Η εταιρεία Dr. Martens σχεδιάζει να ανοίξει ένα κατάστημα επισκευής παπουτσιών στη Βρετανία τον επόμενο μήνα στην προσπάθειά της, όχι μόνο να παρατείνει τη ζωή για τα διάσημα μποτάκια και μπότες, αλλά και να δημιουργήσει μια νέα ροή εσόδων.
Η γερμανική εταιρεία κατασκευής δερμάτινων παπουτσιών, που είναι εγγεγραμμένη στο Λονδίνο της Βρετανίας, δοκιμάζει επί του παρόντος αυτή την υπηρεσία μεταξύ των υπαλλήλων της, όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλός της Κένι Ουίλσον σε συνέντευξή του.
Το κατάστημα επισκευής παπουτσιών της Βρετανίας θα λειτουργήσει πιλοτικά με στόχο την επέκτασή του στην ηπειρωτική Ευρώπη.
Παρότι η υπηρεσία αυτή θα πλήξει τις αγορές νέων ζευγαριών καθώς οι πελάτες θα επιλέγουν να επιδιορθώνουν τις παλιές μπότες τους αντί να αγοράζουν καινούργιες, ο Ουίλσον είπε ότι συνολικά η υπηρεσία αυτή θα αποδειχτεί χρήσιμη.
«Κινδυνεύει να πλήξει μεσοπρόθεσμα τις επιχειρήσεις μας; Ναι, αλλά εμείς σκεφτόμαστε μακροπρόθεσμα, επομένως νομίζουμε ότι θα ενισχύσει την αφοσίωση των πελατών και αυτό είναι το σωστό. Κάθε εβδομάδα λαμβάνω γράμματα από ανθρώπους που ρωτάνε “μπορώ να επιδιορθώσω τα Dr. Martens μου;”», τόνισε.
Η Dr. Martens συνεργάζεται με την εταιρεία Boot Repair Company στην πόλη Λιντς της βόρειας Αγγλίας για τον τομέα των επιδιορθώσεων υποδημάτων.
Το κόστος
Αν κάποιος θέλει να αντικαταστήσει τις φθαρμένες σόλες των παπουτσιών του – μια διαδικασία που απαιτεί την αποσυναρμολόγηση όλης της μπότας- θα πληρώσει περίπου 94 ευρώ, επισημαίνει ο Ουίλσον, ενώ άλλου είδους επιδιορθώσεις πιθανόν να είναι φθηνότερες. Από την άλλη, ένα καινούργιο ζευγάρι Dr. Martens 1460 κοστίζει περίπου 197 ευρώ.
Συνολικά, ο Ουίλσον βλέπει μια μεγάλη ευκαιρία στην αγορά μεταχειρισμένων Dr. Martens με δυναμική για να φθάσει στο ένα δέκατο των εσόδων του ομίλου.
Τον Μάιο του περασμένου χρόνου η εταιρεία ξεκίνησε μια υπηρεσία μεταπώλησης με την Depop, μια εφαρμογή αγορών που επιτρέπει στους χρήστες να αγοράζουν και να πωλούν μεταχειρισμένα ρούχα, αξεσουάρ και άλλα αντικείμενα.
Εταιρείες όπως η Zara και η H&Μ αναζητούν μερίδιο στην αγορά μεταπώλησης καθώς όλο και περισσότεροι νεαροί καταναλωτές, που είναι πιο συνειδητοποιημένοι ως προς την βιώσιμη μόδα, επιλέγουν τις αγορές μεταχειρισμένων ειδών.