Με την κατηγορία της κατασκοπείας άρχισε σήμερα στην Τουρκία η δίκη του Μετίν Τοπούζ, ο οποίος εργάζεται στο αμερικανικό προξενείο στην Κωνσταντινούπολη.
Η φυλάκιση του, μάλιστα, τον Οκτώβριο του 2017 είχε προκαλέσει μεγάλη διπλωματική κρίση μεταξύ Ουάσινγκτον και Άγκυρας.
Πρόκειται για τον Μετίν Τοπούζ, ο οποίος ήταν αρμόδιος για τη συνεργασία μεταξύ των αμερικανικών αρχών και της υπηρεσίας καταπολέμησης ναρκωτικών της τουρκικής αστυνομίας. Η κατηγορία με την οποία βαρύνεται είναι «κατασκοπεία» και «απόπειρα ανατροπής της κυβέρνησης».
Ο Τοπούζ είναι υπό κράτηση εδώ και ενάμιση χρόνο, με τις τουρκικές αρχές να πιστεύουν ότι συνδέεται με το κίνημα του ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο η Άγκυρα κατηγορεί ότι ενορχήστρωσε το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016.που κινδυνεύει να καταδικαστεί σε ισόβια.
Κατηγορείται, όπως γράφει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι είχε συχνές επαφές με φερόμενα μέλη του δικτύου Γκιουλέν, αλλά και ότι συνομίλησε επανειλημμένα με τους ερευνητές που εξέταζαν το σκάνδαλο διαφθοράς που συγκλόνισε την τουρκική κυβέρνηση το 2013.
Το περιστατικό με τη σύλληψη του Τοπούζ είχε προκαλέσει την οργή της Ουάσινγκτον και είχε οξύνει την ένταση μεταξύ των δύο χωρών. Για περίπου τρεις μήνες Τουρκία και ΗΠΑ είχαν αναστείλει τις περισσότερες υπηρεσίες παροχής βίζας.
Η σύλληψη του Τοπούζ «ήταν μεγάλο θέμα για τις τουρκοαμερικανικές σχέσεις, όμως οι ΗΠΑ πήραν πίσω την απόφασή τους να αναστείλουν τη χορήγηση βίζας (σε Τούρκους πολίτες) και επέλεξαν μια σιωπηλή διπλωματία», εξήγησε η Ασλί Αϊντιντασμπάς, ερευνήτρια στο European Council on Foreign Affairs στην Κωνσταντινούπολη.
«Καταβλήθηκαν συστηματικές προσπάθειες, όμως στους διαδρόμους, ενώ διατυπώθηκαν αιτήματα στη διάρκεια συναντήσεων υψηλού επιπέδου αντί μέσω δημόσιων καναλιών», πρόσθεσε.
Η υπόθεση απασχολεί σοβαρά την Ουάσινγκτον, με τον Αμερικανό επιτετραμμένο στην Άγκυρα Τζέφρι Μ. Χόβενιερ και τη γενική επιτετραμμένη στην Κωνσταντινούπολη Τζένιφερ Λ. Ντέιβις να είναι παρόντες σήμερα στο δικαστήριο.
Πέρα από τον Τοπούζ, δύο ακόμη Τούρκοι εργαζόμενοι σε αμερικανικές αποστολές βρίσκονται υπό κράτηση. Πρόκειται για τον Χάμζα Ουλουτσάι, που εργαζόταν στο προξενείο στα Άδανα και ο οποίος έχει καταδικαστεί επειδή παρείχε βοήθεια σε «τρομοκρατική οργάνωση» αλλά αφέθηκε ελεύθερος υπό όρους τον Ιανουάριο, και τον Μετέ Τσαντούρκ, που εργαζόταν στο προξενείο στην Κωνσταντινούπολη και ο οποίος έχει τεθεί σε κατ’ οίκον περιορισμό για αντίστοιχες κατηγορίες με αυτές του Τοπούζ.
Επίσης, Σερκάν Γκόλγκε, Αμερικανός, ο επιστήμονας της NASA, καταδικάστηκε τον Φεβρουάριο του 2018 σε επτάμισι χρόνια κάθειρξη επειδή ανήκε σε δίκτυα των γκιουλενιστών.
Σύμφωνα με υψηλόβαθμο Αμερικανό αξιωματούχο που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, προτεραιότητα της Ουάσινγκτον είναι «να απελευθερωθούν οι Τούρκοι εργαζόμενοί μας που κρατούνται άδικα». Επεσήμανε μάλιστα την απουσία «στοιχείων που να στηρίζουν τις κατηγορίες εναντίον των Χάμζα, Μετίν και Μέτε».
«Και ανησυχούμε πάρα πολύ για τους Αμερικανούς πολίτες μας, ιδιαιτέρως για τον Σερκάν Γκόλγκε», πρόσθεσε ο ίδιος.