Η Συμφωνία των Πρεσπών συνεχίζει να διχάζει τον πολιτικό κόσμο στη Βόρεια Μακεδονία ενόψει των προεδρικών εκλογών.
Το ίδιο συνέβη και στην τηλεμαχία ανάμεσα στους τρεις υποψήφιους για τις προεδρικές εκλογές στη Βόρεια Μακεδονία που θα διεξαχθούν στις 21 Απριλίου (α΄ γύρος) και 5 Μαΐου (β΄ γύρος).
Η υποψήφια του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης VMRO-DPMNE Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα, η οποία θεωρεί ότι η Συμφωνία των Πρεσπών είναι επιζήμια για τα εθνικά συμφέροντα της χώρας, όμως ξεκαθάρισε πως εφόσον εκλεγεί θα σεβαστεί το Σύνταγμα της χώρας και θα χρησιμοποιεί το νέο όνομα. Ωστόσο όπως ανέφερε σε προσωπικό επίπεδο θα αποφεύγει να χρησιμοποιεί την ονομασία Βόρεια Μακεδονία. Ακόμη υποστήριξε ότι είναι εφικτό να αλλάξει η Συμφωνία των Πρεσπών.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κοινός υποψήφιος των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού, ο Στέβο Πεντάροφσκι, διερωτήθηκε με ποιον τρόπο η Σιλιάνοφσκα, σε περίπτωση που εκλεγεί Πρόεδρος της χώρας, θα επιχειρήσει να αλλάξει την Συμφωνία, αφού για κάτι τέτοιο θα χρειαστεί να ενημερωθούν τα πέντε μόνιμα μέλη της Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και να τους γνωστοποιηθεί ότι ανοίγει εκ νέου η διένεξη για το όνομα.
Η Σιλιάνοφσκα υποστήριξε ότι μπορεί να κινηθεί διαδικασία μέσω του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, στην δικαιοδοσία του οποίου εμπίπτει η Συμφωνία των Πρεσπών, σε περίπτωση που υπάρξει διένεξη γύρω από την εφαρμογή της.
Ο Πεντάροφσκι σχολίασε ότι όλα αυτά θεωρητικά είναι εφικτά, αλλά διερωτήθηκε τι θα συμβεί από πολιτικής άποψης, διότι, όπως είπε, στο ΝΑΤΟ κυριαρχούν άλλες αρχές και δεν ενδιαφέρονται για τις νομικές πτυχές της Συμφωνίας. Τόνισε ότι η διεθνής πολιτική είναι πολύ σκληρή και ότι γίνεται λόγος για δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους: τον κόσμο του δικαίου και τον κόσμο της πολιτικής.
Πρόσθεσε ότι η διένεξη για το όνομα, που ήταν εξαρχής ασύμμετρη, λύθηκε με την τεράστια στήριξη της διεθνούς κοινότητας και οι δύο χώρες κατέληξαν σε συμφωνία, η οποία άνοιξε τις πόρτες του ΝΑΤΟ και της ΕΕ για την Βόρεια Μακεδονία.
Ο υποψήφιος της αλβανικής αντιπολίτευσης Μπλερίμ Ρέκα ανέφερε ότι η Συμφωνία των Πρεσπών συνιστά μια win-win κατάσταση, καθώς η Ελλάδα διαφύλαξε το αρχαίο παρελθόν της, ενώ η Βόρεια Μακεδονία εξασφάλισε την ευρωπαϊκή της προοπτική.