Στο χαμηλότερο επίπεδό του τα τελευταία 40 χρόνια και πλέον έπεσε το ποσοστό των αυτοκτονιών στην Ιαπωνία, σηματοδοτώντας την δέκατη συναπτή μείωση, ανακοίνωσε σήμερα η αστυνομία.
Παρότι οι αυτοκτονίες είναι συνηθισμένες στην Ιαπωνία ως ένας τρόπος αποφυγής της ντροπής ή της ατίμωσης και τα ποσοστά τους εξακολουθούν να βρίσκονται στην κορυφή του καταλόγου των χωρών που ανήκουν στην Ομάδα των 7 (ΗΠΑ, Γερμανία, Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Καναδάς), η προσπάθεια που καταβάλλεται σε εθνικό επίπεδο έχει μειώσει κατά περίπου 40% το ποσοστό τους μέσα σε σχεδόν 15 χρόνια.
Ο αριθμός των αυτοκτονιών το 2019 μειώθηκε κατά 881 αυτόχειρες κατεβάζοντας τον συνολικό αριθμό τους κάτω από τις 20.000 για πρώτη φορά από το 1978 που ξεκίνησαν να κρατούνται αρχεία, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αστυνομικά στοιχεία που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.
Το ποσοστό των αυτοκτονιών έπεσε στα 15,8 ανά 100.000 άτομα, δηλαδή μειώθηκε κατά 0,7. Αντίθετα, το ποσοστό αυτοκτονιών στις ΗΠΑ, που έχουν υπερδιπλάσιο πληθυσμό από την Ιαπωνία, ήταν 14 ανά 100.000 το 2017, τον τελευταίο δηλαδή χρόνο για τον οποίον υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, παρότι η αυτοκτονία είναι ένα αυξανόμενο πρόβλημα εκεί.
Σε ό,τι αφορά το φύλο, 13.937 άνδρες και 6.022 γυναίκες αυτοκτόνησαν. Δεν υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία ως προς τις ηλικιακές ομάδες των αυτόχειρων.
Το 2003 ήταν η χρονιά που τα ποσοστά των αυτοκτονιών στην Ιαπωνία κορυφώθηκαν προκαλώντας ανησυχία στις αρχές αλλά και παγκόσμιο ενδιαφέρον.
Παρότι η αστυνομία δεν δικαιολόγησε την μείωση, η βελτιούμενη οικονομία έχει αναμφισβήτητα βοηθήσει στην αντιμετώπιση του φαινομένου, ενώ ένα πρόγραμμα πρόληψης των αυτοκτονιών του 2007 φαίνεται ότι αποδίδει.
Η αύξηση των τηλεφωνικών γραμμών παροχής βοήθειας, των υπηρεσιών ψυχολογικής στήριξης και του αριθμού των εθελοντικών οργανώσεων που βοηθούν τους πολίτες να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, έχουν όλα διαδραματίσει ρόλο.
Επιπλέον, οι επιχειρήσεις επηρεασμένες από τις αγωγές που έχουν καταθέσει εναντίον τους οι οικογένειων ανθρώπων που αυτοκτόνησαν εξαιτίας του υπερβολικού φόρτου εργασίας, έχουν καταστήσει ευκολότερη την παροχή άδειας στους υπαλλήλους τους αλλά και την παροχή ψυχολογικής υποστήριξης.
Το ανώτατο όριο υπερωριών ορίστηκε με νόμο και η κυβέρνηση υποχρεώνει τις εταιρείες που απασχολούν περισσότερους από 50 υπαλλήλους να υποβάλουν τους υπαλλήλους τους σε εξετάσεις για το στρες.