Η βρετανική κυβέρνηση ανακοίνωσε την αναστολή νέων συμβολαίων με το Ριάντ για την πώληση όπλων που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στον πόλεμο στην Υεμένη, έπειτα από απόφαση δευτεροβάθμιου βρετανικού δικαστηρίου που ζητεί την επανεξέταση των πρακτικών της κυβέρνησης ως προς το θέμα.
«Δεν συμφωνούμε με την απόφαση και θα ζητήσουμε την άδεια να την προσβάλουμε», δήλωσε ο υπουργός Διεθνούς Εμπορίου Λίαμ Φοξ ενώπιον του βρετανικού κοινοβουλίου. «Στο μεταξύ, δεν θα δώσουμε νέες άδειες πώλησης όπλων στην Σαουδική Αραβία και στους εταίρους του συνασπισμού, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στον πόλεμο στην Υεμένη», διευκρίνισε.
Εφετείο του Λονδίνου απεφάνθη σήμερα ότι η πώληση όπλων στην Σαουδική Αραβία από το Ηνωμένο Βασίλειο εν μέσω του πολέμου της Υεμένης εμπεριέχει ένα νομικό σφάλμα επί σημαντικού σημείου. Η βρετανική κυβέρνηση «δεν αξιολόγησε εάν ο υπό τους Σαουδάραβες συνασπισμός έχει διαπράξει παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου κατά το παρελθόν, κατά την διάρκεια του πολέμου στην Υεμένη και δεν έκανε καμία προσπάθεια να το κάνει», δήλωσε ο πρόεδρος του εφετείου καλώντας την κυβέρνηση να αναθεωρήσει την πρακτική της.
«Η κυβέρνηση οφείλει να επανεξετάσει το θέμα», είπε ο δικαστής επισημαίνοντας ωστόσο ότι η απόφαση δεν σημαίνει ότι «οι άδειες αυτές εξαγωγής όπλων προς την Σαουδική Αραβία πρέπει να ανασταλούν αμέσως».
Το 2015, η οργάνωση κατά του εμπορίου όπλων Campaign Against Arms Trade (CAAT), προσέφυγε στην βρετανική δικαιοσύνη σε μία προσπάθεια να επιτύχει την διακοπή της εξαγωγής βρετανικών βομβών και μαχητικών αεροσκαφών στην Σαουδική Αραβία.
Σύμφωνα με την μη κυβερνητική οργάνωση, η βρετανική κυβέρνηση, παρέχοντας όπλα στον υπό το Ριάντ συνασπισμό, ευθύνεται για «σοβαρές και επαναλαμβανόμενες» παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου.
«Η ιστορική αυτή απόφαση σημαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει τώρα να σταματήσει να εκδίδει νέες άδειες εξαγωγής όπλων, να αναστείλει τις υπάρχουσες και να επανεξετάσει όλες τις αποφάσεις για την εξαγωγή όπλων στην Σαουδική Αραβία», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η CAAT.