Τέσσερα άτομα καταδικάστηκαν σε θάνατο από την ιρανική δικαιοσύνη στη δίκη για το μεγαλύτερο οικονομικό σκάνδαλο στα χρονικά της Ισλαμικής Δημοκρατίας, δήλωσε σήμερα ο γενικός εισαγγελέας της χώρας, σύμφωνα με το επίσημο ιρανικό πρακτορείο ειδήσεων Irna.
Τριάντα εννέα κατηγορούμενοι δικάστηκαν για την εμπλοκή τους στη μεγάλη οικονομική απάτη.
“Σύμφωνα με την ετυμηγορία, τέσσερα άτομα καταδικάστηκαν σε θάνατο”, δήλωσε ο Γολάμ Χοσέιν Μοχσενί-Ετζεΐ, ο γενικός εισαγγελέας στο Ιράν και εκπρόσωπος των δικαστικών αρχών. Διευκρίνισε ότι δύο άτομα καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη και τα άλλα σε ποινές φυλάκισης έως 25 έτη. Οι περισσότεροι από τους κατηγορούμενους καταδικάστηκαν για διαφθορά, ενεργή ή παθητική, με σκοπό τον προσωπικό πλουτισμό, σύμφωνα με το κατηγορητήριο.
Η δίκη άρχισε το Φεβρουάριο αλλά η ταυτότητα των καταδίκων δεν έγινε γνωστή.
Το πρωτοφανούς μεγέθους σκάνδαλο στη χώρα αυτή σύμφωνα με το κοινοβούλιο, αποκαλύφθηκε το Σεπτέμβριο του 2011, κάνοντας πολλούς διευθυντές αρκετών μεγάλων ιρανικών τραπεζών να χάσουν τη δουλειά τους και σπιλώνοντας την κυβέρνηση του Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ.
Το σκάνδαλο περιλαμβάνει πλαστές εγγυητικές επιστολές που αποσπάστηκαν με την πρακτική της διαφθοράς, τις οποίες χρησιμοποίησαν διευθυντές μιας ιρανικής επενδυτικής εταιρίας για να εξασφαλίσουν τεράστια δάνεια με τα οποία θα γινόταν η εξαγορά αρκετών μεγάλων δημοσίων επιχειρήσεων. Το συνολικό ύψος της οικονομικής απάτης σε βάρος αρκετών μεγάλων ιρανικών τραπεζών είχε εκτιμηθεί τότε ότι ανερχόταν σε 2,6 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η υπόθεση ήταν αιτία να ξεσπάσει πολιτική διαμάχη μεταξύ του υπερσυντηρητικού ρεύματος του καθεστώτος, το οποίο κυριαρχεί στο Κοινοβούλιο και το δικαστικό σύστημα, και της κυβέρνησης του προέδρου Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ.
Ο υπουργός Οικονομίας Σαμσεντίν Χοσεϊνί απειλήθηκε με αποπομπή από το ιρανικό κοινοβούλιο, ενώ βουλευτές και μέσα ενημέρωσης που δεν πρόσκεινται στον πρόεδρο Αχμαντινετζάντ κατηγόρησαν τον βασικό σύμβουλό του Ραχίμ Εσφαντιάρ Μασαϊέ ότι ενέχεται στο σκάνδαλο.
Ο πνευματικός ηγέτης της Ισλαμικής Δημοκρατίας αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ και ο πρόεδρος του κοινοβουλίου Αλί Λαριτζανί επενέβησαν τελικά για να κατευνάσουν τα πνεύματα ζητώντας τη λήξη της πολεμικής αυτής “που αντιβαίνει στο συμφέρον της χώρας”, καθώς και την υποδειγματική εκδίκαση της υπόθεσης.