Ήταν 29 Ιανουαρίου, όταν ο Mike S. από τις Ηνωμένες Πολιτείες, παρουσίασε συμπτώματα κορονοϊού, ενώ βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Covid-19 είχε ήδη αρχίσει να εξαπλώνεται εκτός Κίνας, και όλες οι χώρες ήταν σε συναγερμό. Όπως αναμενόταν, όταν πήγε στο νοσοκομείο της Κωνσταντινούπολης μαζί με τον συνταξιδιώτη του που επίσης είχε αρρωστήσει, τους ζήτησαν να κάνουν το τεστ για τον κορονοϊό. Ωστόσο, οι συνθήκες που αντιμετώπισαν -όπως τις περιγράφει ο 57χρονος στο newsit.gr- και όσα βίωσαν κατά τη διάρκεια της νοσηλείας τους, ξεπερνούν κάθε φαντασία!
Ακολουθεί η συγκλονιστική μαρτυρία του
Όλα άρχισαν όταν “ταξιδέψαμε στην Ταϊλάνδη και την Καμπότζη για δύο εβδομάδες, και αρρώστησα για πρώτη φορά. Έντονος βήχας, πυρετός και μεγάλη κόπωση. Έμεινα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου για δύο ημέρες κι άρχισα να αισθάνομαι καλύτερα. Όταν έφτασε η ώρα να φύγουμε από την Ταϊλάνδη με προορισμό την Κωνσταντινούπολη, στις 26 Ιανουαρίου, αισθανόμουν αρκετά καλά.
Η “Οδύσσεια” στα νοσοκομεία
Οι φίλοι μας στην Τουρκία ήταν καλά, αλλά ο συνταξιδιώτης μου, που μοιραζόμασταν το δωμάτιο, αισθάνθηκε αδιαθεσία το προηγούμενο βράδυ.
Γύρω στις 03:00 τα ξημερώματα της 29ης Ιανουαρίου ξύπνησα με υψηλό πυρετό, τρομερό βήχα και μετά δυσκολίας ανέπνεα. Πήγα σε μία ιδιωτική κλινική στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον συνταξιδιώτη μου, ο οποίος αισθανόταν καλύτερα. Μετά από μία γρήγορη εξέταση, ένας γιατρός μου είπε ότι έχω πνευμονία και υψηλό πυρετό. Όταν του είπαμε πού είχαμε ταξιδέψει, τηλεφώνησε κάπου. Μου έδωσαν μία μάσκα, όπως φορούσαν όλοι στην κλινική. Ο γιατρός είπε ότι εγώ και ο φίλος μου ΠΡΕΠΕΙ να κάνουμε το τεστ για τον κορονοϊό και ότι πρέπει να παραμείνουμε απομονωμένοι, μέχρι να βγουν τα αποτελέσματα. Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου εκεί, η κατάστασή μου ολοένα και χειροτέρευε. Όταν φύγαμε, ίσα ίσα που μπορούσα να περπατήσω.
Μας είπε ότι μονάχα ένα νοσοκομείο στην Κωνσταντινούπολη παρέχει το συγκεκριμένο τεστ και ότι έπρεπε να πάμε εκεί, ενώ τα δείγματα μας θα τα έστελναν στην Άγκυρα για τα αποτελέσματα. Πήγαμε στο νοσοκομείο που μας συνέστησε και μας είπαν: “Όλοι έχουν φύγει για μεσημεριανό και θα επιστρέψουν σε περίπου δύο ώρες”. Ό,τι κι αν είχα, ήξερα ότι χρειαζόμουν άμεση ιατρική παρακολούθηση και έτσι πήγαμε στα Επείγοντα. Μου χορήγησαν οξυγόνο κι ένα στεροειδές, τα οποία με βοήθησαν, αλλά μας είπαν ότι δεν μπορούν να μας δεχτούν.
Τρυπάνια και… καραντίνα!
Έτσι, πήγαμε σε ένα άλλο, παρακείμενο, δημόσιο νοσοκομείο όπου με το που μας είδαν, επικοινώνησαν με τον γιατρό της κλινικής και μας έβαλαν σε ξεχωριστά, απομονωμένα δωμάτια, όπου μας εξέτασαν.
Άκουσα τρυπάνια (!) στην πόρτα του δωματίου. Φοβήθηκα! Σκέφτηκα, “Θεέ μου, σφραγίζουν το δωμάτιο”. Πρόσθεσαν επιπλέον μόνωση, γύρω από την πόρτα αν και βρισκόμουν σε ένα δωμάτιο απομόνωσης. Δεν άκουγα τίποτα για περισσότερες από 24 ώρες. Το τηλέφωνο του δωματίου δεν λειτουργούσε. Δεν με άφηναν να κάνω ούτε ένα τηλεφώνημα. Δεν με άφηναν να μιλήσω με τον φίλο μου που ήταν σε άλλο δωμάτιο στην ίδια πτέρυγα. Εκείνος ήταν πιο φοβισμένος, γιατί δεν ξέρει καθόλου τούρκικα, ενώ εγώ καταλαβαίνω και μιλάω λίγο. Εκείνος τουλάχιστον είχε το κινητό του.
Τρεις μέρες αργότερα μας είπαν ότι μπορούμε να πάρουμε εξιτήριο. Και οι δύο είχαμε διαγνωστεί με βακτηριακή πνευμονία – η δική μου περίπτωση σοβαρότερη. Μας είπαν ότι δεν πρέπει να μείνουμε με τους Τούρκους φίλους μας στο μικρό τους σπίτι και να περιμένουμε τουλάχιστον μία εβδομάδα για να ταξιδέψουμε. Γι’ αυτό και μείναμε σε ένα μικρό ξενοδοχείο με ατομική εξυπηρέτηση του δωματίου, μπήκαμε δηλαδή μόνοι μας σε καραντίνα.
Το τέλος της περιπέτειας
Αλλάξαμε τις πτήσεις μας και μείναμε μέχρι τις 8 Φεβρουαρίου. Μέχρι τότε ήμασταν και οι δύο καλά. Μία εβδομάδα μετά την επιστροφή στις ΗΠΑ, και οι δύο αρρωστήσαμε, έχοντας τα ίδια συμπτώματα. Πήγαμε στους γιατρούς μας και τους εξηγήσαμε τι είχε συμβεί. Ούτε τότε βρεθήκαμε θετικοί στον κορονοϊό, αλλά υποβληθήκαμε ξανά σε θεραπεία για την πνευμονία”.