε πολώνει. Είναι πάντως βαθιά Ευρωπαίος και έχει μάλιστα κηρύξει των πόλεμο στους λαϊκιστές και αντευρωπαϊστές : “Θα συνεχίσω να εργάζομαι για την ιδέα της Ευρώπης. Κύρια κινητήρια δύναμη θα είναι το να διατηρήσουμε αυτήν την σημαντικότατη πολιτισμική επιτυχία, η οποία συνοψίζεται στο ότι οι λαοί της δεν θα αλληλοσφαγιάζονται, αλλά θα συναποφασίζουν σε κοινά όργανα”, έχει δηλώσει έχοντας στραμμένο το βλέμμα του προς τις εκλογές στη Γαλλία, την Ολλανδία και την Γερμανία.
Το ARD υπενθυμίζει μάλιστα ότι τον φιλοευρωπαϊσμό του έχουν επαινέσει και πολιτικοί του αντίπαλοι όπως ο Χριστιινοκοινωνιστής (CSU) ευρωβουλευτής και επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ) Μάνφρεντ Βέμπερ: “Θέλω να τονίσω ότι ο Μάρτιν Σουλτς είναι και για μας ένας σθεναρός και αποφασιστικός Ευρωπαίος”, ενώ ο φιλελεύθερος ευρωβουλευτής Αλεξάντερ Γκραφ Λάμπσντορφ έχει πει: “Εκανε το Eυρωπαϊκό Κοινοβούλιο πιο πολιτικό και διακριτό” στους πολίτες.
Το Χριστιανοδημοκρατικό (CDU) και το Χριστιανοκοινωνικό Κόμμα (CSU) αντέδρασαν επιδεικτικά ψύχραιμα, στην υποψηφιότητα για την καγκελαρία του πρώην προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του σοσιαλδημοκράτη Μάρτιν Σουλτς.
«Ο Γκάμπριελ αφήνει πίσω του ένα σωρό ερειπίων και η υποψηφιότητα Σουλτς είναι η τελευταία προσπάθεια συσπείρωσης (ενν. του SPD)» δήλωσε ο γενικός γραμματέας του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος της Βαυαρίας Αντρέας Σόιερ.
Ο επίσης γενικός γραμματέας του Χριστιανιδημοκρατικού Κόμματος Πέτερ Τάουμπερ είπε πως παραμένει ήρεμος, διότι η Χριστιανική Ενωση (CDU/CSU) «διαθέτει τα καλύτερα επιχειρήματα, την καλύτερη πολιτική και τους καλύτερους υποψήφιους». Χαίρεται δε για τον «έντιμο προεκλογικό αγώνα», ο οποίος θα διεξαχθεί.
«Τα ευφυολογήματα δεν βγάζουν αποτελέσματα» είπε ο Αντρέας Σόιερ (CSU), απαντώντας στο ερώτημα εάν ο Σουλτς είναι ένας πιο επικίνδυνος αντίπαλος για την Αγκελα Μέρκελ από τον αντικαγκελάριο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ.
Η Χριστιανική Ενωση (CDU/CSU) θα διεξάγει έναν προεκλογικό αγώνα «εναντίον μιας αριστερής ομοσπονδιακής Γερμανίας» και κατά ενός κοκκινο-κοκκινο-πράσινου συνασπισμού. «Ο υποψήφιος Σουλτς ως ένας Ευρωπαίος -τρόπον τινα- νεοεισερχόμενος στην πολιτική της Γερμανίας δεν θα έχει επιτυχία» πρόσθεσε. Οι συζητήσεις που γίνονται αυτόν το καιρό στο SPD δείχνουν μάλλον αμηχανία κατά τον Βαυαρό πολιτικό.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ – ΜΠΕ