Ο ακροδεξιός πρόεδρος Μπολσονάρο, ανήρτησε στο Twitter ένα ηχητικό μήνυμα με μία φωτογραφία της Κοντάνσα Ριζέντζι της εφημερίδας O Estado do Sao Paulo, γράφοντας: «η Κοστάνσα Ριζέντζι της ‘O Estado do SP’ δηλώνει πως θέλει να καταστρέψει τη ζωή του Φλάβιου Μπολσονάρο και να προκαλέσει την ανατροπή του Ζαΐρ Μπολσονάρο. Θέλουν να ρίξουν την κυβέρνηση με εκβιασμούς, παραπληροφόρηση και διαρροές».
Η δημοσιογράφος ασχολείται με τις έρευνες για τις ύποπτες χρηματοοικονομικές κινήσεις ενός από τους οδηγούς κι ενός σωματοφύλακα του Φλάβιου Μπολσονάρο, γερουσιαστή και γιου του προέδρου.
Στο ηχητικό μήνυμα ακούγεται η δημοσιογράφος να τονίζει στα αγγλικά πως η υπόθεση ενδέχεται να «εκθέσει», «καταστρέψει τον Μπολσονάρο» και προσθέτει: «πιστεύω πως είναι μία περίπτωση άξια καθαίρεσης», χωρίς ωστόσο να προκύπτει από τις δηλώσεις ότι αυτά αποτελούν τον απώτατο στόχο των ερευνών της.
Η εφημερίδα διευκρίνισε πως με τις δηλώσεις της αυτές η δημοσιογράφος της αξιολογεί την δυνητική σημασία που μπορεί να λάβει η υπόθεση, όμως πως η «εργασία της καθ’ ουδέναν τρόπο συνδέεται με κάποιο τέτοιο κίνητρο» και πως το περιεχόμενο των δηλώσεών της «έχουν παρερμηνευθεί».
Οι δηλώσεις της Ριζέντζι είχαν δημοσιευθεί στις 6 Μαρτίου στο μπλογκ του Μαροκινού σκηνοθέτη Τζαουάμπ Ράλιμπ, ο οποίος της είχε πάρει συνέντευξη και το οποίο είναι ενσωματωμένο στον γαλλικό site, Mediapart.
Σύμφωνα με τον Ράλιμπ, τη συνέντευξη έλαβε μία από τις «πηγές» του ένας Βρετανός φοιτητής, του οποίου η «διπλωματική εργασία» σχετίζεται με την αντίδραση των βραζιλιάνικων μέσων ενημέρωσης στην εκλογή του Μπολσονάρο, κάνοντας συνάμα και μία σύγκριση του φαινομένου Ντόναλντ Τραμπ και του βραζιλιάνου προέδρου. Ο ίδιος τόνισε πως το συμπέρασμα πως «η αρνητική κάλυψη από τα μέσα του προέδρου σκοπό έχουν να τον καταστρέψουν και προκαλέσουν την καθαίρεσή του» είναι δικό του.
Οι οπαδοί του Ζαΐρ Μπολσονάρο κινητοποιήθηκαν αμέσως στο Twitter, ενώ στην αντίπερα όχθη εκατοντάδες δημοσιογράφοι εκδήλωσαν την υποστήριξή τους στην δημοσιογράφο, καταγγέλλοντας τη νέα, όπως χαρακτήρισαν, επίθεση κατά του Τύπου από την πλευρά της κυβέρνησης του ακροδεξιού προέδρου.